Κεφάλαιο 10: Η δικαιοσύνη της Αντριάννα (μέρος 5)

160 31 32
                                    


Ο Άσερ γελάει. Είναι ένα αμήχανο γέλιο που ξέρω καλά, κάποτε το έβρισκα γοητευτικό. Είναι το γέλιο του Γκρίφιν Σέιγουορθ, το χαρακτηριστικό γέλιο με το οποίο ρίχνει τα κορίτσια. Το χρησιμοποιεί όταν τον ρωτάνε κάτι και ετοιμάζεται να απαντήσει. Πρώτα χαμηλώνει το βλέμμα του, μετά ξύνει τη γωνία των χειλιών του και σκάει ένα πνιχτό γελάκι που θυμίζει γοητευτικό αστέρα του σινεμά λίγο προτού πει μια φοβερή ιστορία. 

Τώρα ο Άσερ το μιμείται, όπως μιμείται κάθε τι που κάνει ο αρχηγός των Αθληταράδων. Πιστά. «Τι... τι ακριβώς είναι αυτό που μου ζητάς, Βάλενταϊν;»

«Σου ζητώ να επαναλάβεις αυτό που μου έκανες, αυτό στο οποίο είσαι καλός. Θέλω να με πληγώσεις, Άσερ. Ξανά».

«Γιατί;», απορεί. Εν μέρει του έχω ήδη εξηγήσει γιατί. Όμως αυτή η έκβαση είναι κάτι εντελώς απρόσμενο για εκείνον. Πάντοτε αγαπούσε να καίει τα κορίτσια που γνώριζε. Και τώρα αποδεικνύεται ότι ένα από εκείνα τα κορίτσια, ένα κορίτσι που κάηκε, εξακολουθεί να θέλγεται από την φωτιά του. Αυτό μοιάζει πιότερο με φαντασίωση, παρά με πραγματικότητα. Τον σοκάρει. Ευχάριστα. Τον ερεθίζει.

Συνεχίζω λέγοντας: «Είσαι σκληρός, δυνατός, σίγουρος, τίποτα δεν σε αγγίζει και τίποτα δεν σε σταματά. Το θέλω και εγώ αυτό, θέλω να γίνω σκληρή, άκαρδη, αλώβητη. Το έχω σκεφτεί, το έχω φιλοσοφήσει αρκετά και... και αυτό είναι που θέλω. Θέλω να γίνω όπως εσύ, θέλω να είμαι σαν εσένα».

«Σαν εμένα;», επαναλαμβάνει, θαρρείς και προσπαθεί να σιγουρευτεί ότι άκουσε καλά. «Εσύ;»

«Εγώ», απαντάω μ' ένα ακόμα μικρό χαμόγελο, ντροπαλό αλλά και πονηρό μαζί. Σαν να συνωμοτώ μαζί του.

Ο Άσερ ξεφυσάει αφήνοντας το νήμα του τελευταίου καπνού να βγει από το στόμα του. Έχει τελειώσει το τσιγάρο του και πλέον κινείται προς το ακατάστατο γραφείο του, για να το σβήσει σ' ένα μισογεμάτο τασάκι. Τον ακολουθώ με το βλέμμα μου, ανήμπορη να κάνω οτιδήποτε άλλο. Μόνο αυτός έχει σημασία πια. Για εμένα η παρουσία του στον μικρό χώρο του κοιτώνα είναι τρομακτική και καταλυτική, άκρως καθηλωτική. Αναπόδραστα νιώθω λες και έχω έναν πάνθηρα ή ένα λιοντάρι, απρόβλεπτο και αρπακτικό μπροστά μου, που μπορεί να επιτεθεί από στιγμή σε στιγμή. Πρέπει να υπενθυμίσω στον εαυτό μου ότι είμαι ακριβώς το ίδιο: θηρευτής.

«Κάποιοι άνθρωποι γεννιούνται σε έναν τέλειο, ειδυλλιακά φτιαγμένο κόσμο και δεν μαθαίνουν ποτέ τι πάει να πει αταξία», εξηγώ. «Άλλοι αναγκάζονται να αφήσουν την τάξη και πασχίζουν να επιβιώνουν μες στο νεοαποκτηθέν χάος τους, σπανίως τα καταφέρνουν. Υπάρχουν, όμως, και αυτοί που θριαμβεύουν εκεί, στο χάος. Επειδή το χάος είναι το μόνο που γνώρισαν ποτέ, είναι το φυσικό τους περιβάλλον, είναι αυτό που είναι και οι ίδιοι. Κομμάτι τους», συμπεραίνω στην πορεία. «Εσύ ανήκεις στην τρίτη κατηγορία ανθρώπων. Εγώ ξεκάθαρα στην δεύτερη. Θέλω να έρθω μαζί σου, να πάψω να παλεύω για την επιβίωση. Θέλω να κατακτήσω το χάος και για να το κάνω αυτό χρειάζομαι το δηλητήριο».

Το έχεις μέσα σου (Το Κτήνος, Βιβλίο 2)Where stories live. Discover now