Μέρος Δεύτερο

312 30 7
                                    

~Φτιάχνοντας την ιστορία από την αρχή~

Ο Φράνσις γυρίζοντας την μια σελίδα μετά την άλλη διάβαζε με μανία όλα όσα είχαν ζήσει μαζί. Τα άσχημα υπερτερούσαν από τις όμορφες στιγμές. Αλλά και πάλι θα μπορούσαν να το είχαν παλέψει περισσότερο ώστε όλο αυτό να πήγαινε όπως το είχαν ονειρευτεί.

Τι θα μπορούσε να πήγε πια τόσο στραβά ώστε να πάρει την απόφαση να φτιάξουν την ιστορία τους ξανά από την αρχή με την βοήθεια του παππού του;... αναρωτήθηκε και συνέχισε να διαβάζει με περισσότερο ενδιαφέρον...

Είναι σημαντικό να δείτε το ολόκληρο το βίντεο ιδίως το τέλος του https://www.youtube.com/watch?v=T_504iOmNDw

Η Μάριαν, φορώντας ένα φανελένιο t-sirt και ένα σορτάκι, έπιασε το τηλεκοντρόλ του κλιματιστικού της, το δυνάμωσε και έμεινε για να λίγο από κάτω για να δροσιστεί. Ήταν η πιο ζεστή μέρα του Αυγούστου και ακόμα με το κλιματιστικό να δουλεύει στο φουλ η ατμόσφαιρα ήταν τόσο ζεστή. Άνετα θα ήθελε να δραπετεύσει και να πάει στην σε μια λίμνη και να μείνει μέσα στο νερό για το υπόλοιπο βράδυ αλλά ήξερε ότι δεν μπορούσε να το κάνει. Όχι ακόμα, όχι τώρα.

Καθώς παράτησε το τηλεκοντρόλ πάνω στο τραπεζάκι του σαλονιού, έπιασε τα τσιγάρα της και ανάβοντας ένα πλησίασε το γραφείο της. Η ξύλινη γυαλισμένη επιφάνεια έμοιαζε σαν να την καλούσε. Χωρίς δεύτερη σκέψη, έκατσε στην στριφογυριστή της καρέκλα. Αφήνοντας το τσιγάρο στο τασάκι έκανε πιο πίσω και άνοιξε το συρτάρι που προοριζόταν για το πληκτρολόγιο του παλιού της υπολογιστή που τώρα είχε αντικατασταθεί από ένα λάπτοπ τελευταίας τεχνολογίας και έβγαλε από μέσα το τεράστιο βιβλίο της.

Και μόνο που άγγιξε το απαλό του δέρμα ανατρίχιασε ολόκληρη. Τόσες σκέψεις, τόσες αναμνήσεις ήταν όλες εδώ κλεισμένες και καλά φυλαγμένες μέσα σε αυτό το βιβλίο. Αφήνοντας πάνω στην επιφάνεια του ξύλου, άνοιξε το εξώφυλλο και έμεινε να κοιτά την πρώτη σελίδα αγγίζοντας απαλά τα καλλιγραφικά της γράμματα...

"All alone in a stranger world"

...διάβασε τις μοναδικές λέξεις που ήταν γραμμένες στην Αγγλική γλώσσα και κοιτώντας το χαμογέλασε θλιμμένα.

Είχαν περάσει δέκα χρόνια, δέκα ατελείωτα χρόνια και όμως ακόμα και τώρα θυμόταν εκείνη την νύχτα που άλλαξε ριζικά την ζωή της. Θυμόταν το κρύο που ένοιωσε μόλις κατάφερε να το σκάσει από την άμαξα. Θυμόταν την υγρασία στα γυμνά της πόδια, την ανάσα που της κοβόταν σε κάθε της βήμα. Θυμόταν την αγωνία που είχε νιώσει για την δασκάλα της καθώς ήξερε ότι θα την έχανε για πάντα. Όχι γιατί η ίδια θα ταξίδευε σε έναν νέο κόσμο κάπου πολύ μακριά αλλά επειδή είχε ήδη δει τον θάνατο της και ήξερε από την αρχή ότι δεν μπορούσε να κάνει τίποτα για να τον σταματήσει.

The DestinyTahanan ng mga kuwento. Tumuklas ngayon