Θέλω να μάθω.

585 48 7
                                    

"Οοο χεϊ"με αγκάλιασε ο Ακης.
Ακόμα τους κοίταζα σαν αποβλακωμενη.
"Πως είσαι;Εκείνος;"με αγκάλιασε και η Ηώ.
"Πως-"
"Μας πήρε ο μπαμπάς του"είπε ο Ακης
"Μα-"
"Μπόρεσαν και τον πήραν τελικά αλλά επειδή είναι Γερμανία πήρε εμας να έρθουμε"συνέχισε.
"Ααα-"
"Το θέμα είναι γιατί δεν μας πήρες ΕΣΥ κύρια μου"είπε η Ηώ και με κοίταξε θυμωμένα.
"Δεν-δεν-"
"Τέλος πάντων δεν έχει σημασία τώρα"είπε και με πήρε αγκαζε.
"Που είναι;"με ρώτησαν και οι δυο.
"Στον δεύτερο όροφο στα επείγοντα"
"Πως ηταν;"ρώτησε ο Ακης.
Ενα δάκρυ κύλησε στο πρόσωπο μου.
"Σσσσ όλα είναι εντάξει τώρα"με αγκάλιασε μαζί με την Ηώ.
"Κάτι τύποι τον χτύπαγαν και ειπαν πως τον ξερουν."το κλάμα χειροτέρεψε.
"Τον άφησαν να φύγουν επειδή θα τον σκότωναν αν συνέχιζαν.Και τον χρειαζόντουσαν"
Κοίταξα τον Άκη.
"Άκη ποιοι ηταν αυτοί οι τύποι;"
Δυστασε.
"Δεν.."
Αναστεναξε.
"Θα σου πει εκείνος"
Σταμάτησα να προσπαθώ.
"Πόσες ώρες είσαι εδώ;"
"Δεν ξέρω..."
Απομακρύνθηκα.
"Πηγαιντε να δείτε πως ειναι.Μην του πείτε τίποτα για εμένα.Μονο οτι πήγα σπίτι να ξεκουραστω."
"Μα-"πήγε να πει η Ηώ.
"Φευγω και τα λέμε μετα"
Τους αγκάλιασα και βγήκα από το νοσοκομειο.
Μόλις βγήκα πήρα μια βαθιά ανάσα.
Ηθελα να πάρω όσο πιο πολύ αέρα μπορουσα στα πνευμονία μου.
Ξεφυσηξα.
Ηθελα είμαι εκεί όταν θα ανοίξει τα ματια του αλλά ήθελα...χρονο.
Πήγα σπίτι και όπως παντα έλλειπε η μαμά μου.Που είναι αυτό το καιρό;
Αλλαξα ρουχα και αρπαξα τα αθλητικά μου.
Βγήκα από το σπίτι και άρχιζα και έτρεχα.
Δεν ήθελα να σκέφτομαι.
Ηθελα να τρεξω.
Απενεργοποιησα το κινητό μου.
Δεν ξέρω πόση ωρα έτρεχα.
Είχα λαχανιασει.
"ΓΑΜΩΤΟ"φωναξα.
Κανεις δεν ηταν εκεί.
Κοίταξα την θάλασσα.
Αρχισα για το δρόμο της επιστροφής.
Οχι όμως για το σπίτι.
Ετρεχα.Ολοι οι περαστικοί κοίταζαν.
Πέρασαν 20 λεπτα και ακόμα έτρεχαν εστρυψα στη γωνία.
Εμφανίστηκε μια μεγάλη ταμπέλα.
"ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ"
Μπήκα μέσα σαν τρελή και ετρεξα στο πανω όροφο.
Ο διάδρομος ηταν μεγαλος.
Δεν πίστευα οτι θα τον ξαναδώ.
Σταθηκα στην άκρη και τον είδα εκεί.Ορθιο.Χτυπημένο. Πληγωμένο. Ζωντανο.
Η καρδιά μου χτύπησε σαν τρελή.
Τοτε με αντίκρισε και εκείνος.
