Κεφάλαιο εννιά✨

1.1K 102 0
                                    

Ο δείκτης του ρολογιού έδειχνε δώδεκα τα μεσάνυχτα ωστόσο ο ύπνος δεν έλεγε να με πάρει. Στριφογυρνούσα συνέχεια μέσα στα σκεπάσματα σκεπτόμενη τα όσα γίνανε και το κεφάλι μου κόντευε να σπάσει. Στο τέλος σηκώθηκα όρθια και κατέβηκα κάτω για να πιω ένα ποτήρι νερό. Ο Ντομινίκ δεν ήταν πουθενά τριγύρω γεγονός που με τρόμαζε. Την ώρα που γέμιζα το ποτήρι για δεύτερη φορά με νερό από το ψυγείο, διέκρινα την μορφή του έξω στο κήπο να ξαπλώνει.

Στην αρχή δίσταζα αλλά τελικά βγήκα έξω για να του μιλήσω. Δεν φορούσα παντόφλες ή κάτι με αποτέλεσμα τα δαχτυλάκια των ποδιών μου να βραχούν ελαφρώς από τις δροσοσταλίδες πάνω στο γρασίδι. Έκατσα δίπλα του και τον σκούντηξα τον ώμο για να με προσέξει. Εκείνος με κοίταξε στιγμιαία και στην συνέχεια επέστρεψε το βλέμμα του πίσω στον ουρανό. Ηταν γεμάτος αστέρια και είχε πανσέληνο απόψε, ήταν η τέλεια νύχτα για ρομάντζο μόνο που βρισκόμουν με το λάθος άτομο για αυτό.

«Συγγνώμη που δείλιασα και δεν έκανα όλα οσα είπαμε» είπα, περιμένοντας και από αυτόν να υποχωρήσει

«Έπρεπε να κάνεις έστω ένα από όλα όσα σε συμβούλευσα»

«Το ξέρω ήτανε λάθος μου, μην με μαλώνεις κι άλλο»

«Δεν μπορώ να μην σε μαλώνω όταν κάνεις ηλιθιότητες!»

«Μπορείς σε παρακαλώ για μια φορά στην ζωή σου να μην μου φωνάζεις;! Προσπαθώ να ηρεμήσω την κατάσταση μεταξύ μας αλλά εσυ επιμένεις να μου το κάνεις πιο δύσκολο από ότι ήδη είναι» ξεφύσηξα αγανακτισμένη

Τότε σιωπή επικράτησε μεταξύ μας όσο ο αέρας φυσούσε δυνατά κάνοντας με να τρέμω από το κρύο. Ξαφνικά ένιωσα κάτι απαλό να ακουμπάει τους ώμους μου και κοιτώντας τον συνειδητοποίησα πως είχε βγάλει την ζακέτα του και μου την είχε φορέσει.

«Σε ευχαριστώ» μουρμούρισα και εκείνος απλά ανασήκωσε αδιάφορα τους ώμους του

«Δεν κάνει τίποτα» είπε

«Ξέρεις. καταλαβαίνω πως αισθάνεσαι» μουρμούρισα και τότε με κοίταξε κατάματα με τα εντυπωσιακά του μάτια

Από την πρώτη στιγμή που τον είδα το βλέμμα του με καθήλωσε. Δεν είχα συναντήσει ποτέ στην ζωή μου άνθρωπο με μαύρα μάτια και τα δικά του ήταν το κάτι άλλο. Μερικές φορές όταν τον κοιτούσα, ένιωθα λες και χανόμουν στο απέραντο βάθος του χρώματος τους. Με μάγευε το κοίταγμα του αλλά ταυτόχρονα με απωθούσε και με φόβιζε η σκληρότητα και η ψυχρότητα που έβγαζε.

Το λάθος κάλεσμα Wo Geschichten leben. Entdecke jetzt