Κεφάλαιο 5ο

458 38 10
                                    

 Νιώθω τις ελπίδες μου να ανασταίνονται για λίγα δευτερόλεπτα πριν πεθάνουν ξανά, μαζί τους παρασέρνοντας κι εμένα. Όχι, όχι, όχι!  καινούργια δάκρυα με πνίγουν καθώς τα χέρια μου ψάχνουν τις τσέπες του μαύρου τζάκετ μου σχολαστικά. Ένας διαπεραστικός ήχος σαν από όνειρο, μου θυμίζει πως το κινητό μου έπεσε στην άσφαλτο πριν πέσω κι εγώ μετά. <<Δεν έχω τίποτα...είμαι χαμένη...θα πεθάνω εδώ πέρα!>> λέω πνιχτά ανάμεσα σε σπασμούς υστερίας.

 Προχωρώ σαν μεθυσμένη μέχρι την κουπαστή της ξύλινης σκάλας. << Γιατί μου το κανείς αυτό; >> ουρλιάζω όσο το στήθος μου ανεβοκατεβαίνει βίαια από την κρίση της υστερίας. Μέχρι να μπορέσω να αναπνεύσω ξανά, κάθε σπιθανή ελπίδας έχει χαθεί. Είμαι σίγουρη πως η Κατερίνα θα 'χει ειδοποιήσει τους δικούς μου. Το πρόσωπο της πανικοβλημένης μητέρας μου έμφανίζεται μπροστά μου κι εγώ νιώθω την καρδιά μου να σταματάει. <<Μαμάκα μου, πόσο λυπάμαι.>> ψιθυρίζω όσο οι τύψεις με τρώνε ζωντανή. Στο μυαλό μου επαναλαμβάνω διαρκώς την λέξη "συγνώμη". Θα έχει τρελαθεί από την ανησυχία της. Για μια στιγμή αισθάνομαι ευγνώμων που έχει τον Στάθη δίπλα της.  Ξέρω πως ότι και αν ακολουθήσει θα σταθεί πλάι της και θα την βοηθήσει. Είχαμε υποσχεθεί πως πάντα θα έχει η μία την άλλη ό,τι κι αν συνέβαινε. Πως πάντοτε θα είμαστε μαζί. Φίλες καλές και παντοτινές. Ποτέ μου όμως δεν υπολογίζα μια τέτοια κατάσταση. Οι απαγωγές δεν αφορούσαν εμένα. Δεν αφορούσαν κανέναν που ήξερα. Υπήρχαν μόνο στις ταινίες δράσης ή συνέβαιναν σε άλλους ανθρώπους, άγνωστους. Άνθρώπους που ζούσαν μίλια μακριά, σε κάποια άλλη χώρα ή ήπειρο. Όχι σε εμένα. Ο πατέρας μου δεν ξέρω πως θα αντιδρούσε. Ζούσε μόνιμα πλέον στην Αγγλία και ήταν παντρεμένος αποκλειστικά με την δουλειά και την έρευνα του. Ίσως ήδη να με είχε ξεχάσει. Τα δάκρυα μου γίνονται περισσότερα όταν οι σκέψεις μου πετούν στον Δημήτρη. Πως ο εγωισμός μου δεν με άφησε να απολαύσω την απογευματινή στιγμή μαζί του. Αν ήξερα μόνο πως θα  ήταν η τελευταία φορά που θα με άγγιζε εκείνος...

 Το όμορφο πρόσωπό του πλημμύρισε το νου μου και για μερικές στιγμές μου χάρισε μια ευχάριστη ζεστασιά που απλώθηκε σ'ολόκληρο το κορμί μου. Ο Δημήτρης είναι έξυπνος, θα με βρει. Θα με σώσει. Σιωπηλά μέσα μου ήδη τον συγχωρούσα αν συνέβαινε το αντίθετο. Αν δεν κατάφερνε να με βρει, αν προχωρούσε και με ξεχνούσε. Σ'αγαπάω τόσο...σκέφτομαι και αγκαλιάζω την μορφή του στο μυαλό μου. Η υγρασία εδώ κάτω με κάνει να τρέμω. Ξαφνικά ακούω την κλειδαριά της πόρτα να ανοίγει. Η καρδιά μου χτυπάει σαν τρελή μέσα στο στήθος μου. Έρχεται το τέλος μου, σκέφτομαι συμφιλιωμένη πια με την ιδέα. Τυλίγω πιο σφιχτά το πανωφόρι πάνω μου ζαρώνοντας όσο πιο πίσω γίνεται. Λες και ο τοίχος θα μπορούσε να μετακινηθεί και να πάω ακόμη πιο πίσω. Να κρυφτώ. Να χαθώ. 

Ο κήπος των καταραμένων λουλουδιών.Where stories live. Discover now