Καλοκαιρι

269 3 0
                                    

Πέρασαν τρεις μήνες από τα γεγονότα που σημάδεψαν τις ζωές όλων στο Διαφανι. Από τα γεγονότα που άλλαξαν τις ζωές των οικογενειών Σταμιρη και Σεβαστού. Τα πράγματα είχαν αλλάξει και προσπαθούσαν να βρουν τους ρυθμούς τους.
Η Ελένη με τον Λαμπρό έμεναν μόνοι στο σπίτι τους. Οι δυο τους μετά από πολύ καιρό έκλειναν σιγά σιγά τις πληγές τους. Ο Λάμπρος με τα χρήματα που πήρε από την πώληση του πατρικού του αγόρασε κάποια χωράφια ως δώρο για το Λενιω του. Εκείνη αποφάσισε να καλλιεργήσει λαχανικά και φρούτα και να κάνει μια επιχείρηση με τουρσιά. Αποφάσισε να αφήσει πίσω το σιτάρι της, το χρυσάφι της και να ξεκινήσει από την αρχή. Επιπλέον είχαν ξεκινήσει προσπάθειες να κάνουν ένα παιδί. Αυτή ήταν η πληγή της Ελένης και ήθελε να χαρίσει ένα παιδί στον Λαμπρο της.
Ο Κωνσταντης και η Δροσω δεν άντεξαν χωριστά για πολύ καιρό. Αποφάσισε να είναι μαζί του και να προσπαθήσουν να ξεπεράσουν ολα αυτά που τους εμπόδιζαν να είναι μαζί. Δεν τους ένοιαζε που δεν θα μπορούσαν να παντρευτούν. Ήθελαν μόνο να είναι μαζί κι έτσι έγινε. Νοίκιασαν ένα σπίτι στο χωριό και έμεναν οι δυο τους.
Ο Νικηφορος και η Ασημινα βρήκαν αμέσως ένα καινούριο σπίτι στο χωριό. Αν και ο Νικηφορος ήθελε να μετακομίσουν στη Λάρισα, ο μικρός ήθελε να είναι κοντά στους θείους και στις θείες του και να παίζει με τους φίλους του όποτε ήθελε. Και η Ασημινα όμως προτιμούσε το χωριό. Ήθελε να είναι κοντά με τις αδερφές της και να περάσει μαζί τους αυτή την όμορφη περίοδο της ζωής της. Κι έτσι εμέναν σε ένα σπίτι οι τρεις τους περιμένοντας το νέο μέλος της οικογένειας.
Εκείνη την μέρα θα γινόταν γάμος στο χωριό. Θα παντρευόταν ο Άγγελος τη Σοφουλα και όλοι τους βρίσκονταν στον πυρετό των προετοιμασιών. Τα σπίτια του ταξίαρχου και του Τόλλια είχαν γεμίσει από κόσμο από το πρωί για να ευχηθούν στους μελλονύμφους. Φυσικά δεν θα έλειπε κανείς από αυτό το γάμο. Το πρώτο γλέντι που θα γινόταν μετά τις φωτιές και τον θάνατο του Μιλτιαδη και της Αννετ.
Η Ασημίνα ετοίμαζε τον μικρό, ο οποίος είχε μεγάλη χαρά που θα γινόταν γάμος στο χωριό μετά από τρεις μήνες.
- Μαμά δηλαδή τώρα μέσα στην κοιλιτσα σου έχεις το αδερφάκι μου; ρώτησε ο Σέργιος που κοιτούσε με απορία την φουσκωμένη πια κοιλιά της μαμάς του.
- Ναι αγοράκι μου, είπε η Ασημίνα γελώντας , θα μείνει εκεί για άλλους τέσσερις μήνες να μεγαλώσει και μετά θα το γεννήσω και θα παίζετε μαζί όλη μέρα!
- Και πως θα το γεννήσεις μανούλα; ρώτησε ο Σέργιος μη καταλαβαίνοντας πως γίνεται να έχει μωρό η μαμά του στην κοιλιά της.
Η Ασημίνα του χαμογέλασε
- Είναι μαγικό! του είπε και του πείραξε τη μυτούλα.
- Ο μπαμπάς πότε θα έρθει;
- Τώρα σε λίγο θα είναι εδώ! Δεν θα αργήσει πρέπει να ετοιμαστεί για τον γάμο, απάντησε η Ασημίνα.
Εκείνη τη στιγμή μπήκε μέσα ο Νικηφόρος που ειχε πάει μαζί με τον Κωνσταντή στον δικηγόρο για να μάθουν πως θα χειριστεί την επικείμενη δίκη του πατέρα του.
- Ασημίνα! Σεργιε! φώναξε καθώς έμπαινε στο σπίτι.
- Μπαμπαα! φώναξε ο Σέργιος από το δωμάτιο του και αμέσως έτρεξε να υποδεχτεί το μπαμπά του.
- Περίμενε βρε Σεργιε θα τσαλακώσεις τα ρούχα σου, είπε η Ασημίνα πηγαίνοντας κι εκείνη προς την είσοδο.
- Μπαμπά σου αρέσουν τα ρούχα μου; Η μαμά μού τα έραψε, είπε ο Σέργιος καμαρώνοντας για τα καινούργια του ρούχα.
