Κεφάλαιο ΙΙ

45 9 16
                                    

Οι δύο ντετέκτιβ την ίδια μέρα κι όλας έβγαλαν δύο αεροπορικά εισιτήρια άνευ επιστροφής για την Νέα Υόρκη γιατί δεν γνώριζαν πόσο θα χρειαζόταν να κάτσουν.

Το ταξίδι ήταν τέσσερις ώρες και τις δύο ο Ρόμπερτ κοιμόταν. Όσο ο Τζακ λοιπόν δεν είχε τον συνεργάτη του να μιλήσουν σκεφτόταν το παράλογο γεγονός ότι όλα τα στοιχεία της νεαρής από τότε που έφτασε στη Καλιφόρνια είχαν διαγραφεί. Ίσως ο δολοφόνος είχε επέμβει, αλλά πως είχε πρόσβαση στα αρχεία της αστυνομίας; Σκέφτηκε τότε πως ο αρχικός δολοφόνος είχε πληρώσει κάποιον από το τμήμα ώστε να κάνει εκείνος τη βρομοδουλειά. Κάτι τέτοιο ήταν ιδιαίτερα πιθανό μιας και όλοι στο τμήμα του Τζακ πλην μερικών εξαιρέσεων ήταν φιλάργυροι.

Άρα μιλούσαμε για έναν ευκατάστατο δολοφόνο. Γιατρός θα έλεγε ο Τζακ από τον ακριβή ακρωτηριασμό και το στράγγισμα του σώματος και των ζωτικών οργάνων από το αίμα. Ίσως πλαστικός χειρούργος αν κρίνει και από το χαραγμένο με εξαιρετική λεπτότητα χαμόγελο στο πρόσωπο της. Βέβαια ακόμη δεν μπορούσε να μιλήσει με βεβαιότητα μιας και τώρα ξεκινούσε η έρευνα. Εξάλλου ποτέ δε βιαζόταν να βγάζει συμπέρασμα, η δουλειά του ντετέκτιβ ήταν να έχει υπομονή και να παρατηρεί και την παραμικρή λεπτομέρεια στα στοιχεία του. Κοίταξε τον νεαρό συνεργάτη του που είχε αποκοιμηθεί έχοντας ακουμπήσει το κεφάλι του στο παράθυρο και ένιωσε τυχερός που έκανε την πρακτική του κοντά του, μιας και ο Τζακ έπαιρνε περισσότερη γνώση από εκείνον και το κοφτερό μυαλό του, αν και μόλις τον κοίταζες έβλεπες έναν αφελή νεαρό και δεν φανταζόσουν ποτέ πόσο εύστροφος ήταν. Κανείς δεν μπορούσε να ξεγελάσει τον Ρόμπερτ.

Το αεροπλάνο προσγειώθηκε και οι δύο άντρες μπήκαν σε ένα ταξί για το Λονγκ Άιλαντ στην κομητεία του Μπρούκλιν, τη γείτονα που μεγάλωσε η Μόνικα και συνέχιζε να ζει η μητέρα της. Στο ταξί προσπάθησαν να μην μιλούν για την υπόθεση, μιας και ο ταξιτζής του κοιτούσε εξεταστικά από τον καθρέφτη του, αλλά για γενικά πράγματα, όπως για το πόσο εξελισσόταν συνεχώς η Νέα Υόρκη.

«Ίσως θα έπρεπε να νοικιάσουμε ένα αμάξι.» Σχολίασε ο Ρόμπερτ καθώς μελετούσε τον χάρτη της πόλης.

«Είμαι βέβαιος πως δε θα χρειαστεί.» Απάντησε λακωνικά μελαχρινός άντρας και ο νεαρός τον κοίταξε με απορία. Φυσικά δεν συνέχισε την κουβέντα.

Το ταξί τους άφησε έξω ακριβώς από τη διεύθυνση που του είχαν δώσει. Η διαδρομή ήταν μεγάλη και ήδη ο ήλιος είχε αρχίσει να πέφτει. Ο Ρόμπερτ πλήρωσε και οι δύο τους κατευθύνθηκαν προς την όμορφη μικρή μονοκατοικία με τον περιποιημένο κήπο. Φαινόταν πως το σπίτι ήταν υπό την φροντίδα γυναίκας και μόνο.

Φόνος ΑστέρωνWhere stories live. Discover now