Κεφάλαιο 6ο

162 21 2
                                    


 Προχωράμε μέσα στα δέντρα ώσπου φτάνουμε σε ένα γνώριμο σημείο. Σε μια μικρή όμορφη λιμνούλα. Πετάει τα παπούτσια της και πέφτει μέσα στο νερό. Χαμογελάω που την βλέπω έτσι μούσκεμα με τα ρούχα αλλά αυτό το χαμόγελο φεύγει κατευθείαν φέρνοντας στην ανάμνησή μου την τελευταία φορά που ήρθα εδώ.

«Έλα! Μην φοβάσαι! Δεν θα πάθεις τίποτα για μια βουτιά!» μου φωνάζει κάνοντάς μου νόημα να μπω. Το σκέπτομαι για λίγο. Διστάζω. Αλλά μετά από μερικά παρακαλετά βουτάω μέσα. Τα χαχανητά μας ηχούν σε όλο το δάσος.

«Σ' ευχαριστώ» της λέω τόσο σιγά σαν να το λέω περισσότερο στον εαυτό μου πάρα σε εκείνη. Μου χαμογελάει και αρχίζει να μου ρίχνει νερό.

Παίρνω βαθιά ανάσα και βουτάω μέσα, μέχρι τον πάτο. Μετά από λίγο συνειδητοποιώ ότι αναπνέω χωρίς πρόβλημα. Κοιτάω πάνω και βλέπω την Κάσια να είναι έτοιμη να με υποδεχτεί στην επιφάνεια με μια μεγάλη μπάλα νερό. Είπα να της κάνω πλακά και κάθομαι λίγο παραπάνω εδώ κάτω. Είναι τόσο γαλήνια. Κλείνω τα μάτια μου και ακούω τους ήχους του νερού. Χαλαρώνω. Όλο αυτό το σκοτάδι που με κυρίευε πριν, αρχίζει τώρα και εξαφανίζεται. Ξαφνικά ουρλιαχτά αντηχούν μέσα στο κεφάλι μου. Προσπαθώ να ανοίξω τα μάτια μου αλλά δεν μπορώ. Χτυπιέμαι. Νιώθω να πνίγομαι. Στο μαύρο των βλεφάρων μου σχηματίζονται εικόνες. Παιδιά, γέροι και γονείς.. Δεν μπορώ να καταλάβω. Φωνάζουν για βοήθεια. Ένας άντρας κάνει μια ένεση σε ένα κοριτσάκι και αυτή πέφτει ανέστιτη. Που την πάει?

«ΟΧΙ! ΠΕΡΙΜΕΝΕ!» φωνάζω και τρέχω να τον προλάβω. Τέσσερα χέρια μια πιάνουν και με τραβάνε. Ώσπου. Ώσπου βλέπω πάλι το φως του ηλίου πίσω στην άυλη. Το δυνατό φως με κάνει να κλείσω για μια ακόμα φορά τα μάτια μου. Το κεφάλι μου πονάει. οι φωνές χάνονται και η Κάσια μπροστά μου με κοιτάζει τρομοκρατημένη.

«Είσαι καλά?» μου λέει παίρνοντας το πρόσωπό μου στα χέρια της.

«ΕΕΕ. Ναι καλά είμαι.» πιάνω το κεφάλι μου και συνεχίζω. «Κάσι ηρέμισε.. Μπορώ να αναπνέω μέσα στο νερό τώρα πια. το ξέχασες?» της λέω προσπαθώντας να φανώ ήρεμη. Τι ακριβός να της έλεγα? Ότι βλέπω όραμα που δεν βγάζουν νόημα?

«Μα φαινόσουν ότι πνίγεσαι..» λέει και μετά από λίγα δευτέρα με κοιτάζει θυμωμένη βαθιά μέσα στα μάτια. «Επίτηδες το έκανες για να με τρομάξεις! Χαζή! Μην το ξανακάνεις! Δεν έχω συνηθίσει ακόμα τις δύναμης σου!» Χμ!.. δεν είσαι και η μονή.. Είμαι μπερδεμένη.. Τι συμβαίνει? Κοιτώ γύρο μου και στο οπτικό μου πεδίο πέφτουν οι φιγούρες του Μπράντον και του Ματ. Τώρα μάλιστα! Αυτοί μου έλειπαν!

Η ΤελετήDonde viven las historias. Descúbrelo ahora