Παρτ 13: Ωχ, όχι

3.5K 331 51
                                    

"Τι κάνουμε τώρα;"τον ρωτάω ξαπλωμένη απάνω του.

"Πρώτα από όλα, σήκω από πάνω μου γιατί έχω πιαστεί."είπε και τον κοίταξα.

"Με λες χοντρή;"τον ρώτησα και τον αγριοκοίταξα.

Σήκωσε τα χέρια του ψηλά. "Εγώ δεν υπέθεσα τίποτα, μόνη σου έβγαλες συμπέρασμα."είπε και με κοίταξε αθώα.

"Βλάκα."είπα και σηκώθηκα.

Όμως με γρήγορες κινήσεις με έριξε πάλι πίσω στο κρεβάτι. "Που πας;"με ρώτησε.

"Να φτιάξω πρωινό."είπα ναζιάρικα.

"Ναι. Αλλά εγώ θέλω τώρα."είπε και άρχισε να με φιλάει στο λαιμό.

Χαχάνισα. "Αχόρταγο Αγόρι."είπα και γέλασα.

Κινητό. Σκατά.

Το σήκωσα. "Ναι;"ρώτησα.

"Έλα Άννα."είπε.

"Γεια σου Βάλια."είπα παίρνοντας βαθιές ανάσες.

"Καλά τι κάνεις και ακούγεσαι έτσι;"ρώτησε.

"Τι..τίποτα."είπα προσπαθώντας να πάρω μια κανονική αναπνοή.

"Δεν σας έφτασε χθες το βράδυ ε;"ρώτησε πονηρά.

Αναστέναξα. "Σε αυτόν πέστο."είπα και γέλασε.

"Λοιπόν, θέλετε να πάμε για κανένα καφέ;"ρώτησε.

"Γιατί όχι;"είπα και έβγαλα ενα βογκητό. "Θεέ μου Βάλια συγνώμη."είπα.

"Δεν πειράζει. Λοιπόν στις 12 στο γνωστό, άντε κλείνω γιατί δεν θέλω να ακούσω άλλα."είπε.

"Εντάξει, γεια."είπα γρήγορα και της το έκλεισα.

Με κοίταξε. "Τι έγινε;"ρώτησε.

"Έγινε το ότι είσαι χαζός και δεν με αφήνεις να μιλάω στο τηλέφωνο."είπα.

Χαμογέλασε. "Δεν σου αρέσει;"ρώτησε. Τον αγριοκοίταξα και γέλασε. "Πάμε για πρωινό."είπε και σηκώθηκε.

Ντυθήκαμε και πήγαμε κάτω.

(..)

"Βαριέμαιιιι."είπα και αναστέναξα.

"Αμάν μωρή, πριν λίγο φτάσαμε και ακόμα δεν κάτσαμε."είπε η Βάλια.

Πφφ. Βαρεμάρα. Ομγ. Πρώτη φορά στη ζωή μου. Τώρα που το σκέφτομαι έχω καιρό να κάνω κάποιον αγώνα.

"Ρε έχω καιρό να τρέξω."είπα και με κοίταξαν.

"Μα δεν σου αρέσει το τρέξιμο."είπε ο αδερφός μου.

Πιο ηλίθιος πεθαίνεις.

Τον κοίταξα ειρωνικά. "Με το αυτοκίνητο εννοώ πανέξυπνο."είπα και η Βάλια χαχάνισε. "Αναρωτιέμαι πως τον ερωτεύτηκες."της απευθύνθηκα και τομ αγκάλιασε. Χαμογέλασα.

"Τι θα πάρετε;"ρώτησε μια κοπέλα.

Κοιτούσε έντονα τον Χρήστο.

Ίσα μωρή αχλάδω.

"Ένα φραπέ γλυκό."της απάντησα απότομα.

Οι υπόλοιποι έδωσαν την παραγγελία τους. "Και εσείς;"ρώτησε γλυκά τον Χρήστο.

Δεν ξέρω τι θα πάρει αυτός, αλλά εσύ τον πούλο 'κουκλίτσα μου'.

"Εγώ λέω να φάω κάτι."της απάντησε.

Εμ βέβαια. Τόσο σεξ. Πρέπει από κάπου να πάρει ενέργεια. Μην χέσω.

Εκείνη κουνούσε το σώμα της ναζιάρικα.

Είναι ή δεν είναι να της βγάλεις το μαλλί τρίχα-τρίχα; φοράδα.

Κουνούσα το πόδι νευρικά και κρατούσα το χέρι του σφιχτά.

"Έχουμε σάντουιτς, τοστ, κρουασανάκια.."έλεγε γλυκά.

Το ελεύθερό μου χέρι έσφιγγε από την δύναμη και θα ήθελα να δω πότε θα κάνει μια επίσκεψη. Στην κωλομούρη της.

"Κρουασάν."της απάντησε και εκείνη χαμογέλασε.

Κούκλα μου, σε λίγο σε βλέπω χωρίς δόντια. Μαλάκο.

"Κάτι άλλο;"ρώτησε και εκείνος κούνησε το κεφάλι αρνητικά.

Η ηλίθια όμως δεν έφυγε και καθόταν ακόμα εκεί και τον κοιτούσε. Είναι και καθυστερημένη από πάνω. Αχ, κρίμα στους γονείς της.

"Έφυγες!"φώναξα ξαφνικά και τότε με κοίταξε.

Ξίνισε την μούρη της και γύρισε και έφυγε.

Άι μωρή ξινή από δω. Φτου σου, να μου χαθείς, να χάνεσαι. Στα διαλα. Χαμούρα. Κουλή.

"Τι έγινε μωρό μου;"ρώτησε ο Χρήστος και τον αγριοκοίταξα.

Αχ, και μετά έλεγα για την κοπέλα.

"Τίποτα."απάντησα μέσα από τα δόντια.

Παρατήρησα έξω από τη μεγάλη τζαμαρία τον δρόμο έξω. Η ματιά μου έπεσε απάνω σε μια γνωστή φιγούρα και να με κοιτάει ήδη.

Ωχ. Όχι ρε φίλε.

---
Γειάαα:3 κι άλλο κεφάλαιο:3

Λοιπόν; πως σας φάνηκε; πείτε μου. Σας άρεσε; Ναι; Όχι; .

Στην φώτο, αυτός που είδε. ^^

Άντε μπάιιι✌✔
#ντονατσάκια.∞ #λοββ♥
-Ροδ:3'

Χαμογέλα μου.Where stories live. Discover now