- Αφού τα έραψε η μαμά είναι δυνατόν να είναι άσχημα, τον πείραξε ο Νικηφορος.
- Μαμά να πάω να παίξω στον κήπο; Δεν θα λερωθώ στο υπόσχομαι, παρακάλεσε ο μικρός την Ασημινα.
- Αφού μου το υπόσχεσαι πήγαινε! του είπε η Ασημινα η οποία ήθελε να μαθει τι είπε ο δικηγόρος για το μέλλον του Δούκα.
Μόλις έφυγε ο μικρός δεν άντεξε και ρώτησε
- Τι σας είπε ο δικηγόρος; Θα γλιτώσει;
- Την εχει πολύ άσχημα Ασημίνα. Δεν νομίζω αν θα τη γλυτώσει αυτή τη φορά. Αλλά το χειρότερο είναι ότι θα δικαστεί μόνο για το φόνο του Θεμελη ούτε για τις φωτιές ούτε για τον Γιαννο ούτε για τον πατέρα σου, είπε αγανακτισμένος και ξεφύσησε.
- Για τον Γιαννο και τον πατέρα μου δεν υπάρχουν αποδείξεις. Όσο για τις φωτιές αν κατηγορηθεί θα καθίσουμε και εμείς στο εδώλιο του κατηγορουμένου, απάντησε η Ασημινα με βαριά καρδιά.
- Το ξέρω το ξέρω, την καθησύχασε και την πήρε στην αγκαλιά του.
- Εσυ δεν έχεις ετοιμαστεί ακόμα; την ρώτησε όταν συνειδητοποίησε ότι ήταν με τα καθημερινά της ρούχα.
- Όχι τώρα θα πάω. Ήθελα να ετοιμάσω τον μικρο πρώτα.
Πήγαν στο δωμάτιο να ετοιμαστούν για τον γάμο. Η Ασημινα θα φορούσε ένα κόκκινο φόρεμα που θα φαινόταν ίσα ίσα η φουσκωμένη κοιλιά της και ο Νικηφορος το καλό του πουκάμισο και παντελόνι που του τα είχε ετοιμάσει η Ασημινα από το προηγούμενο βράδυ.
Όσο ετοιμάζονταν ο Νικηφορος παρατηρούσε την Ασημινα. Όσο έβλεπε την κοιλιά της να φουσκώνει τόσο αγαλλίαζε η ψυχή του. Η γυναίκα του πάντα ήταν αδύνατη. Όσα χρόνια ήταν μαζί δεν τη θυμάται ποτέ να εχει πάρει κιλά. Και τώρα έβλεπε ένα άλλο σώμα μπροστά του. Μια γυναίκα με φουσκωμένη κοιλιά και πρησμένο στήθος λόγω εγκυμοσύνης. Όποτε την παρατηρούσε του έρχονταν άσχημες σκέψεις στο μυαλό. Τότε που αναγκαζόταν να βάλει ψεύτικη κοιλιά και να κυκλοφορεί στο χωριό με ένα ψεύτικο χαμόγελο ευτυχίας. Όλα ψεύτικα ήταν τότε!
- Εσυ Σεβαστέ θα με κοιτάς για πολλή ώρα ή θα ετοιμαστείς καμία φορά; ρώτησε η Ασημινα που ειχε καταλάβει ότι τα μάτια του ηταν κολλημένα πάνω της.
- Θα ετοιμαστώ Σταμιρη μην ανησυχείς, της είπε χαριτολογώντας, να μην θαυμάσω λίγο τη γυναίκα μου; τη ρώτησε καθώς πλησίαζε προς το μέρος της.
- Δεν έχουμε πολύ χρόνο και ο μικρός είναι έξω, του υπενθύμισε, αφού την αγκαλιασε και τη φίλησε.
- Το ξέρω, είπε και της έδωσε ένα ακόμη φιλί.
- Μαμά μπαμπά που είστε; άκουσαν την φωνούλα του Σεργίου να τους ζητά.
- Εδώ είμαστε αγοράκι μου, φώναξε η Ασημίνα και πήγε προς το σαλόνι για να δει τι θέλει το παιδί της.
- Μαμά ήρθε η θεία Δροσω με τον θείο Κωνσταντή , είπε ο μικρός όλο χαρά.
- Ασημινα είστε έτοιμοι; Είπαμε να περάσουμε από δω να πάμε όλοι μαζί , είπε η Δροσω.
- Τώρα Δροσούλα μου, να ετοιμαστεί κι ο Νικηφόρος και φύγαμε.
- Ο αδερφός μου άργησε πάλι; είπε ο Κωνσταντης χαριτολογώντας.
- Σε ένα λεπτό θα είναι έτοιμος. Να σας προσφέρω μια κρύα λεμονάδα; πρότεινε η Ασημινα.
- Όχι Ασημίνα μου θα φύγουμε αμέσως! απάντησε η Δροσω.
- Έτοιμος ειμαι! είπε ο Νικηφόρος βγαίνοντας από το δωμάτιο.
- Άντε επιτέλους Νικηφόρε! Θα πηγαίναμε αργότερα από το γαμπρό και τη νύφη, τον πείραξε ο Κωνσταντης.
- Σιγά την αργοπορία ένα λεπτό έκανα, συνέχισε το πείραγμα ο Νικηφορος.
Κι έτσι έφυγαν από το σπίτι και κατευθύνθηκαν προς την εκκλησία.

Διέξοδος στα θαύματαDonde viven las historias. Descúbrelo ahora