ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

0 0 0
                                    

Η Νάνσυ, ο Μάιλο, η Μπέλα κι ο Ματ ανέβηκαν στις μηχανές τους και οδήγησαν μέχρι το σπίτι τους, στα προάστια της πόλης. Ήταν μια διώροφη μεζονέτα που εξωτερικά έμοιαζε σαν όλα τα άλλα άσχημα, γκρίζα κτίρια της πόλης. Από δεξιά βρισκόταν η εξώπορτα, ενώ από αριστερά η μεταλλική πόρτα του γκαράζ, την οποία ξεκλείδωσαν για να βάλουν μέσα τις μηχανές τους.

Ο Μάιλο, που ήταν ο ψηλότερος απ' όλους και ο μόνος που έφτανε με μεγάλη ευκολία, έκλεισε την πόρτα του γκαράζ και την κλείδωσε. Έπειτα οι τέσσερεις φίλοι μπήκαν μέσα στο σπίτι.

Μπαίνοντας μέσα στη μεζονέτα, στα αριστερά τους απλωνόταν το σαλόνι, που ήταν βαμμένο λευκό. Ένας γωνιακός, γκρι, δερμάτινος καναπές βρισκόταν απέναντι από μια μεγάλη τηλεόραση, που στεκόταν πάνω σ' ένα ξύλινο έπιπλο, κολλημένη στον τοίχο.

Μπροστά στους τέσσερεις φίλους απλωνόταν ο διάδρομος, που στο τέλος του στεκόταν περήφανη η ξύλινη, με μεταλλικές κουπαστές, σπειροειδή σκάλα. Από δίπλα, βρισκόντουσαν η μικρή κουζίνα και η τραπεζαρία. Από την απέναντι πλευρά υπήρχαν δύο πόρτες που οδηγούσαν σε δυο μικρά δωμάτια, ένα μπάνιο και μια αποθήκη.

Οι τέσσερεις φίλοι ανέβηκαν τη σπειροειδή σκάλα και βρέθηκαν στον πάνω όροφο. Υπήρχε ένας φαρδύς διάδρομος με τέσσερεις πόρτες, που όμως είχε μόνο ένα μικρό παράθυρο να τον φωτίζει, κάνοντάς τον να μοιάζει καταθλιπτικά μικρό. Τα δωμάτια όμως ήταν αρκετά μεγάλα κι ευρύχωρα.

Η μητέρα του Μάιλο είχε αυτό το σπίτι, αλλά άφησε αυτόν και τους φίλους του να μείνουν εκεί, αφού η ίδια και η υπόλοιπη οικογένειά της ζούσαν σε άλλο σπίτι και δεν το χρησιμοποιούσαν. Δεν ήταν καινούριο, ούτε μοντέρνο, αλλά ήταν ευρύχωρο, κι αυτό ήταν αρκετό για τους τέσσερεις φίλους.

Ο Μάιλο μπήκε στο δωμάτιό του, που βρισκόταν στο τέλος του διαδρόμου. Οι τοίχοι ήταν βαμμένοι γαλάζιοι και το πάτωμα ήταν ξύλινο, σκούρο καφέ, όπως και σε όλο το σπίτι. Απέναντι από την πόρτα, δίπλα στο κρεβάτι του, απλωνόταν ένα μεγάλο, λευκό γραφείο με συρτάρια.

Μόλις ο Μάιλο μπήκε στο δωμάτιό του, ένας γάτος άφησε την κρυψώνα του κάτω από το κρεβάτι και τον πλησίασε. Τα μάτια του ήταν τεράστια και καταγάλανα, ενώ το τρίχωμά του γκρίζο. Τα μεγάλα, μυτερά αυτιά του ήταν μαύρα, όπως και η χαίτη, οι πατούσες και η κάθετη γραμμή στη ράχη του.

«Γεια, Όσκαρ» τον χαιρέτησε ο Μάιλο κι άρχισε να τον χαϊδεύει. Ο γάτος γουργούρισε.

Όταν ο Όσκαρ χόρτασε από χάδια, ο Μάιλο κάθισε στην καρέκλα του γραφείου του, έβγαλε ένα χαρτί κι άρχισε να ζωγραφίζει.

ΚρανιοθραύστεςWhere stories live. Discover now