Ο γάμος του Άγγελου και της Σοφούλας έγινε σε ευχάριστο κλίμα. Όλοι ευχήθηκαν στο νέο ζευγάρι να είναι γεροί και ευτυχισμένοι. Η Ασημίνα και ο Νικηφόρος κοιτούσαν ο ένας τον άλλον με μάτια γεμάτα έρωτα. Σκέφτονταν τον δικό τους γάμο και την ευτυχία που ένιωθαν τότε. Πήγαν στην πλατεία του χωριού όπου θα γινόταν το γλέντι. Όλο το χωριό ήταν εκεί. Η Ασημίνα και ο Νικηφόρος κάθονταν στο ίδιο τραπέζι με τη Δρόσω, τον Κωνσταντή, την Ελένη και τον Λάμπρο που φορούσε ακόμα το πένθος στο μπράτσο του. Ο Σέργιος έπαιζε ανέμελος μαζί με τα υπόλοιπα παιδιά του χωριού. Αν τους έβλεπε κανείς από μακριά δεν θα μπορούσε να φανταστεί τι είχε προηγηθεί σε αυτό το χωριό το προηγούμενο διάστημα. Ο παπά Γρηγόρης έβγαλε έναν λόγο που τους άγγιξε όλους. Πράγματι υπήρχαν πολλοί άγγελοι που τους προστάτευαν από εκεί ψηλά. Ο Γιώργης, ο Γιάννος, ο Μιλτιάδης, η Αννέτ. Στο άκουσμα του τελευταίου ονόματος ο Νικηφόρος δάκρυσε. Η Ασημίνα το αντιλήφθηκε και του έπιασε το χέρι.
- Μόνο εσύ έχεις σημασία! Εσύ και τα παιδιά μας! της ψυθίρισε στο αυτί.
- Στους αγγέλους μας! φώναξε ο Άγγελος και σήκωσε το ποτήρι του ψηλά για να τιμήσει όλους αυτούς που έφυγαν.
- Στους αγγέλους μας! είπαν όλοι με μια φωνή.
Σηκώθηκαν όλοι μαζί να χορέψουν, να τιμήσουν τους νεκρούς τους. Μόνο έτσι θα τους τιμούσαν!
Το γλέντι τελείωσε και πήγαν στα σπίτια τους. Ο Νικηφόρος μαζί με την Ασημίνα και τον Σέργιο έφτασαν στο σπίτι. Ο μικρός ήταν εξαντλημένος από το παιχνίδι και τον χορό. Κάθισαν στον καναπέ του σαλονιού τους. Η Ασημίνα έτριβε τα ποδαράκια του μικρού που στηριζόταν στην αγκαλιά του Νικηφόρου.
- Με τόσο χορό και παιχνίδι που έριξες σήμερα λογικό να πονέσουν τα ποδαράκια σου, του είπε η Ασημίνα με γλυκό τρόπο.
- Όχι εντάξει δεν κουράστηκα, απάντησε ο μικρός , εσύ μαμά κουράστηκες;
- Όχι αγοράκι μου δεν κουράστηκα!
- Άρα ούτε το αδερφάκι μου κουράστηκε σήμερα; ρώτησε με τα αθώα του ματάκια ο Σέργιος.
- Όχι ούτε αυτό! απάντησε η Ασημίνα χαμογελώντας.
- Μπαμπά πότε θα πάμε να δούμε τη γιαγιά και τον παππού; ρώτησε με ανυπομονησία ο Σέργιος.
Ο Νικηφόρος δεν άκουγε τη συζήτηση, είχε απορροφηθεί στις σκέψεις του.
- Μπαμπά;
- Νικηφόρε;
- Ναι τι είναι; ρώτησε όταν επανήλθε στην πραγματικότητα.
- Μπαμπά σε ρώτησα πότε θα δούμε τη γιαγιά και τον παππού, του είπε ο Σέργιος.
- Θα δούμε αγοράκι μου ! Ο παππούς και η γιαγιά έχουν πολλές δουλειές, απάντησε ο Νικηφόρος αποφεύγοντας τη συζήτηση.
- Μα όλο αυτό μου λες και έχουμε να τους δούμε τρεις μήνες, παραπονέθηκε ο Σέργιος.
Η Ασημίνα καταλαβαίνοντας ότι κάτι δεν πάει καλά με τον Νικηφόρο, πήρε την κατάσταση στα χέρια της.
- Αγοράκι μου δεν πας μέσα να βάλεις τις πιτζάμες σου και να έρθω μετά να διαβάσουμε ένα παραμύθι;
- Καλά πάω, είπε απογοητευμένος ο Σέργιος που δεν πήρε απάντηση στο ερώτημα του.
Όταν απομακρύνθηκε ο μικρός από το σαλόνι και πήγε στο δωμάτιο του, η Ασημίνα πλησίασε τον Νικηφόρο.
