Η νύχτα πέρασε με κάποιον τρόπο. Άνοιξα τα μάτια μου.
Δίπλα μου βρισκόταν ξαπλωμένο το πιο όμορφο θηλυκό πλάσμα που είχα δει ποτέ στην ζωή μου... Αίμα και δέρμα χωρίς ίχνος υφάσματος εξέπεμπαν μία λάμψη εξωπραγματική.
Έμεινα ακίνητος για μια στιγμή αδειάζοντας όλες τις σκέψεις μου και την παρατηρούσα με σεβασμό σαν είδος λατρείας προς κάποια άγνωστη θεά.
Δεν ήταν νεκρή απλώς κοιμόταν και ο τρόπος που κοιμόταν ήταν απλά υπέροχος.
Αυτό που με εντυπωσίασε περισσότερο ήταν το γαλήνιο ύφος του προσώπου της, η σιγουριά χωρίς ίχνος φόβου που με κάποιον αλλόκοτο τρόπο εξέπεμπε. Ήταν δυνατή γυναίκα και το γνώριζε και η ίδια καλά.Ο δαίμονας κάπου στο βάθος γελούσε με τις σκέψεις μου
Βρισκόμουν μέσα σε μία μικρή πέτρινη καλύβα. Ήμασταν ξαπλωμένοι πάνω σε ένα καφετί μάλλινο χαλί που κάλυπτε τα πλακάκια. Δίπλα υπήρχε ένα κρεβάτι με το στρώμα χωμένο μέσα σε ένα νάιλον προστατευτικό κάλυμμα προφανώς για προστασία.
Πάνω στο νάιλον υπήρχαν ρούχα προσεκτικά ακουμπισμένα.
Ένα ανδρικό μποξεράκι με ένα τζίν παντελόνι ακριβός από πάνω, το σετ έκλεινε με μία μαύρη κοντομάνικη μπλούζα και μια επίσης μαύρη ζακέτα με φερμουάρ και κουκούλα. Τα πήρα και άρχισα να τα φοράω όσο πιο αθόρυβα μπορούσα.
Όλα ήταν στο μέγεθος μου, κάποιος με ήξερε καλά σκεπτόμουν.
Λίγο πιο μακριά ήταν ένα μαύρο δερμάτινο παντελόνι, ένα μαύρο πουκάμισο, μία καφέ ολόσωμη καπαρντίνα και ένα ζευγάρι μοβ γυναικεία εσώρουχα.
Κάτω από το κρεβάτι υπήρχαν 2 ψιλές καφέ δερμάτινες μπότες και ένα ζευγάρι μαύρα αθλητικά παπούτσια. Κάπου εκεί ήταν και 2 ζευγάρια κάλτσες.Φόρεσα τις κάλτσες και τα αθλητικά που για μια άλλη φορά ήταν στο μέγεθος μου έριξα μια ματιά στην θεά που ακόμα κοιμόταν και ανοίγοντας την πόρτα και έφυγα όσο πιο γρήγορα μπορούσα.
Περιπλανιόμουν χωρίς σκοπό ανάμεσα στα δέντρα χαμένος σε χαοτικές σκέψεις. Το ένα βήμα ακολουθούσε το άλλο χωρίς να γνωρίζω το γιατί. Η τσέπη μου άρχισε να δονείτε, έβγαλα το κινητό μου χωρίς να έχω ιδέα πως βρέθηκε εκεί. Το σήκωσα ασυναίσθητα.
«Γιατί έφυγες;» ρώτησε μια εμφανώς θυμωμένη αλλά πολύ όμορφη γυναικεία φωνή. Το έκλεισα και κατέβασα τα χέρια μου. Συνέχισα να περπατάω.
"Όταν σε παίρνω τηλέφωνο δεν θα το κλείνεις χωρίς να λες κουβέντα!" διάβαζα στο μήνυμα που μόλις ήρθε. Απενεργοποίησα το κινητό μου, έβγαλα την μπαταρία και πέταξα όλα τα κομμάτια του στο δάσος πίσω μου.
Βήματα με οδήγησαν σε έναν οικισμό και με οτοστόπ γύρισα σπίτι μου.
Οι μέρες περνούσαν χωρίς να με ενοχλήσει κανείς. Ένιωθα συνεχώς βλέμματα στραμμένα πάνω μου, ίσως της ενοχής που αισθανόμουν. Ο κύριος Γιώργος βρέθηκε μία μέρα μετά και επέτρεψαν να γίνει η κηδεία του 5 μέρες αργότερα. Θάφτηκε δίπλα από τους γονείς μου. Τραγική ειρωνεία μιας και για τους τρεις αυτούς τάφους υπαίτιος ήμουν εγώ.
