Πεπρωμένο

39 11 1
                                    

Όλα γύρω μου είναι μαύρα. Δεν μπορώ να καταλάβω που βρίσκομαι ούτε τον λόγο για τον οποίο ηρθα.
"Ίζι! Ξυπνα!" Ακουω τη γνωστή φωνή του μέσα στο απόλυτο σκότος.
"Ίαν; Εσύ;" Αδυνατώ να πιστεψω στα αυτιά μου.
"Ίζι, άνοιξε τα μάτια σου!" Μου φωνάζει ξανά. Τι γυρευει ο αδερφός μου εδω μαζί μου; Αυτο σίγουρα δεν ειναι λογικό.
"ΙΖΑΜΠΕΛΑ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΟ ΜΑΞΙΛΑΡΙ!"
Πετάγομαι πάνω λουσμένη στον ιδρώτα, η ανάσα μου βαριά ενώ η καρδιά μου χτυπάει σαν τρελή. Τι ήταν αυτή η θυμηση; Τόσα χρόνια που βλέπω τον αδερφό μου στον υπνο μου, ποτε κανένα όνειρο δεν έμοιαζε τόσο αληθινό. Συγκεντρώνω την ακοή μου προσπαθώντας να ανιχνευσω οτιδήποτε μη φυσιολογικό ήχο τη στιγμή που ένα συρσιμο την διαπερνά. Αμέσως η ανάμνηση του ονείρου μου παιρνει σάρκα και οστά όταν συνειδητοποιώ πως κάτω από το μαξιλάρι μου υπάρχει μόνο ο ατσαλινος σουγιας μου. Χωρίς να χάνω χρόνο, τον σφίγγω στην γροθιά μου ενώ παραλληλα το μυαλό μου δουλευει πυρετωδώς να σχεδιάσει την επόμενη μου κίνηση.

Τα βήματα όλο και πλησιάζουν προς το μέρος μου. Παρόλη την ψυχική δυναμη που έχω, τα ποδια μου αρνούνται να προχωρησουν. Τα βήματα εχουν φτάσει πλέον έξω από την πορτα. Βλεπω το χερουλι της πορτας να γυρνάει και να ανοίγει με αργές κινήσεις.
"Γεια σου Ιζαμπέλα"
Δεν πιστεύω στα ματια μου. Τι δουλεια έχουν αυτοί οι σιχαμένοι στο σπίτι μου;
Εγώ: Τι σκατά κάνετε εσείς εδώ;
Θορεν: Ωραίο καλοσώρισμα!
Εγώ: Ρωτησα κάτι και απαιτω μια απάντηση ΤΙ-ΣΚΑΤΑ-ΚΑΝΕΤΕ-ΣΤΟ-ΣΠΙΤΙ-ΜΟΥ;
Κρις: Δεν έπρεπε να ανακατευτεις Ιζαμπέλα.
Εγώ: Δεν καταλαβαίνω για ποιο πράγμα μιλάς αλλά εσένα τι σε ενδιαφέρει τι κάνω εγώ;
Θορεν: Δεν σου έχει πει η μαμά σου οτι οι λυκοι είναι επικίνδυνοι;
Εγώ: Δεν σου έχει πει η μαμά σου να μην μπαίνεις έτσι σε ξένα σπίτια;
Πλησιάζουν όλο και πιο κοντά μου.
Θορεν: Ξέρεις πολλά Ίζι, κι όποιος ξέρει πολλα, πρεπει να πεθαίνει...
Τα μάτια τους παιρνουν το χαρακτηριστικό χρυσάφι χρώμα, οι κυνόδοντες τους βγαινουν στην επιφάνεια και το δέρμα του προσώπου τους τραβιέται προς τα πίσω.
Κάτι μου λέει πως αυτες ειναι οι τελευταίες μου ωρες πάνω στη γη. Γρυλιζουν και σείεται ολο το σπίτι.

Κλείνω τα μάτια μου φοβούμενη στην εικονα που πρόκειται να αντικρύσω. Ξαφνικα, μέσα από τα γρυλισματα τους, αντιλαμβάνομαι τζαμια να σπανε. Γρήγορα στρεφω το κεφάλι μου προς την κατεύθυνση όπου ακούστηκαν και με έκπληξη βλέπω τον Ντερεκ να εισβάλλει σαν από μηχανης θεός στο δωμάτιο μου από το παράθυρο. Εχω μεινει άναυδη, χωρίς να μπορώ να αρθρωσω λέξη. Αρπάζει και τους δυο από το σβέρκο και τους πεταει με όλη του τη δυναμη πίσω. Με μιας μπαίνει μπροστά μου και βρυχάται.

The MoonlightTempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang