11. Γάμοι και «χαρές»

28 2 0
                                    


Αγάπη μου, ζωή μου,

Η μοίρα μας φέρθηκε σκληρά από την αρχή. Η αγαπη μας βρήκε από την αρχή εμπόδια που ταίριαζαν στο μέγεθος της, ήταν ανυπέρβλητα. Όπως είναι και η δίκη μου η αγάπη για σένα Γερασιμε, ανυπέρβλητη. Κάνεις ποτέ δεν πρόκειται να πάρει τη θέση σου στην καρδιά μου. Ελπίζω να σου εξήγησε η Χρυσοστομη τι έγινε με τον πατέρα μας, δυστυχώς ο γάμος, που δεν ήθελε κάνεις, θα γίνει και δεν υπάρχει τρόπος να τον αποτρέψουμε. Είσαι ο μοναδικός αντρας που αγάπησα, ο μοναδικός που θα αγαπώ για πάντα. Να ξέρεις ότι ακόμη και τώρα που δεν θα είμαστε πια μαζί, μόνο που ξέρω ότι υπάρχεις κάπου κοντά μου, ότι αναπνέουμε τον ίδιο αέρα, θα είμαι ευτυχισμένη. Η σκέψη σου θα με νανουρίζει και η αίσθηση της γλυκιάς σου αγκαλιάς θα με κρατάει δυνατή. Ίσως κάποτε η ζωή μας επιστρέψει την ευτυχία που μας έκλεψε τόσο απάνθρωπα. Θα ζω για εκείνη τη μέρα. Θα ζω για σένα. Γερασιμε μου, αγαπημένε μου, δεν θέλω να μείνεις μόνος σου. Θέλω να γινεις ευτυχισμένος, εγώ δεν τα κατάφερα, μόνο εσυ μπορουσες να μου χαρίσεις την ευτυχία αλλά σε πήραν μακριά μου. Εσυ ομως, εσυ δεν θέλω να είσαι θλιμμένος, θέλω να ευτυχήσεις, ακόμη και αν δεν είμαι εγώ στο πλευρό σου. Θα σε σκέφτομαι πάντα. Θα σε αγαπάω πάντα. Θα είμαι δίκη σου για πάντα.

Σ'αγαπω με όλη μου την ψυχή. Πάντα! 

Δέσποινα. 

Ο Γεράσιμος διάβαζε και ξαναδιάβαζε το γράμμα και δεν το χόρταινε. Πώς είχαν γίνει όλα αυτά; Πώς γίνεται τη μια στιγμή να πετάς στους εφτά ουρανούς, να κάνεις όνειρα, σχέδια για το μέλλον και την αμέσως επόμενη στιγμή να βρίσκεσαι στην κόλαση παρέα με τον μεγαλύτερο πόνο; Περνάει αυτός ο πόνος; Πώς; Θα σταματούσε να την αγαπάει άραγε κάποτε; Αποκλείεται. Η Δέσποινα ήταν η μόνη γυναίκα που ήθελε να αγαπάει ο Γεράσιμος, καμία άλλη δεν έκανε την καρδιά του να σκιρτησει ετσι. Το ήξερε ότι δεν υπήρχε περίπτωση να βρει κάποια άλλη σύντροφο, ο Γεράσιμος δνε ήταν από τους άντρες που έπαιζαν με τη μια και την άλλη. Όταν αγαπούσε αφοσιωνόταν στην γυναίκα του και αυτή θα παρέμενε για πάντα η Δέσποινα. Δίπλωσε το γράμμα και το έβαλε στην τσεπη του πουκαμισου του, να ακουμπάει την καρδιά του. Να την νιώθει έστω και έτσι κοντά του. Φόρεσε το σακάκι του και έφυγε για την τράπεζα με μια διάθεση που δεν διέφερε σε τίποτα από το πένθος. 

Το Σάββατο ήρθε και μαζί και οι χαρές στο σπίτι των Πανθέων. Χαρές που μόνο η Δέσποινα δεν έβλεπε. Όλα έγιναν μεσα σε ένα σύννεφο για την ίδια, την ξεκλείδωσαν επιτέλους από τον δωμάτιο, την έντυσαν νύφη, την έβαψαν, την χτένισαν, την τραγούδησαν αλλά η ίδια ενοιωθε σαν να μην ήταν εκεί, σαν να παρακολουθούσε τον εαυτο της να παντρεύεται απ'εξω, σαν να ήταν θεατής σε παράσταση, μόνο που η πρωταγωνίστρια ήταν η ίδια. Τίποτα δεν κατάλαβε ούτε από τα λόγια του παπά, ούτε από τα πανηγύρια μετά, τους χορούς, τα ρύζια. Είχε φορέσει μια μάσκα με ένα ελαφρύ μειδίαμα και αυτό κρατούσε όλη τη νύχτα. Κρατιόταν για να μην βάλει τα κλάμματα γιατί ανάμεσα στα δέντρα νόμιζε πως είδε...δυο θαλασσινά μάτια να την κοιτάζουν δακρυσμένα. Ήταν εκεί; Είχε έρθει ο Γεράσιμος; Μέχρι να ξανακοιταξει τα μάτια είχαν χαθεί..ιδέα σου ήταν σκέφτηκε, αποκλείεται να ερχόταν ο Γεράσιμος. 

Αγάπη για πάνταWhere stories live. Discover now