Αποκάλυψη.

605 47 14
                                    

Τριτοπρόσωπη αφήγηση 

Ο Άρον προσπαθούσε να καταλάβει την Τέσσα καθώς βρισκόταν σε αδιέξοδο. Η ιστορία της ήταν εντελώς διαφορετική από αυτά που είχε ακούσει από τον Ντύλαν. Απο την μια ήξερε τι είδους άνθρωπος ήταν ο Τόμ αλλά δεν μπορούσε να το πιστέψει. Από την άλλη ο Ντύλαν είχε ανάμεικτα συναισθήματα. Δεν μπορούσε να χαρεί με την επιστροφή της αδελφής του, ένιωθε προδοσία και είχε εκνευριστεί και με τον Άρον. Ένιωθε πως άρχιζε να τρέφει αισθήματα για την αδελφή του, κάτι που δεν θα άφηνε. Ο Άρον ήταν περίπλοκος χαρακτήρας και η αδελφή του το ίδιο. Το μόνο που θα πρόσφερε η σχέση τους θα ήταν καταστροφή. 

Η Ρόουζ είχε γυρίσει στο σπίτι της και συζητούσε με την μητέρα της. Φυσικά και δεν της είχε πει τίποτα, δεν ήθελε να την ανησυχήσει εξάλλου τα είχε συζητήσει με τον Ντύλαν και τον Άρον.

'Μαμά' είπε και έκανε μια παύση. 

'Η θεία δεν μιλάει καθόλου για την Τέσσα. Τι συνέβει;' ρώτησε καθώς τηε έδειξε μια φωτογραφία με 3 παιδιά. 2 αγόρια και 1 κορίτσι. Η  μητέρα της την κοίταξε λυπημένη. 

΄Δεν μπορώ να σου πω αγάπη μου, γιατί δεν γνωρίζω καλά. Αλλά σε παρακαλώ μην αναφέρεις τίποτα στην θεία ήταν κάτι πολύ δύσκολο για εκείνη και μετά απο 2 χρόνια ακόμα την τυραννάει.' είπε προβληματισμένη και η Ρόουζ έγνεψε θετικά. Κάτι όμως δεν της ταίριαζε. 

Ήταν σίγουρη πως την το κοριτσάκι της θύμιζε κάτι και αυτό δεν μπορούσε να περάσει απο το μυαλό της.

Άρον΄ς  POV

Βρίσκομαι στην κουζίνα και προσπαθώ να μιλήσω με τον Ντύλαν. Δεν θέλει να ακούσει κουβέντα και αυτό με εκνευρίζει. Γιατί πρέπει να είναι τόσο ξεροκέφαλος; Το καταλαβαίνω οτι τον πονάει αλλά ίσως δεν ξέρει την πραγματική ιστορία. Και ναι την πίστεψα την Τέσσα, άλλωστε γιατί να μου πει ψέματα για αυτό το θέμα; Έτσι και τολμήσει όμως δεν θα τα πάμε καλά.

Ξεφυσάω καθώς βλέπω πως δεν οδηγεί σε τίποτα αυτή η προσπάθεια. Ξαφνικά το κουδούνι χτυπάει. 

'Ντύλαν περίμενε, ίσως ο πατέρας σου να μην είναι αυτό που νομίζεις!' του φωνάζω και εκείνη την ώρα βλέπω ποιος είναι στη πόρτα.

'Πατέρα' λέει ο Ντύλαν και εκείνος τον κοιτά σοβαρός ρίχνει το βλέμμα του πάνω μου και με κοιτά απαξιωτικά.

Ναι και εγώ σου έχω αδυναμία, μαλάκα.

Μπήκε στο σπίτι και έβγαλε το σακάκι του. Το βλέμμα μου έπεσε στη θήκη όπλου και έσφιξα τα δόντια μου. Ας κάνει καμία βλακεία και θα τον κλαίνε.

Κάθετε αραχτός στην δερμάτινη πολυθρόνα.

'Που είναι;'και εγώ με τον Ντύλαν κοιταζόμαστε.

'Πάνω' απαντά ο Ντύλαν και παραμένει σοβαρός. 

'Τι περιμένετε; Κατεβάστε την!' Φώναξε και τον πλησίασα απειλητικά αλλά με σταμάτησε ο Ντύλαν. 'Πήγαινε φώναξε την' είπε σοβαρός και ψιθύρισα 'Μαλάκα'

Ανέβηκα τις σκάλες και κατευθύνθηκα προς το δωμάτιο. Άνοιξα την πόρτα απότομα και απο ότι κατάλαβα απο την αντίδραση της την τρόμαξα. 'Κατέβα' είπα και την  κοιτούσα σοβαρός καθώς έβγαινε έξω απο το δωμάτιο. 

'Με πιστεύεις;' με ρώτησε και δεν γύρισα να την κοιτάξω. 'Ναι' 

'Ευχαριστώ' ψιθύρισε και προχώρησε προς το σαλόνι. Τα μάτια της έπεσαν πάνω στον Τόμας. Στη αρχή τον κοίταξε σοβαρή μα έπειτα άρχισε να γελάει. Χτύπησε παλαμάκια και είπε ειρωνικά.

'Βρε βρε κοίτα ποιος μα έκανε την τιμή' ο Τόμας σηκώθηκε και μας πλησίασε. Έβγαλε το όπλο και το ακούμπησε στον κρόταφο της. Κοίταζα τον Ντύλαν έντονα μιας και κάνει τίποτα. Δεν μου έριξε ούτε ένα βλέμμα, ένιωθα πως σε λίγα δευτερόλεπτα θα έχανα τον έλεγχο. 

'Σκότωσε με' είπε η Τέσσα και πίεσε το κεφάλι της περισσότερο στην κάνη.

'Με πρόδωσες!' φώναξε και τον έσπρωξε μακριά της.

'Ήσουν υποτίθεται ο γαμημένος μου πατέρας' τσίριξε και την είδα να βουρκώνει.

'Γιατί;' ψιθύρισε και τον κοίταζε έντονα.

'Δεν είσαι κόρη μου Τέσσα, είσαι υιοθετημένη' έσπασε την σιωπή ο Τόμας και τότε άκουσα την τσιρίδα της Τέσσας.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Εξελίξειςςς

❤Θέλω γνώμες και θα τα πούμε στο επόμενο:)

Ψηφίστε και αφήστε ένα σχόλιο.

Φιλιάαα

-'Αννα



PSYCHODonde viven las historias. Descúbrelo ahora