Κοίταξα μέσα στα μέλι του μάτια και ανασήκωσα τα φρύδια μου. Άκουσα καλά; Τι είπε μόλις τώρα;
"Άννα με ακούς;"ρώτησε.
"Ναι,ναι."απάντησα λίγο αφηρημένη.
"Λοιπόν..;"ρώτησε διστακτικά.
Δάγκωσα το εσωτερικό των μάγουλών μου και έγλυψα τα χείλη μου.
"Ναι."απάντησα.
Και μόνο από αυτή τη μία μου λέξη σηκώθηκε και με παρέσυρε και εμένα μαζί. Με σήκωσε στην αγκαλιά του και πίεσε τα χείλη του στα δικά μου. Ανταποκρίθηκα και έβαλα τα χέρια μου στο λαιμό του και τα δικά του ήταν γύρω από την μέση μου.
Όταν απομακρυνθήκαμε για να πάρουμε ανάσα, μου χαμογέλασε. "Πάμε."είπε και με έπιασε από το χέρι.
"Που;"ρώτησα και αρχίσαμε να προχωράμε.
Γύρισε και με κοίταξε. "Για φαΐ."απάντησε.
Χαμογέλασα πλατιά και συνεχίσαμε τον δρόμο μας. Φτάσαμε σε ένα σουβλατζίδικο και παραγγείλαμε.
Κάτσαμε σε ένα τραπέζι και περιμέναμε. "Πολύ ανυπόμονη δεν μου είσαι;"ρώτησε και έβαλε το χέρι του πάνω στο δικό μου.
Τον κοίταξα. "Για το φαγητό; και ειδικά για το σουβλάκι; ερώτηση παγίδα;"τον ειρωνεύτηκα σηκώνοντας το φρύδι μου.
Γέλασε και με κοίταξε. "Γυναίκα φάλαινα."με κορόιδεψε.
"Άιντε ρε από εδώ!"είπα και τον χτύπησα στο μπράτσο.
Γέλασε πιο δυνατά. "Αυτό πόνεσε."είπε και έστριψε το σημείο και έκανε τον μουτρωμένο.
"Άχου το μωρέ! Μήπως έκανε και βαβά;"τον ειρωνεύτηκα σουφρώνοντας τα χείλη μου.
Με φίλησε πεταχτά στο στόμα. "Θες να το κάνεις μάκια να περάσει;"με ρώτησε αθώα.
"Όχι."απάντησα και χαμογέλασα.
"Κακιά."είπε παραπονεμένα.
"Είμαι."είπα και του έβγαλα την γλώσσα αλλά πρόλαβε να την δαγκώσει. "Αου! Ρε Χρήστο!"γκρίνιαξα και γέλασε.
Εκείνη την ώρα ήρθαν και τα σουβλάκια μας. Άρχισα να το τρώω γρήγορα. "Βρε μωρό μου, δεν σε κυνηγάει κανένας."είπε.
"Εε και;"είπα αλλά συνέχισε να τρώει και δεν μιλήσαμε ξανά.
Αφού τελειώσαμε, πληρώσαμε και φύγαμε.
Κάναμε βόλτες στην πόλη και κοιτούσαμε τις βιτρίνες από τα μαγαζιά. Δεν είχε πολύ κόσμο καθώς ήταν βράδυ, και πλέον δεν κυκλοφορούν τέτοιες ώρες, διότι το θεωρούν επικίνδυνο. *Μα γιατί; και οι μαύροι και οι αλβανοί και όλοι αυτοί τέλος πάντων.. άνθρωποι του Θεού είναι. Είμαστε όλοι πλασμένοι το ίδιο. Δεν υπάρχουν διάφορες μεταξύ μας. Μόνο το μυαλό διαφέρει. Γιατί; Γιατί ο Θεός μας έκανε ελεύθερους. Μας έδωσε το μυαλό για να το χρησιμοποιήσουμε όπως θέλουμε εμείς. Βέβαια κάποιοι το έχουν για κακό σκοπό. Μπορεί κάποιοι από αυτούς να είναι όντως επικίνδυνοι, αλλά έχετε σκεφτεί ποτέ ότι κάποιοι μπορεί να έχουν θέματα μέσα τους, που δεν τα λένε σε κανέναν και τα κρατάνε για τον εαυτό τους, με αποτέλεσμα να αναγκάζονται να ξεχαστούν με αυτό τον τρόπο, προκαλώντας στους γύρω του πόνο και θλίψη; Για αυτό την επόμενη φορά, μπείτε στην θέση τους να δείτε πως είναι. Και αυτό δεν το κάνουν μόνο οι ξένοι και όλοι αυτοί, αλλά και οι πιο κοντινοί μας άνθρωποι. Νομίζετε πως μπορεί αυτός ο άνθρωπος να είναι ευχαριστημένος έτσι όπως είναι κλεισμένος, απόμακρος και με άσχημη συμπεριφορά στους φίλους του;*
"Μωρό μου, με ακούς;"με ρώτησε.
"Τι; ναι. Συγνώμη κάτι σκεφτόμουν."απάντησα και χαμογέλασα απολογητικά."Δεν πειράζει, πάμε σπίτι σου να σε αφήσω;"με ρώτησε και έγνεψα το κεφάλι μου.
(..)
"Λοιπόν τα λέμε."είπα και γύρισα να τον κοιτάξω πριν μπω μέσα.
Χαμογέλασε. "Καληνύχτα."είπε και μου έδωσε ένα γλυκό φιλί.
Χαμογέλασα και εγώ. "Καληνύχτα."απάντησα και έβαλα τα κλειδιά στην πόρτα.
Την άνοιξα και είδα τον αδερφό μου να κάθεται στον καναπέ. Μόλις με κατάλαβε γύρισε και με κοίταξε. Σηκώθηκε απότομα και με πλησίασε.
"Γιώργο, τι συμβαίνει;"ρώτησα ανήσυχη πετώντας τα κλειδιά μου στο διπλανό τραπεζάκι.
Με έπιασε από τα μπράτσα και με ανασήκωσε ελαφριά. "Επέστρεψε."είπε και με κοίταξε έντονα.
Τον κοίταξα απορρημένη. "Ποιος καλέ;"ρώτησα.
Ξεφύσηξε. "Ο Αχιλλέας."απάντησε.
Γούρλωσα τα μάτια μου. "Ποιος;"ξαναρώτησα έντρομη.
----
Γειάαααα. Ορίστε κι άλλο κεφάλαιο χδ;3 λοιπόν; τι λέτε; ποιος είναι ο Αχιλλέας?:'(Πείτε στα σχόλια πως σας φάνηκε το παρτ και ποιος νομίζετε ότι είναι αυτός ο new character:p
Άπταιστα αγγλικά. Yes, I know xD✌Λοιπόοον. Αυτάααα✔. Μπάιιι✌
#ντονατσάκια∞ #λοββ❤
-Ροδ:3'
STAI LEGGENDO
Χαμογέλα μου.
Teen FictionΤαχύτητα, μουσική και χαμόγελα. Αληθινά ή ψεύτικα; Κανένας δεν γνωρίζει. ΕΞΩΦΥΛΛΟ: @EiriniDi Copyright Autumn 2015 ♡