Ξημερώνει και ο δυνατός ήλιος περνάει μέσα από μερικά κλαδιά και φτάνει στα μάτια μου, αναγκάζοντάς με να ξυπνήσω. Ησυχία. Όλα είναι τόσο γαλήνια και ήρεμα. Ένα χαμόγελο σχηματίζεται στα χείλη μου. Μετά από τόσο καιρό δεν έχω κανέναν και τίποτα να με κρατάει. Σηκώνομαι όρθια και τεντώνω το σώμα μου. Πάω στο ποτάμι και βγάζω τα ρούχα μου και κάνω μια βουτιά για να ξεπλύνω το ξεραμένο αίμα από πάνω μου. Βγαίνω έξω και παρατηρώ τα ρούχα μου. Είναι κουρελιασμένα, καμένα και βρόμικα. Παρόλο αυτά τα βάζω καθώς είναι τα μόνα που έχω στην κατοχή μου αυτήν την στιγμή. Ψάχνω τις τσέπες του λιωμένου τζιν μου και βρίσκω μερικά χρήματα που μου είχε δώσει η Κάσια για να δώσω στον Άντονι για να της πάρει κάτι φορέματα. Δεν είναι όμως αρκετά. Δεν ξέρω αν θα φτάσουν και για ρούχα και για στέγη. Γιατί σίγουρα δεν έχω καμία πρόθεση να γυρίσω πίσω. Όχι ακόμα τουλάχιστον.
Κατευθύνομαι προς το χωριό εφόσον πάλη καλά γνωρίζω ακριβός που βρίσκεται. Βγαίνοντας από το μικρό δάσος που περικυκλώνει το ποτάμι αντικρίζω μικρές μονοκατοικίες. Κανείς στον δρόμο. Προχωρώντας όλο και πιο βαθιά στο χωριό τα σπίτια γύρο μου όλο και μαυρίζουν περισσότερο. Το ένα πιο άθλιο από το άλλο. Στενοχώρια περικλείνει την καρδιά μου και θύμος το μυαλό μου. Εγώ γιατί δεν τα ξέρω όλα αυτά? Ένα δυνατό γουργουρητό μου καρφώνει το στομάχι. Πεινάω. Πεινάω τόσο πολύ που μπορώ να φάω μέχρι και σκύλο. Που λέει ο λόγος βέβαια.
Φτάνω στην αγορά. Οι πωλητές μόλις έχουν αρχίσει και φτιάχνουν τους πάγκους τους. Πηγαίνω κοντά σε έναν κύριο με γυαλιά και όσο πιο γλύκα μπορώ τον ρωτώ: «Συγγνώμη μήπως ξέρετε τι ώρα είναι?» γυρνάει να με κοιτάξει και μένει να κοιτάζει τα ρούχα μου με γουρλωμένα μάτια. «7:00 πμ» μου λέει . Τον ευχαριστώ και με ένα γλυκό χαμόγελο πάω να φύγω.
«Περίμενε κορίτσι μου!» ακούω τον κύριο να φωνάζει και γυρνάω. Μου πιάνει το χέρι και κάτι έβαλε μέσα στην χούφτα μου. Κοιτάζω και βλέπω χρήματα. Αρκετά για να μου συμπληρώσουν τα λεφτά της στέγης. Μένω να κοιτώ το χέρι μου με τα χρήματα. Αυτός ο άνθρωπος δεν έχει, παρόλο αυτά δίνει. Τον κοιτάζω και μου χαμογελάει. Μου κλίνει την χούντα μου και μου κάνει νόημα να φύγω.
«Ευχαριστώ πολύ» λέω και άθελά μου τον αγκαλιάζω. Ανταποκρίνεται αλλά άμεσος με απομακρύνει.

ČTEŠ
Η Τελετή
FantasyΗ Τατιάνα είναι μια νεαρή κοπέλα περίπου 19 ετών. Αυτή και ο λαός της έχουν κάτι διαφορετικό από τους κοινούς ανθρώπους. Μπορούν να ελέγχουν τα 4 στοιχεία της φύσης. Ο πατέρας της, ο βασιλιάς πέθανε πριν από 18 χρόνια και τώρα έρχεται αντιμέτωπη με...