Απελπισία (μέρος έβδομο)

81 7 7
                                    


Δύο κόκκινα μάτια διαγραφόντουσαν κάπου στο βάθος μέσα στο σκοτάδι. Πλησίαζαν.
Βρισκόμουν σε ένα μαύρο κενό και ήμουν τρομαγμένος. Τα μεγάλα κόκκινα μάτια πλησίαζαν. Γρυλίσματα άρχισαν να ακούγονται. Δόντια εμφανίστηκαν, λευκά, τεράστια και τα μάτια πλησίαζαν. Δεν μπορούσα να κινηθώ. Δεν μπορούσα να φωνάξω και ένα άγριο πρόσωπο συνόδευσε τα μάτια και τα δόντια μόνο που δεν ήταν ανθρώπινο. Πλησίαζε περισσότερο. Έφτασε από πάνω μου περπατώντας στα 4 πόδια. Εγώ και αυτός μέσα στο μαύρο. Γρύλιζε άγρια· απειλητικά. Σάλια έτρεχαν πάνω στο πρόσωπο μου και τα λευκά τεράστια δόντια με ένα στόμα ορθάνοιχτο πλησίαζαν προς τον λαιμό μου. Ένα απότομο γρύλισμα μαζί με κατέβασμα του κεφαλιού του και...
άνοιξα τα μάτια μου.
Ο ήλιος με χτύπησε από το ανοιχτό τζάμι.
Είχε ξημερώσει.
Η Υακίνθη γουργούριζε δίπλα μου. Ιδρώτας έτρεχε από το πρόσωπο μου. «Άσχημο όνειρο;» την άκουσα να ψιθυρίζει.
«Ναι, δεν είναι τίποτα κοιμήσου» απάντησα απαλά αλλά από μέσα η ψυχή μου έτρεμε.
Πόσος καιρός έχει περάσει από την τελευταία φορά; Συλλογιζόμουν κάτω από το ντους. Νόμιζα ότι ξεπέρασα αυτόν τον εφιάλτη από την ηλικία των 11 χρονών που και σταμάτησα να τον βλέπω... Ο ίδιος λύκος με τα κόκκινα μάτια, τα μεγάλα δόντια και το λευκό τρίχωμα να δαγκώνει τον λαιμό μου ξανά και ξανά χρόνια ολόκληρα.
Η τραγική ειρωνεία του θέματος ήταν ότι ο λύκος που μου επιτέθηκε και με άλλαξε εκείνο το βράδυ δεν του έμοιαζε καθόλου, δεν ήταν καν λευκός! Οπότε τι σκατά ήθελε πάλι αυτός ο εφιάλτης από την ζωή μου.
Μια παρουσία πίσω μου με έβγαλε από τις σκέψεις μου. Η Υακίνθη με αγκάλιασε με κλειστά τα μάτια και ένα απίστευτο χαμόγελο που τελικά ήταν μεταδοτικό και αφήσαμε το νερό να ξεπλύνει τελείως την χθεσινή νύχτα· η έτσι έλπιζα ότι θα γινόταν.

Είχαμε βγει από το μπάνιο_ φάει ένα πλούσιο πρωινό_ γεμίσει ένα σακίδιο με απαραίτητα μικρά πραγματάκια_ περπατήσει μέσα στο δάσος_ φτάσει στο ξέφωτο_ με την μικρή λιμνούλα, το ποταμάκι και τα υπέροχα δέντρα με τους φανταστικούς ήχους. Ήταν ώρα για εκπαίδευση στο φως του ήλιου σε ένα μαγικό μέρος που άλλαζε όψη σε κάθε μου βήμα. Αχ φύση... και εμείς μένουμε κλεισμένοι σε 4 τοίχους που δημιουργήσαμε μόνοι μας.

