Σκληρή πραγματικότητα

423 9 0
                                    

Δεν είχε περάσει ούτε μήνας από τότε που γύρισε από το Παρίσι. Έμενε ξανά στο πατρικό της μαζί με τις αδελφές της, τον Λάμπρο και το μικρό Σέργιο αφού είχαν καταφέρει με τη Δροσω να πάρουν την επιμέλεια. Προσπαθούσε να βάλει τις σκέψεις της σε μια σειρά. Γιατι; Γιατί δεν ήταν ηρεμη; Γιατί δεν τη χωρούσε ο τοπος; Είχε το παιδί της, είχε τις αδελφές της -που της είχαν λείψει παρά πολύ, παρόλο που δεν το παραδεχοταν- και τέλος είχε πιάσει πάλι δουλειά στο ραφταδικο μαζί με την Ουράνια. Γιατι δεν ήταν ικανοποιημένη; Πώς να ήταν όμως αφού δεν είχε εκείνον!

Εκείνος! Τον έβλεπε και ήθελε να πέσει στην αγκαλιά του! Ήθελε τόσο πολύ να του φωνάξει ότι τον αγαπάει περισσότερο και από τη ζωή της. Κάθε φορά που τον έβλεπε ένιωθε πεταλούδες στο στομάχι της και ταυτόχρονα μια μαχαιριά στην καρδιά της. Ήταν και αυτός διαλυμενος όπως κι η ίδια. Αλλά δεν ήθελε να του το δείχνει. Δεν ήθελε να δείχνει την αδυναμία της. Γιατι κακα τα ψέμματα αυτός ήταν η αδυναμία της. Μεσα της το ήξερε.

Κάθε βράδυ σκεφτόταν τη ζωή της πλάι του. Σκεφτόταν ποσο άδικη και σκληρή είχε υπάρξει μαζί του. Εκείνος προσπαθούσε για το γάμο τους κι εκείνη ήταν συνεχώς καχύποπτη απέναντι του. Ύστερα σκέφτηκε το μοναδικό "σ'αγαπώ " που του είπε στο Παρίσι. Γιατι δεν του το είχε πει νωριτερα; Μακάρι να είχε καταλάβει νωρίτερα ότι τον αγαπούσε ακόμα! Μακάρι να του το είχε πει νωρίτερα! Έκλεινε τα μάτια της και τον έβλεπε διαλυμένο με άδειο βλέμμα να την κοιτάζει. Δεν μπορούσε να θυμηθεί τίποτα άλλο από εκείνον παρά αυτό το βλέμμα που της έκαιγε τα σωθικά. Αυτό το βλέμμα όταν του είπε την αλήθεια! Την αληθεια που τους κατέστρεψε. Όταν τελικα την έπαιρνε ο ύπνος έβλεπε εφιάλτες. Μόνο εφιάλτες! Με εκείνον να φεύγει και να την αφήνει μόνη της σε μια ξένη χώρα! Να της παίρνει το παιδί μέσα από την αγκαλιά της. Να την κοιτάει με απογοήτευση ο άνθρωπος που την κοιτούσε μόνο με αγάπη και ερωτα. Ξυπνούσε λουσμενη στον ιδρώτα. Ευτυχώς ο μικρός κοιμάται βαριά και δεν καταλαβαίνει τιποτα. Η Δροσω όμως την καταλαβαίνει και προσπαθεί να την βοηθήσει.

Κι έτσι περνάνε οι μέρες της. Καθε πρωί όταν ξυπνάει ελπίζει ότι θα έρθει και θα τον δει , έστω και λίγο. Αυτό το λίγο της αρκεί. Τι ειρωνεία! Κάποτε δεν άντεχε να είναι κοντά του και τώρα η καρδια της χτυπάει μόνο όταν τον βλέπει, όταν είναι κοντά του. Καθε βράδυ κοιμάται λέγοντάς του "σ'αγαπώ " παρόλο που δεν θα το ακούσει ποτέ και προσεύχεται να τον δει την επόμενη ημέρα.

Ήταν πρωί και εκείνη μόνη της στο σπίτι. Η Ελένη στα χωράφια, η Δροσω στο ραφταδικο και ο Λαμπρός με τον Σέργιο στο σχολείο. Εκείνη θα πήγαινε αργότερα στη δουλειά. Έκανε τις δουλειές του σπιτιού όταν χτύπησε η πόρτα.

Ανοίγει και ήταν εκείνος...
- Καλημέρα Νικηφόρε! Πώς και από 'δω; Δεν σε περίμενα!
- Καλημέρα! Ήθελα να συνεννοηθούμε για το Σάββατο που θα πάρω τον μικρό.
- Τι θες να πούμε;
-Έλεγα να περάσω να τον πάρω εγώ από το σχολείο και να μην μου τον φέρεις εσύ.

Αυτή η φράση της πόνεσε την καρδιά! Μάλλον δεν ήθελε να τη βλέπει. Και ήταν λογικό. Έμαθε μετά από 7 χρόνια γάμου ότι η γυναίκα του σκότωσε τον αδελφό του. Προσπάθησε να κρύψει τον πονο της και συνεχισε

- Κανένα πρόβλημα! Θα του το πω και θα πετάξει από τη χαρά του. Του έχεις λείψει πολύ!
- Και εμένα μου έχει λείψει πολύ!
- Εντάξει τότε. Το κανόνισαμε και αυτό!
-Ναι το κανονισαμε!
-Πως εισαι;
-Καλά! Προσπαθώ δηλαδή να είμαι καλά για το παιδί.
- Ναι το παιδί δεν πρέπει να μας βλέπει λυπημενους.
-Εσυ πως εισαι;

Τι να του έλεγε; Οτι κλαίει κάθε βράδυ για εκείνον, ότι αυτή τη στιγμή που μιλανε θέλει να τον αρπάξει και να τον φιλησει; Οτι δεν χτυπάει η καρδιά της μακριά του;Τίποτα από αυτά δεν του είπε.

- Καλά! αρκέστηκε να πει.
-Πρέπει να φύγω.
- Στο καλό!

Σήμερα σαν να είδε στο βλέμμα του την αγάπη του για εκείνη. Λες να την αγαπάει ακομα; Λες να την έχει συγχωρησει; Οχι αποκλείεται! Σταμάτησε να κάνει αυτές τις σκέψεις και να τρέφει ελπίδες και συνέχισε με τις δουλειές της. Μέχρι που ήρθε η ώρα να φύγει για τη δουλειά.

Τις τελευταίες μέρες όμως δεν ένιωθε και πολύ καλα...

Διέξοδος στα θαύματαWhere stories live. Discover now