Ο χρόνος περνούσε με εμένα να κλείνομαι όλο και πιο πολύ στον εαυτό μου.
Είχα ηττηθεί και αποδεχτεί την μοίρα μου και η μέρα πριν από την πανσέληνο έφτασε.
Παραδόξως δεν ένιωθα καθόλου θυμωμένος.
Ο δαίμονας ήταν γαλήνιος, ήξερε ότι είχε νικήσει συμπέρανα. Παρ' όλα αυτά έφυγα μακριά από κάθε ίχνος πολιτισμού για παν ενδεχόμενο. Η αίσθηση ότι κάποιος με παρακολουθούσε δεν έλεγε να με αφήσει όλη την ημέρα.
Είχε νυχτώσει. Βρισκόμουν βαθειά μέσα στο δάσος για μία ακόμα φορά περιμένοντας.
Ένα κλαδί ακούστηκε να σπάει από κάπου δεξιά μου και μια ανθρώπινη φιγούρα άρχισε να διαγράφετε στο σκοτάδι.
Πανικός με κατέλαβε. Ούρλιαζα και έκανα προσπάθειες να την διώξω αλλά η φιγούρα πλησίαζε
«Ηρέμησε» άρχισε να μου λέει μια γνωστή γυναικεία φωνή. «Ξέρω τι είσαι» συνέχισε «Και αν δεν φύγεις πάλι θα βοηθήσω να το αποδεχθείς και εσύ ο ίδιος» ολοκλήρωσε και εμφανίστηκε στο ξέφωτο.
Σταμάτησα και έμεινα να την κοιτάω σαν χαζός. Η έκπληξη μου ήταν ολοφάνερη.
Η στιγμή που διάλεξε να εμφανιστεί ήταν προφανώς σχεδιασμένη. Τα μάτια μου έκλεισαν πριν προλάβω να πω οτιδήποτε και άνοιξαν πάλι μόνο που δεν ήμουν εγώ.
Μπροστά μας δεν υπήρχε καμιά θεά με θηλυκή μορφή αλλά ένας λύκος πραγματικά υπέροχος με γκριζωπό και λευκό σε μερικά σημεία χρώμα. Τα έντονα έξυπνα γαλανά μάτια ήταν το μόνο ίδιο χαρακτηριστικό των δύο μεγαλόπρεπων πλασμάτων. Ο δαίμονας τον αποδεχόταν όπως κατάλαβα και μαζί έτρεχαν δίπλα δίπλα μέσα στο δάσος.
Η αίσθηση ήταν μοναδική. Ο λύκος άφηνε τον δαίμονα να έχει συνέχεια την πρωτοβουλία στο κυνήγι και αυτός ακολουθούσε από πίσω συνέχεια.
Περιέργως δεν βγήκαμε έξω από το δάσος εκείνο το βράδυ. Ο λύκος φρόντιζε συνεχώς για αυτό όπως παρατήρησα.
Το άλλο μου μισό ήταν χαρούμενο και αυτή η χαρά μεταδιδόταν και σε μένα.
Το άλλο μου μισό ήταν χαζό σκεπτόμουν και γελούσα. Νόμιζε ότι ηγείτο της όλης κατάστασης αλλά ελεγχόταν απόλυτα. Αυτή ήταν η πρώτη φορά που χαιρόμουν να είμαι μαζί του.Η νύχτα έσβηνε. Ο λύκος μας οδήγησε σε ένα αμάξι στην άκρη του δάσους και πήρε μερικά ρούχα. Μπήκαμε σε ένα μικρό σπιτάκι που ήταν εκεί δίπλα.
Ανεβήκαμε πάνω σε ένα στρωμένο κρεβάτι και κοιμηθήκαμε...
BẠN ĐANG ĐỌC
Ιστορίες τρόμου (Κύκλος τρίτος) {TYS_GR}
Kinh dịΤρίτο βιβλίο Τρίτο πακέτο πειραμάτων. Αυτή την φορά θα είναι ένα ταξίδι στα συναισθήματα. Οι ιστορίες που θα διαβάσετε είναι διηγήματα που με στοίχειωσαν το δεύτερο μισό του 15 γιαυτό καθίστε αναπαυτικά, το ταξίδι αναμένεται δύσκολο. :)...