Κεφάλαιο 22ο

356 25 7
                                    

{Απρίλιος 1942

Ηλέκτρα.}

<<Μαγδαληνή, φοβάμαι.>> η φωνή της αχνή σαν ψίθυρος, σπάει πριν καν προλάβει να ολοκληρώσει τη μικρή της πρόταση.

Της πιάνω απαλά το χέρι κι εκείνη το σφίγγει για μια στιγμή ατελείωτη. Θέλω να της πω πως κι εγώ φοβάμαι. Πως η καρδιά μου δεν έχει σταματήσει λεπτό να χτυπάει σαν τρελή από την στιγμή που βρεθήκαμε σ'αυτό το μέρος όμως δεν έχω το δικαίωμα.

Πρέπει να την προστατέψω. Πρέπει να την ηρεμήσω.

<<Θεώνη, δεν υπάρχει λόγος να φοβάσαι. Η μητέρα και ο πατέρας ήδη μας ψάχνουν. Ολόκληρος ο θεσσαλικός κάμπος θα μας ψάχνει. Όλοι θα αναζητούν τις κόρες του άρχοντα Εμμανουήλ Παπαδιαμάντη κι όποιος τολμήσει να μας αγγίξει....Θα δεις...>> λέω σιγανά χαρίζοντας της ένα βλέμμα καθησυχαστικό γεμάτο νοήμα. <<Ο πατέρας θα τον τιμωρήσει.>> ψιθυρίζω κοιτάζοντας το άγνωστο δωμάτιο γύρω μας.

Εκείνη αφήνει ένα μικρό αναφιλητό να βγει από τα χείλη της πριν βιαστεί να σκουπίσει τα δάκρυα που ετοιμάζονται να κατέβουν.

Στην άκρη του κρεβατιού απέναντι μας βρίσκεται μιαν άλλη μοναχική κοπέλα. Έχει αγκαλιά ένα τεράστιο ογκώδη βιβλίο και δε δίνει καμιά σημασία σε μας. Έχει μακριά καστανόξανθα μαλλιά, χλωμή επιδερμίδα σαν τη δική μας και μεγάλα καφέ-στο χρώμα του κονιάκ μάτια. Μοιάζουμε πολύ στα χρώματα.

Θα περίμενε κανείς πως τα κορίτσια της υπαίθρου, όπως εγώ και η αδερφή μου θα είμασταν ηλιοκαμένες, λόγω της σκληρής δουλειάς στα αγροκτήματα. Η αλήθεια είναι όμως πως για εμάς οι κάμποι δεν είναι παρά ένα μέρος για απογευματινό περίπατο ή -όταν ήμασταν μικρότερες, κρυφτό ανάμεσα στα αγιορείτικα κλίματα και τους τραχύς κορμούς των ελαιόδεντρων.Η καταγωγή μας, η πιο πλούσια κι αριστοκρατική οικογένεια της Θεσσαλίας, δεν αναγκαστήκαμε πότε να σηκώσουμε ούτε το μικρό μας δαχτυλάκι.

Χαϊδεύω τα μελί μαλλιά της μικρότερης αδερφής μου, Θεώνης. Το πορσελάνινο δέρμα της έχει πάνω τα σημάδια των χεριών αυτού του κτήνους, που τόλμησε να σηκώσει το χέρι του πάνω της.

Ίσως έχει λιγότερα σημάδια απ'ότι εγώ, όμως δεν παύουν να με θλίβουν. Οι μελανιές είναι ακόμα φρέσκες και μια σκούρα μοβ απόχρωση, σαν μαραμένες βιολέτες.

Έχει μαζέψει το σώμα της σαν μια μικρή μπάλα κι έχει κουρνιάσει κάτω από το μπράτσο μου.

Ο κήπος των καταραμένων λουλουδιών.Where stories live. Discover now