«Άουτς!», αναφώνησε ο Τέιλορ όταν το πλαστικό κουτί με τα φακελάκια τσαγιού έπεσε από τη θέση του στο ψηλότερο ράφι και προσγειώθηκε απροειδοποίητα στο κεφάλι του. Έτριψε άτσαλα τα σημείο με τα δάχτυλα του ώστε να βεβαιωθεί ότι δεν είχε κάνει πληγή. Ευτυχώς δεν υπήρχε αίμα πουθενά.
«Τι έγινε;», φώναξε η Μάγια από το σαλόνι. Για μία φορά είχε αφήσει τον Τέιλορ να μαγειρέψει ενώ η ίδια καθόταν χαλαρά στον καναπέ και κοιτούσε το ταβάνι χωρίς να κάνει τίποτα. Μέγα λάθος.
«Πήγα να πάρω τη ρίγανη από το πάνω ράφι και έφαγα το βαζάκι με το τσάι στο κεφάλι», άκουσε τον Τέιλορ να της φωνάζει από την κουζίνα.
Σηκώθηκε επιτέλους από τη θέση της. Ένα σωρό σκέψεις έκαναν βόλτες μέσα στο μυαλό της τελευταία, σαν ένα αγριεμένο σμήνος μέλισσες που δεν έλεγαν να φύγουν. Ποτέ δεν έβρισκε όμως το χρόνο να σκεφτεί λίγο με την ησυχία της διότι όσο δεν βρισκόταν με τον Τέιλορ ή την Άναμπελ, βρισκόταν μαζί με την Λόρεν.
Αχ, η Λόρεν. Αφού είχε βγει από το νοσοκομείο μετά τη μάχη, η Μάγια είχε αναλάβει να την φροντίζει. Πέρα του ότι ένιωθε σαν προσωπική νοσοκόμα της, η Μάγια ένιωθε επίσης σαν να είχε γεράσει δεκαπέντε ολόκληρα χρόνια εκείνες τις δύο βδομάδες μετά τη μάχη. Μπορεί να ήταν μόνο δεκαέξι, αλλά οι μαύροι κύκλοι κάτω από τα μάτια της δεν κρύβονταν με τίποτα. Δεν φανταζόταν ποτέ ότι θα κουραζόταν τόσο με όλα εκείνα.
«Άσε με να δω», είπε στον Τέιλορ όταν τον πλησίασε.
«Πονάει», παραπονέθηκε ο Τέιλορ σαν πεντάχρονο και την κοίταξε με τα δύο μεγάλα καστανά μάτια του.
«Που χτύπησες;», συνέχισε απτόητη η Μάγια, σαν να μην τον είχε ακούσει καν.
«Εδώ ακριβώς», μουρμούρισε ο Τέιλορ και της έδειξε ένα σημείο όχι πολύ μακριά από το μέτωπό του.
Η Μάγια αναγκάστηκε να παραμερίσει λίγες τούφες από πυκνά, καστανά μαλλιά για να βρει την πληγή. Το άρωμά του της ήταν τόσο οικείο που αμέσως την έκανε να νιώσει καλύτερα, σαν ένα μικρό παραθυράκι μακριά από την κούραση των τελευταίων εβδομάδων. Βανίλια και κάρδαμο. Δεν θα άλλαζε για τίποτα στον κόσμο εκείνη την μυρωδιά.
Καθάρισε το μυαλό της βιαία και περιεργάστηκε αυτό που ο Τέιλορ ονόμαζε πληγή. «Λοιπόν, αν σε είχε πετύχει στο δόξα πατρί, πολύ λίγα εκατοστά πιο κάτω, τότε θα είχαμε πρόβλημα. Τώρα όμως, δεν βλέπω ούτε καρούμπαλο», παρατήρησε η Μάγια και γέλασε, «Θεέ μου, Τέιλορ, εδώ πηγαίνεις στη μάχη και σε παίρνει το παράπονο για ένα πλαστικό βαζάκι με τσάι;».
YOU ARE READING
Γκρέιφορτ
Fantasy[Βιβλίο 2] Όταν η Κλέρι συνέρχεται από τον τραυματισμό της, επιστρέφει στην καθημερινότητά μόνο και μόνο για να βρει μία κοινωνία που ζει υπό τον φόβο μίας επίθεσης. Η κατάσταση στο Φόξποντ επιδεινώνεται, λυκάνθρωποι πεθαίνουν, παιδιά χάνουν τις οικ...