33. Επίλογος

47 2 4
                                    

Ένα χρόνο μετά. 

Είχε φτάσει η μέρα! Ήταν τα γενέθλια της μικρής! Αγάπη Σολδάτου! Δεν θα μπορούσε να έχει άλλο όνομα η κόρη του Γερασιμου  και της Δέσποινας, ήταν η προσωποποίηση της αγάπης, η επισφράγιση αυτού του μεγάλου έρωτα. Δεν χρειάστηκε να ψάξουν πολύ για το όνομα, σχεδόν ταυτόχρονα το διάλεξαν και οι δυο. Και τώρα η Αγάπη, η μεγαλύτερη αγάπη και των δυο είχε τα γενέθλια της, γινόταν ενός έτους. Ένα έτος που πέρασε όμορφα, πολύ όμορφα και πολύ κουραστικά. Αλλά σήμερα ήταν μέρα χαράς και γλεντιού! Οι θείοι, οι θείες και οι φίλοι του ζευγαριού είχαν έρθει από νωρίς για να φέρουν τα δώρα τους, τα παιδιά έπαιζαν στον κήπο και η μικρη κουκλίτσα πήγαινε από αγκαλιά σε αγκαλιά και από χέρι σε χέρι για να κάνει...προπόνηση στο περπάτημα. Είχε αρχίσει νωρίς να σηκώνεται όρθια και ήδη έκανε μπόλικα βηματάκια. Οι αδερφές της Δέσποινας και η Ιλαρία ετοίμαζαν το τραπέζι και οι άντρες έκαναν χάζι τη μικρη που στην αγκαλιά του Κιτσου τους έκανε νάζια, τους έδινε φιλάκια, τους τύλιξε όλους σ'αυτο το μικρουτσικο δαχτυλάκι της. Ακόμη δεν είχε βάλει τα καλά της, αλλά ήταν πανέμορφη με το ροζ φουστανάκι της και την κορδέλα στα ξανθά της μαλλια. Τα γαλάζια μάτια της δεν είχαν αλλάξει χρώμα και η Δέσποινα κάθε φορά που την κοιτούσε έλαμπε από  χαρά, γιατί έβλεπε τα θαλασσινά μάτια του Γερασιμου όπως του έλεγε συνέχεια! Ήρθε λοιπόν να την πάρει για να την ετοιμάσει.

Έλα Κίτσο, δώσε μου την να πάμε να ντυθούμε. 

Γιατί; Αφού μια χαρά είναι.

Δώσε μου την παιδί μου σου λέω, θα πάμε να βάλουμε τα καλα μας, να βάλουμε παπούτσια, ξυπόλυτη θα φυσήξει τα κεράκια της; είπε η Δέσποινα και την πήρε. 

Πάμε αγαπούλα μου, έλα να βάλουμε το ωραίο μας το φόρεμα, τα καλτσακια μας με τα φρου-φρου, να γίνουμε κύριες και να κατέβουμε πάλι, εντάξει; 

Τιτο, τιτο, ξεκίνησε να λέει η μικρη που από τα πρώτα της λογάκια μετά το μαμά και το μπαμπαμπα ήταν το...Τιτο, Κιτσος δηλαδή. 

Ναι, ναι, θα ξαναπάμε στον Κίτσο, μη φοβάσαι, είπε και την ξάπλωσε στο κρεβάτι για να την ντύσει. Εκείνη τη στιγμή μπήκε ο Γεράσιμος. 

Αγάπες μου; 

Ήρθα να την ντυσω γιατί βιάζεται να πάει πίσω στον...Τιτο της, είπε η Δέσποινα. Η μικρη μόλις είδε τον μπαμπά της τέντωσε τα χεράκια της και ο Γεράσιμος δίνοντας ένα πεταχτό φιλί στην Δέσποινα ξάπλωσε δίπλα στην κόρη του και άρχισε να τη γαργαλάει, κάνοντας την μικρη να γελάσει με αυτό το γέλιο των μωρών που αγαλλιάζει όλες τις ψυχές! Η μικρή έβαλε τα χεράκια της στο πρόσωπο του Γερασιμου και κόλλησε τη μυτούλα της στη δική του, ήταν ο τρόπος της να πει σ'αγαπω! Ο Γεράσιμος την πήρε στην αγκαλιά του και την έσφιξε! 

Αγάπη για πάνταWhere stories live. Discover now