- Τι έχεις αγάπη μου; Τι σκέφτεσαι; τον ρώτησε γεμάτη αγάπη και στοργή για εκείνον.
- Είναι άδικο Ασημίνα! Άδικο! ξέσπασε στην αγκαλιά της.
- Γιατί; Γιατί να φύγει η Αννέτ; Γιατί; Θα ήταν τόσο χαρούμενη αν μάθαινε για την εγκυμοσύνη σου! Δεν πρόλαβα να της πω ότι είσαι έγκυος! Δεν πρόλαβα να της πω ότι θα ξαναγίνω πατέρας! έλεγε ο Νικηφόρος με λυγμούς.
Η Ασημίνα τον άκουγε και τον χάιδευε. Προσπαθούσε να τον παρηγορήσει, να του δώσει λίγο κουράγιο.
- Ξέρεις Νικηφόρε όταν χάσαμε τον πατέρα μας έτσι ένιωθα. Όπως νιώθεις εσύ τώρα! Προσπαθούσα να καταλάβω γιατί έφυγε τόσο νωρίς! Δεν είδε καμία από τις τρεις μας νύφη, ευτυχισμένη δίπλα στον άντρα της! Περάσαμε τόσες δυσκολίες και δεν ήταν δίπλα μας να μας κρατά το χέρι, να μας δίνει δύναμη. Τον λάτρευα τον πατέρα μου Νικηφόρε! Έμεινε μόνος του, μεγάλωσε τρεις κόρες και δεν πρόλαβε να χαρεί με καμία! Και ξέρεις τι σκέφτομαι; Ότι μας βλέπει και χαίρεται για μας! Ότι μας δίνει κουράγιο στα δύσκολα και είναι δίπλα μας στις χαρές μας! Αυτό θα σκέφτεσαι και εσύ για την Αννέτ! Ξέρει για την εγκυμοσύνη μου και χαίρεται που είμαστε ξανά μαζί και ευτυχισμένοι! τον παρηγόρησε η Ασημίνα δακρυσμένη.
- Αλήθεια; Το πιστεύεις αυτό που λες; ρώτησε εκείνος.
- Φυσικά και το πιστεύω! του απάντησε, του έδωσε ένα φιλί και τον κράτησε σφιχτά στην αγκαλιά της.
- Πρέπει να πάω μέσα στον γιο μας, να τον κοιμήσω, του είπε καθώς εκείνος την έσφιγγε ακόμα περισσότερο στην αγκαλιά του.
- Καλά πήγαινε, της είπε παραιτημένος αφού ήξερε την αδυναμία της Ασημίνας στον μικρό.
Πήγε στην κρεβατοκάμαρα τους, άλλαξε ρούχα και ξάπλωσε στο κρεβάτι τους. Λίγη ώρα μετά ήρθε και η Ασημίνα, που μόλις είχε βάλει τον μικρό για ύπνο.
- Κοιμήθηκε;
- Σαν πουλάκι!
Την έβλεπε να αλλάζει ρούχα και σκεφτόταν ποσό ευτυχισμένος ένιωθε όταν την έβλεπε με φουσκωμένη κοιλιά. Αυτή η γυναίκα ήταν το μεγαλύτερο δώρο που του είχε κάνει η ζωή και δεν ήταν διατεθειμένος να την ξαναχάσει. Όταν φόρεσε το νυχτικό της ξάπλωσε δίπλα του. Χάνονταν ο ένας στο βλέμμα του άλλου.
- Θέλω να σου ζητήσω μια χάρη, της είπε ο Νικηφόρος.
- Τι χάρη; ρώτησε εκείνη με απορία.
- Αν το παιδί είναι κορίτσι να το ονομάσουμε Αννέτ, της ζήτησε.
- Φυσικά! συμφώνησε εκείνη, φυσικά και θα την ονομάσουμε Αννέτ! Δεν γίνεται τη δίκη μας την κόρη να τη λένε αλλιώς! συνέχισε και τον φίλησε.
- Κι αν είναι αγόρι θα το ονομάσουμε Γιώργη, συνέχισε ο Νικηφόρος.
Τον κοίταξε δακρυσμένη
- Ναι αν είναι αγόρι έτσι θα το ονομάσουμε! συμφώνησε, αν και κάτι της έλεγε ότι το παιδί που έχει μέσα της είναι κορίτσι.
Κοιμήθηκαν αγκαλιά όπως κάθε βράδυ από τότε που τα ξαναβρήκαν αποφασισμένοι να τιμήσουν τους αγγέλους τους. Να τιμήσουν τους ανθρώπους που τους έκαναν αυτό που είναι!
YOU ARE READING
Διέξοδος στα θαύματα
FanfictionΛίγο καιρό μετά την επιστροφή του Νικηφόρου και της Ασημίνας από το Παρίσι τίποτα δεν είναι το ίδιο. Από σύμμαχοι εχθροί για την επιμέλεια του μικρού. Άραγε υπάρχει διέξοδος στα θαύματα για αυτούς;