Τελείωσε με τη δουλειά και πήγε από το σχολείο. Μόλις έβγαιναν η Δροσω και ο Σέργιος χέρι χερι γελώντας. Ο Σέργιος όταν την είδε έτρεξε στην αγκαλιά της.
-Μαμαααα!!!
-Παιδί μου! Πώς τα περασες στο σχολειο;
- Τέλεια! Ο θείος Λάμπρος με εξέτασε στην ορθογραφία και τα βρήκε όλα σωστά!
-Μπράβο το καμάρι μου!
- Και σήμερα έβαλα δύο γκολ!
- Αγόρι μου! Πόσο περήφανη είμαι για σένα!!! Και του έδωσε ένα φιλί.Η Δροσω τους κοιτούσε. Πόσο αγάπη είχαν ο ένας για τον άλλον. Η Ασημίνα έβλεπε το παιδί σαν το πιο πολύτιμο λίθο στον κοσμο και ο Σέργιος την έβλεπε σαν θεα. Εκείνη ποτέ δεν θα την έβλεπε έτσι. Θεούς βλέπουμε μόνο τους γονείς μας, έλεγε και εκείνη ήταν η "θεία" Δροσω. Τίποτα παραπάνω. Κι όσο κι αν πικραινοταν με αυτό σιγά σιγά το αποδεχόταν μέσα της και συμφιλιωνοταν με αυτή την ιδέα.
Πήγαν στο σπίτι. Ήταν εκεί η Ελένη με τον Λάμπρο έστρωναν το τραπέζι για να φάνε. Κάθισαν και έφαγαν λέγοντάς τα νέα τους και ακούγοντας τον Σέργιο να τους λέει διάφορες ιστορίες από το σχολείο. Εκείνη σκέπτικη. Πάλι δεν κατέβαινε μπουκιά κάτω. Όσο και να προσπαθούσε δεν μπορούσε να φάει. Η Ελένη το έβλεπε αυτό αλλά δεν έλεγε τίποτα. Με το καιρό θα γίνει καλά σκεφτόταν. Ακόμα κι όταν το συζητούσε με τον Λάμπρο αυτό της έλεγε κι εκείνος. Είναι νωρίς! Ακόμα είναι νωπος ο πόνος του χωρισμού. Δεν ήθελαν να τη βλέπουν να τυρρανιεται. Την αγαπούσαν πολύ και οι δυο. Κι ο Λαμπρός την έβλεπε σαν αδερφή του. Τόσα χρόνια αυτοί οι δύο φρόντιζαν τα πάντα για την Ελένη και αυτό τους έκανε και τους δύο να δουν ο ένας στον άλλο έναν αδελφό και μια αδελφή.
-Παω μέσα να ξαπλώσω, είπε
-Κάθισε να φας λίγο παραπάνω, την παρακάλεσε η Λενιω
- Αστη Λενιω μου! Θα είναι καλα, την καθησύχασε ο Λαμπρός.
Μόλις έφυγε ο μικρός "συννεφιασε".
- Τι έχεις αγοράκι μου; τον ρώτησε η Δροσω
- Θεια η μαμά μου είναι αρρωστη; ρώτησε με τρεμάμενη φωνη
Όλοι πάγωσαν. Κοιτάχτηκαν μεταξύ τους. Δεν περίμεναν να ακούσουν αυτό το πράγμα από το Σέργιο. Ίσως δεν ήθελαν να ακούσουν αυτό που σκέφτονταν κι οι ίδιοι όλες αυτές τις μερες που την έβλεπαν έτσι.
- Όχι αγοράκι μου, απάντησε ψύχραιμα η Ελένη, πως σου ήρθε αυτο;
- Να τις τελευταίες μέρες δεν είναι καλα. Κάνει κάθε πρωί εμετούς και μερικές φορές ζαλιζεται κιόλας.
Αυτό κι αν ήταν κεραμίδα! Αυτό δεν το είχαν προσέξει αλλά ο μικρός είχε δίκιο. Τις τελευταίες μέρες η Ασημίνα ζαλιζοταν και τώρα που τα έβαλαν όλα κάτω δεν υπήρχε άλλη εξήγηση. Μάλλον ήταν άρρωστη και μόνο στη σκέψη τρελαίνονταν. Δεν μπορεί. Όχι τώρα που είναι όλες μαζί.
