Νομίζω πως κοιμήθηκα, αλλά αν το έκανα, δεν ήταν σίγουρα βαθιά. Ο πραγματικός ύπνος που έκανα ζήτημα αν διέρκησε ένα διώρο συνεχόμενο, ύστερα από ένα διάστημα κι έπειτα διαρκώς τρανταζόμουν, χωρίς απαραίτητα να ακούγεται κάποιος ήχος στο δωμάτιο. Ο ύπνος ήταν σύντομος και διακόπτοταν από εφιάλτες που είχαν πάρει τη μορφή των φόβων μου. Ντυμένοι με τα χειρότερα σενάρια γύριζαν και με απειλούσαν όλο το βράδυ. Η καρδιά μου χτυπούσε σαν τρελή και τα μάτια μου άνοιγαν αυτόματα δίαπλατα παραμονεύοντας για ύποπτες κινήσεις. Το δωμάτιο ήταν πλημμυρισμένο στο ήρεμο σκοτάδι, το αμυδρό φως που προερχόταν από το φωτάκι δίπλα στο μπάνιο, δεν ήταν ικανό να φωτήσει το δωμάτιο, ωστόσο έφτανε για να διακρίνω τις σκιές των υπόλοιπων κοριτσιών. Οι ρυθμικές ανάσες τους κινούσαν πάνω-κάτω τα παπλώματα τους.
Δίστασα πριν κουνηθώ, καθώς φοβισμένη όπως ήμουν, δεν ήθελα να κάνω τον παραμικρό θόρυβο. Δεν είχα αλλάξει πλευρό-ούτε καν κουνηθεί εκατοστό, από την αρχική μου θέση. Το σώμα μου ήθελε να απλωθεί και να τεντωθεί. Ακούστηκε ένα μικρό "κρακ" κι ήξερα πως ήμουν εγώ, την στιγμή που τεντωνόμουν. Δεν ήξερα τι ώρα είναι, αν έιναι ξημέρωμα ή βράδυ ακόμα. Προσπάθησα να θυμηθώ τι μέρα είναι σήμερα. Έβδομη μέρα εδώ. Μια εβδομάδα, διαπίστωσα ξέπνοη. Πως είναι δυνατόν να πέρασαν εφτά μέρες χωρίς να με έχουν βρει; Με ψάχνουν ακόμη ή σταμάτησαν; Με θεωρούν νεκρή;
'Εκλεισα ξανά τα μάτια μου. Τίποτα δεν μπόρεσε να αλλάξει το σκηνικό, οι φόβοι μου δεν εξαφανίστηκαν κάτω από τα κλεισμένα βλέφαρά μου. Ένα ρίγος τρόμου διαπέρασε τη ραχοκοκαλιά μου. Φαντάστηκα την μητέρα μου ντυμένη στα μαύρα να θρηνεί πάνω από το κατάλευκο μνήμα μου, η λεπτοκαμωμένη φιγούρα της να τραντάζεται όσο ο Στάθης ή η θεία μου, η Μαίρη, θα προσπαθεί να την συγκρατήσει. Εμφανώς αδυνατισμένη και ταλαιπωρημένη από τον ξαφνικό χαμό μου, θα προσπαθεί να καταλάβει πως έγινε αυτό από την μια στιγμή στην άλλη. Θα προσπαθεί να βάλει μια λογική τάξη, όμως τα κενά της υπόθεσης δε θα μπορούν να της δώσουν αυτό που αναζητάει. Πως έχασε την μοναχοκόρη της έτσι αναπάντεχα. Φίλοι και συγγενείς θα της συμπαρασταθούν, όμως εκείνη θα είναι χαμένη στη δική της οδύνη, ανίκανη να τους αντιληφθεί. Δεν συνειδητοποίησα πως έκλαιγα παρα μόνο όταν το μπράτσο μου -που το χρησιμοποιούσα σαν μαξιλάρι, μουσκεύτηκε από τα δάκρυα που έτρεχαν με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Δεν τα σκούπισα, ένιωθα πολύ δυστυχισμένη για να νοιαστώ γι'αυτά. Όταν σκέφτηκα τον Δημήτρη, ο μαύρος συμπαγής τοίχος ορθώθηκε πιο ψηλός από κάθε άλλη φόρα. Φοβόμουν να τον σκεφτώ εδώ πέρα, φοβόμουν που το σώμα μου άνηκε πλέον στην Αλκυόνη, ένα κορίτσι που δεν είχε γνωρίσει πότε αυτός, όμως εκείνη τον γνώριζε και τον αγαπούσε εξίσου όσο η Εύα. Με ενοχλούσε, δεν τον ήθελα εδώ μέσα.
YOU ARE READING
Ο κήπος των καταραμένων λουλουδιών.
ActionΠοιο το κακό, ένα μικρό ψέμα ήταν. Ένα πάρτι που θα έκαναν τα παιδιά του σχολείου της και θα πήγαινε με την καλύτερη της φίλη. Η 16χρόνη Εύα πέφτει θύμα απαγωγής και εκμετάλλευσης. Ξυπνά κλεισμένη σε ένα σπίτι που δεν γνωρίζει, με ανθρώπους που δεν...