Κεφάλαιο 9ο

446 37 2
                                    

 Μέτρησα εφτά βήματα πριν ακούσω την κλειδαριά της πόρτας να γυρίζει. Εφτά νωθρά τριξίματα βαριών βημάτων πριν έρθω αντιμέτωπη με την νέα μου πραγματικότητα. Σε εκείνα τα ελάχιστα δευτερόλεπτα ένιωσα όλες τις αισθήσεις μου να ξυπνούν και να με προετοιμάζουν για το χειρότερο. Ένιωσα το τρέμουλο της αγωνίας. Ένιωσα τις ερινύες να με κοιτούν από μια γωνιά όσο ξεγύμνωναν την ψυχή μου παίζοντας μαζί της, γι όλα αύτα που αποδέχομαι ένω ήμουν πεπεισμένη πως δεν θα το έκανα. Για μια στιγμή παραμέρισα τα συναισθήματα φτιάχνοντας ένα πρόχειρο θολό σενάριο. Αυτό δεν αφορούσε την Αλκυόνη, αφορούσε την Εύα. Εκείνη ήταν που ηθέλε να αγνοήσει την σωματική αδυναμία και τον φόβο που ένιωθε η Αλκυόνη. Εκείνην έβλεπα να τρέχει γρήγορα προς την εξώπορτα και ύστερα να χάνεται ανάμεσα στην πυκνή βλάστιση και τα παχιά δέντρα. Ο κρύος αέρας διαπερνούσε το σώμα της, γέμιζε και έτρεφε την ψυχή της. Το σενάριο σχηματίστηκε γρήγορα στο νου μου με ζωηρά χρώματα και ήχους. Ένιωσα την ανυπομονησία να ρέει και να ποτίζει τις σκέψεις μου ανά κλάσμα του δευτερολέπτου που περνούσε. Ακούστηκε ένας σιγανός ήχος ενός κλειδιού που γυρίζει, και ύστερα η πόρτα άνοιξε. Έχασα τον ειρμό των σκέψεων. Τα χρώματα χάθηκαν.

 Το εκτυφλωτικό φως του δωματίου ξεχύθηκε μπροστά μου κάνοντας με, να μισοκλείσω τα βλεφαρά μου παραπαίοντας. Που βρέθηκε τόσο φως; Ο κόσμος γύριζε γρήγορα και στο οπτικό μου πεδίο εμφανίστηκαν μικρές μαύρες βούλες που τρεμόφεγγαν. Το χρονόμετρο είχε ξεκίνησει κι εγώ βρισκόμουν ακόμη στην αφετηρία, αβοήθητη, τυφλωμένη. Έχασα, σκέφτηκα ξέπνοα. Το σενάριο διαλύθηκε στο νου μου σαν μια αόριστη θολούρα καπνού. Η Εύα κρύφτηκε πίσω στις ηλιόλουστες αναμνήσεις δειλιάζοντας να δοκιμάσει την φυγή κι έδωσε την θέση της στην υπάκοη Αλκυόνη.

 Το φως έκοψε τα μάτια μου σαν λεπίδα, όπως και τις ελπίδες μου. Σήκωσα απότομα το χέρι μου επάνω για να καλύψω τα μισόκλειστα μάτια μου. Ακόμα όμως και πίσω από τις βλεφαρίδες μου, το φως ήταν πολύ έντονο. Ανοιξα τα μάτια μου προσεχτικά, πιο τυφλωμένη από πριν. Άρχισα να νιώθω την ένταση της στιγμής. Η φιγούρα απεναντί μου με κοιτούσε ακίνητη, χωρίς να πει τίποτα, μελετώντας προσεχτικά  τις αντιδράσεις μου. Το πρώτο πράγμα που κατάφερα να διακρίνω, μετά από λίγα λεπτά κατά τα όποια συνεχώς βλεφάριζα τα μισόκλειστα μάτια μου, ήταν η ασημί ιριδίζουσα λευκότητα που έπεφτε και χανόταν πίσω μου, στην μικρή αποθηκούλα. Ένα εκατομμύριο χλωμά θραύσματα φωτός που τα κατάπινε η μαύρη τρύπα πίσω μου.  Προσπάθησα να συγκεντρωθώ για να δω τι θα μπορούσα να σώσω από το θολό σενάριο. Υπολόγισα γρήγορα τις πιθανότητες που ήταν κατηγορηματικά εναντίον μου γι' ακόμη μια φορά, αν μπορούσα να κλάψω θα το έκανα. Βόγκηξα χαμηλόφωνα.

Ο κήπος των καταραμένων λουλουδιών.Where stories live. Discover now