Η εκπαίδευση άρχισε με διαλογισμό. Στόχος να εμβαθύνω τον δεσμό μου με την ουσία της ψυχής μου. Μόνο που αυτή ήταν ακόμα φοβισμένη. Έκλεινα τα μάτια μου και έβλεπα τον λευκό λύκο να με πλησιάζει απειλητικά...
Η Υακίνθη άλλαξε μορφή δύο φορές κατά την διάρκεια της ημέρας προσπαθώντας να με εμψυχώσει αλλά εγώ δεν τα κατάφερα. Η αλλαγή δεν ήρθε ούτε κατά την νύχτα. Η σύντροφος μου χώθηκε μέσα στο δάσος απελπισμένη για λίγο ξεμούδιασμα και εγώ έμεινα μόνος στο ξέφωτο να προσπαθώ να καταλάβω τι συμβαίνει.

Γυρίσαμε στο σπίτι περίπου τα μεσάνυχτα κουρασμένοι ψυχικά και σωματικά. Έκλεισα τα μάτια μου και ακολούθησε ο ίδιος εφιάλτης. Κόκκινα μεγάλα μάτια, λευκά τεράστια δόντια, σάλια να στάζουν στο πρόσωπο μου και η δαγκωματιά που αυτή την φορά ένιωσα!
Ξύπνησα και ασυναίσθητα έπιασα τον λαιμό μου που ήταν ανέγγιχτος. Έξω ήταν ακόμα νύχτα.
Σηκώθηκα και έβγαλα όλα μου τα ρούχα χωρίς να σκέφτομαι.
Ήμουν γυμνός και δεν ένιωθα το κρύο.
Άνοιξα την εξώπορτα και χάθηκα κάτω από τα δέντρα.
Δεν κατάλαβα πότε είχα αλλάξει μορφή αλλά ήταν υπέροχο.
Αυτή ήταν η πρώτη φορά που ήμουν πραγματικά μόνος μου και έλεγχα το θηρίο.
Έτρεχα μέσα στο δάσος, πατούσα πάνω στα ξερά φύλα και ούρλιαζα· ούρλιαζα με όλη μου την δύναμη χαρούμενος.
Μυρωδιά από αγριογούρουνο και συνειδητοποίησα ότι πεινούσα. Το επόμενο δευτερόλεπτο την ακολουθούσα αργά και σταθερά. Θεωρητικά δύσκολος αντίπαλος σκεφτόμουν καθώς προσέγγιζα το θήραμα μου και μου έτρεχαν ήδη τα σάλια. Το αγριογούρουνο έσκουξε και βγαίνοντας από έναν θάμνο άρχισε να τρέχει όσο πιο γρήγορα μπορούσε προς την αντίθετη κατεύθυνση. Όρμησα πίσω του αστραπιαία και με ένα μεγάλο άλμα τα δόντια μου χώθηκαν στον λαιμό του. Το ζώο έπεσε στο έδαφος με δύναμη. Ένα ακόμα δάγκωμα και ήταν νεκρό.
Το κρέας του απόλαυση για τον ουρανίσκο μου. Μια ακόμα πρώτη φορά που απολάμβανα. Τελικά όλη αυτή η κατάσταση δεν ήταν τόσο άσχημη.
Μύρισα τον αέρα και κατάλαβα ότι η Υακίνθη ήταν κοντά. Βγήκε δίπλα μου πίσω από μια συστάδα θάμνων και μπορούσα να καταλάβω ότι ήταν εντυπωσιασμένη. Της έκανα χώρο και ήρθε κοντά μου παίρνοντας ένα κομμάτι σάρκας στο στόμα της αρχίζοντας να τρώει.

Ο ήλιος δεν άργησε να βγει αναγκάζοντας μας να αλλάξουμε σε ανθρώπινη μορφή. Η Υακίνθη φυσικά είχε φροντίσει να είμαστε κοντά στο σπίτι όταν αυτό συνέβη. Ήθελε να γυρίσουμε στο κρεβάτι αλλά δεν την άφησα. Της έπιασα το χέρι και την φίλησα. Έγλειψα το αίμα από το πρόσωπο της και την ξάπλωσα κάτω στα ξερά φύλα· με τα σπασμένα κλαδιά· κάτω από τα δέντρα· με τον αέρα να χαϊδεύει τα γυμνά σώματα μας.

Ιστορίες τρόμου (Κύκλος τρίτος) {TYS_GR}Where stories live. Discover now