- Η μαμά σου είναι μια χαρά, μην σκοτιζεις το μυαλουδάκι σου με τέτοιες σκέψεις, απάντησε η Δροσω.Ο μικρός πήγε μέσα να τη δει. Εκείνη ήταν ξαπλωμένη και δακρύζε καθώς κοιτούσε τη φωτογραφία του γάμου τους. Πόσο ευτυχισμένοι ήταν και οι δυο! Μόλις είδε το μικρό σκούπισε το δάκρυ της, έκρυψε τη φωτογραφία και γύρισε προς το μέρος του.
- Καρδούλα μου τι κάνεις εδω;
- Ήρθα να δω τι κάνεις μαμα. Εκλαιγες;
- Όχι δεν έκλαιγα κάτι μπήκε στο μάτι μου, είπε προσπαθώντας να κρύψει τα δάκρυα της.
- Μαμά είσαι σίγουρα καλα;
- Ναι παιδί μου μια χαρά είμαι,μην μου ανησυχείς!
-Δεν θέλω να πάθεις κάτι μανούλα! Της είπε και έπεσε στην αγκαλιά της.
- Τι λόγια είναι αυτά παιδί μου; Τίποτα δεν θα παθω. Τ' ακους; Είμαι μια χαρά απλώς ειμαι λίγο αδιάθετη θα μου περάσει, του είπε προσπαθώντας να τον καθησυχασει.
-Μήπως φταίει ο μπαμπας;
Αυτό δεν περίμενε να το ακούσει η Ασημίνα
- Όχι γιατί να φταίει ο μπαμπας; Ο μπαμπάς κι εγώ αγαπιόμαστε παρά πολύ απλά δεν μπορούμε να μείνουμε μαζί στο ίδιο σπίτι. Δεν θα αλλάξει όμως ποτέ η αγαπη που έχουμε ο ένας για τον άλλο ούτε κι η αγαπη που έχουμε για σένα.
- Ναι αλλά ποτέ δεν είχες ούτε εμετούς ούτε ζαλαδες.
- Δεν θέλω να ανησυχείς για τίποτα του είπε, και τον έσφιξε στην αγκαλιά της.Αυτό το παιδί ήταν όλη της η ζωη, όλος της ο κοσμος, δεν μπορούσε να τον χάσει. Όχι τωρα που έχασε τον μπαμπά του. Ήταν ότι είχε απομείνει στη ζωή της από αυτόν. Τον κοιτούσε και έβλεπε τον Νικηφόρο. Τον Νικηφορο της. Και αυτό της μαλακωνε τη ψυχή. Αυτό το παιδί πάντα της μαλακώνει τη ψυχή. Αυτό το παιδί ήταν το φως στη ζωή της! Το φως της! Το παιδι της! Τι κι αν δεν το είχε γεννήσει! Το αγαπούσε πιο πολύ και από τη ζωή της και αυτό δεν θα άλλαζε ποτέ. Τον λάτρευε και όση αγάπη είχε μέσα της την είχε δώσει στον Σέργιο. Κι ήταν πολύ ήρεμη όταν βρισκόταν κοντά του.
- Άντε μικρούλη μου, πρέπει να διαβάσουμε, του είπε.
- Όχι μαμα, παραπονέθηκε εκείνος, ελα να παίξουμε λίγο και διαβάζουμε μετά, σε παρακαλώ!
- Πώς μπορώ να σου χαλάσω χατιρι;
- Γιουπιιιιι!!!!!
- Αα Σεργιε δεν σου είπα το Σάββατο θα έρθει ο μπαμπας να σε πάρει από το σχολείο και θα μείνεις το βράδυ μαζί του ενταξει;
- Εντάξει μανούλα! Έλα τώρα να παίξουμε με τους βολους.Και έπαιξαν και γέλασαν και στο τέλος διάβασαν. Γιατί η Ασημίνα είναι αυστηρή σε αυτά. Θέλει το παιδί της να είναι καλό παιδί και καλός μαθητής. Και πράγματι είναι και τα δύο!
VOUS LISEZ
Διέξοδος στα θαύματα
FanfictionΛίγο καιρό μετά την επιστροφή του Νικηφόρου και της Ασημίνας από το Παρίσι τίποτα δεν είναι το ίδιο. Από σύμμαχοι εχθροί για την επιμέλεια του μικρού. Άραγε υπάρχει διέξοδος στα θαύματα για αυτούς;