Χρήστος Pov.
"Την χάνουμε. Την χάνουμε."ακούω φωνές και ξυπνάω κατευθείαν. Τι στο καλό;
Σηκώνομαι όρθιος και τρίβω τα μάτια μου. Τι έγινε; Βλέπω από το τζάμι γιατρούς να είναι μέσα στο δωμάτιο της Άννας. Όχι, όχι, όχι, όχι μωρό μου. Το σώμα μου κολλάει κατευθείαν απάνω. Παίρνω πρωτοβουλία να μπω μέσα. Ας κάνουμε ένα ντου ρε παιδί μου.
Ανοίγω απότομα την πόρτα και κάποιες νοσοκόμες με κοιτάνε έντρομε ς. "Τι έγινε;"ρωτάω.
"Βάλτο στους 180 τώρα."είπε ο γιατρός και προσπαθούσε να μείνει ήρεμος. "ΚΑΙ ΒΓΑΛΤΕ ΤΟΝ ΝΕΑΡΌ ΑΠΟ ΕΔΏ ΠΈΡΑ ΜΈΣΑ."φώναξε και με τράβηξαν έξω με το ζόρι.
Έβλεπα τον απινιδωτή. Ο γιατρός έτριβε τα ηλεκτρόδια μεταξύ τους και ύστερα να τα τοποθετούσε στον θώρακά της. Το σώμα της, στην επαφή αυτή, σηκωνόταν πάνω και μετά έπεφτε με δύναμη στο κρεβάτι.
Το κεφάλι μου και τα χέρια μου είχαν κολλήσει στο τζάμι απέξω. "ΆΝΝΑΑ."φώναζα και χτυπούσα. Ένιωθα τα μάτια μου να καίνε και το κορμί μου να καταρέει. Όχι. Όχι. Δεν θα εγκαταλείψω. Θα μείνω δυνατός για εκείνη.
Μετά από λίγο τους βλέπω όλους ακίνητους. Παίρνω βαθιές ανάσες. Δεν μπορεί να είναι αυτό που νομίζω έτσι;
Ο γιατρός βγαίνει έξω μαζί με τους υπόλοιπος και με πλησιάζει. "Είσαι συγγενής της;"με ρώτησε.
"Το αγόρι της."απάντησα.
Χαμογέλασε. "Είναι καλά."είπε και ένιωσα ένα βάρος να φεύγει από πάνω μου.
"Σας ευχαριστώ γιατρέ."είπα και χαμογέλασα και εγώ. "Ξέρουμε την αιτία;"τον ρώτησα και κούνησε αρνητικά το κεφάλι του.
Περίεργο.
Πήρα τηλέφωνο τον Γιώργο και του είπα τι συνέβη. Μου είπε πως θα είναι εδώ σε λίγο μαζί με την Βάλια και έτσι τους περίμενα.
"Τι έγινε; Είναι καλά; Τι έπαθε;"άρχισε η Βάλια μόλις έφτασαν.
Θεέ μου αυτό το κορίτσι.
"Μία, μία οι ερωτήσεις!"είπα. "Παραλίγο να την χάσουμε."γούρλωσε τα μάτια της και κρατήθηκε από τον Γιώργο. "Τώρα εντάξει, ευτυχώς μια χαρά είναι."έδειξε να ηρεμεί.
"Μάλιστα."είπε ο Γιώργος και έκατσε δίπλα μου. "Ή αιτία;"ρώτησε.
"Θα σε γελάσω."είπα προβληματισμένος και ξεφύσηξα. "Πάω να την δω."είπα και σηκώθηκα.
"Εντάξει. Θα πάω και εγώ μόλις τελειώσεις."είπε σκεπτικός και έγνεψα.
Άνοιξα την πόρτα και την είδα με τα σημάδια στα χέρια και τα σωληνάκια. Τα κόκκινα μαλλιά της ανέμελα και τα μάτια της κλειστά. Πήρα μια καρέκλα και έκατσα κοντά της. Της χαμογέλασα και της έπιασα το χέρι, το φίλησα και μετά ακούμπησα το χέρι μου πάνω στο δικό της, πιέζοντας ελαφριά τα δάχτυλά της. "Άννα; Άννα σε παρακαλώ μωρό μου, ξύπνα. Σε χρειάζομαι, σε χρειαζόμαστε όλοι μας. Είσαι τα πάντα για εμένα."είπα και έσκυψα το κεφάλι. "Βοήθα την Χριστέ μου. Βοήθα την Παναγία μου. Σε παρακαλώ."είπα σιγανά. Τα μάτια μου έπεσαν στο τζάμι και είδα τον Γιώργο να την κοιτάζει απελπισμένος και κουρασμένος.
Έκλεισα τα μάτια μου για μια στιγμή και ένας ενοχλητικός ήχος ακούστηκε. Το μηχάνημα. Όχι. Σηκώθηκα με φόρα, με αποτέλεσμα να πέσει η καρέκλα κάτω. Κοιτούσα έντρομος τους παλμούς της και αυτή η γαμημένη γραμμή της καρδιάς από ένα σημείο και μετά γινόταν ευθεία.
Κοίταξα αστραπιαία τον Γιώργο και τον είδα να κάνει πίσω, σφίγγοντας τις μπουνιές του και κοπάνησε το τζάμι. Έτρεξε γρήγορα.
"Άννα μωρό μου, όχι, όχι μείνε εδώ, ΜΕΙΝΕ."φώναξα και είχα εγκλωβίσει το κεφάλι της ανάμεσα στα χέρια μου. Της έδινα φιλιά στο πρόσωπο. "Έλα μωρό μου, μπορείς, ΜΠΟΡΕΊΣ."είπα.
Η πόρτα άνοιξε με δύναμη. "ΤΟΝ ΝΕΑΡΌ ΕΞΩ ΤΏΡΑ."φώναξε για άλλη μια φορά ο γιατρός.
Δύο νοσοκόμοι προσπαθούσαν να με τραβήξουν έξω. "Όχι σας παρακαλώ, θέλω να μείνω."έλεγα. "Όχι, όχι."προσπαθούσα να ξεφύγω. "ΑΝΝΑ."φώναξα στο τέλος και έτεινα το χέρι μου προς τα εκείνη.
Η μέση της ανασηκώθηκε. Ο ήχος της βαθιάς αναπνοής κατέκλεισε το δωμάτιο. Τα μάτια άνοιξαν διάπλατα και έδειχνε φοβισμένη και να μην ξέρει που βρίσκεται.
Όλοι την κοιτούσαμε. "Αννα;"ψέλλισα.
---
Χευ. Και άλλο κεφάλαιο. Σας κακομαθαίνω μου φαίνεται.:'(Άντε σας την έκανα την χάρη όμως;).
Στην φώτο τα χέρια των παιδιών μας και αυτό το σονγκ το έβαλα γιατί πιστεύω ότι ταίριαζε. Αυτάαα:)Άντε μπάιι.✔✌
#ντονατσάκια∞ #λοββ❤
-Ροδ:3'
ESTÁS LEYENDO
Χαμογέλα μου.
Novela JuvenilΤαχύτητα, μουσική και χαμόγελα. Αληθινά ή ψεύτικα; Κανένας δεν γνωρίζει. ΕΞΩΦΥΛΛΟ: @EiriniDi Copyright Autumn 2015 ♡