Οταν τα ματια του προσγηωθηκαν πανω μου ενα τσουνάμι συναισθημάτων με πλάκωσε.
Τα δάκρυα κάλυψαν ολο το προσωπο μου.
Αρχισα να τρέχω σαν τρελή προς το μέρος του.Σαν παιδάκι που βλέπει τους γονείς του για πρωτη φορά μετα απο πολύ καιρό.
Επεσα στην αγκαλιά του και τον κράτησαν.Εκείνος με αγκάλιασε σφυχτα και δεν με αφησε.Ενω ένιωθα το σωμα του να πονάει.
"Είσαι καλά;Σε χτύπησαν; Τραυματιστηκες;"είπα χωρίς καμια αναπνοή να μου έχει μείνει.
Ενα γλυκό χαμηλοφωνο γελιο ακούστηκε.
"Σαγαπω"ψιθηρησε
"Και εγώ"
Απομακρύνθηκα και κοίταξα το σωμα του.
"Είσαι καλα;Που σε χτηπησαν;"είπα σηκώνοντας την μπλούζα του νοσοκομείου αποκαλύπτοντας το σωμα του.
" μωρο μου ηρέμησε όχι εδώ"ειπε και γελασε.
Τον κοίταξα καταπληκτη.Κοκκινησα σαν τρελή.
Τον βαρεσα στον ώμο.
"Πως μπορείς να λες τέτοια αστεία ΤΩΡΑ;"
Ξανα γέλασε.
Με αγκάλιασε και δεν με άφηνε να φύγω.
"Είμαι εντάξει μην ανυσηχεις"είπε και με φίλησε στο μέτωπο.
"Ναι αλλά θα πρεπει να μείνει εκτός μπελάδες για αρκετό καιρό"είπε ο Ακης.
Τον κοιταξαμε και οι δυο.
"Μάλιστα..."είπα.
"Θα σιγουρευτω εγώ γιαυτό"είπα και τον κοίταξα.
Με κοίταξε και αυτός.
"Ελα πάμε"μου είπε.
"Κάτσε.Μπορείς να φυγεις;"
Δεν είπε τίποτα, μου έκλεισε το μάτι και με τράβηξε.
Στο σπίτι ήπιε λίγο με τον Ακη και μιλαγανε.Αλλά δεν μιλαγανε μπροστά σε εμένα και την Ηώ.
Εγώ είπα τι έγινε στην Ηώ και εκείνη μου είπε να το συζήτησω επείγοντος μαζί του.Υστερα απο λίγο έφυγαν.
Ανεβεναμε τα σκαλιά με τον Ορέστη.
"Ποιοι ηταν αυτοι;"
Αναστεναξε.
"Κάποιοι τύποι που ήξερα"
"Ποιοι ηταν λέω"
"Ερμιόνη σταματα"
Ανεβήκαμε στον δεύτερο όροφο.
"Ορέστη!"φωναξα.
"Τι θέλεις να σου πω;"φώναξε εκείνος.
"Τι δουλειά εχεις με εκείνους;;"
"Τίποτα"
"ΟΡΕΣΤΗ ΘΑ ΣΕ ΣΚΩΤΟΝΑΝ!"
"Δεν το έκαναν όμως."
"Ορέστη αν δεν μου πεις θα φύγω!"
Δεν μίλησε.
Γυρισα και προχώρησα.
Ομως μου έπιασε το χερι.
"Εντάξει... αλλά θα με μισισεις."
"Δεν θα το κάνω ποτε"γύρισα και τον κοίταξα.
"Το υποσχεσε..;"
"Εχεις τον λογο μου"
"Αυτός...είναι...ο Ντον...ηταν...ο αρχηγός...ο..."
"Ο ΠΟΙΟΣ Ορέστη;"
"Ο ΑΡΧΗΓΟΣ ΤΗΣ ΓΑΜΗΜΕΝΗΣ ΜΑΦΙΑΣ"φώναξε.

Ορίστε άλλο ενα κεφάλαιο από εμένα.Ελπίζω να ευχαριστηθηκατε τις διακοπές σας γιατί τώρα αρχίζει το μαρτύριο..
Οπώς παντα,
με αγάπη,
Λιλη•-•

Η Κόλαση και ο Παράδεισος μου.Donde viven las historias. Descúbrelo ahora