15.

461 60 16
                                    

«Σίγουρα δεν θέλεις να μείνω μαζί σου;», ρώτησε ο Τέιλορ την Κλέρι όταν σταμάτησαν σε μία πόρτα με το νούμερο 33 πάνω της.

«Εντελώς. Θα μείνω με την Λόρεν. Εσύ πήγαινε κοιμήσου τώρα και έλα σε δύο ώρες περίπου για αλλαγή βάρδιας, σύμφωνοι;», απάντησε η Κλέρι ανυπόμονα χοροπηδώντας στις μύτες των ποδιών της.

«Εντάξει», υποχώρησε ο Τέιλορ και την φίλησε στο μέτωπο, «αν χρειαστείς τίποτα στείλε την Λόρεν που έτσι κι αλλιώς δεν παθαίνει τίποτα».

«Εσείς οι δύο θέλετε να με αποτελειώσετε, έτσι δεν είναι;», πετάχτηκε η Λόρεν που στεκόταν δίπλα στην πόρτα, «πρώτα κάνατε ερωτική σκηνή μπροστά μου και μετά με στέλνετε έξω στο κρύο για να γίνω παγοκολόνα! Σας ευχαριστώ!».

Η Κλέρι και ο Τέιλορ γέλασαν. «Έλα τώρα Λόρεν, και οι δύο ξέρουμε ότι έχεις αρχίσει να χάνεις την αίσθηση του κρύου», σχολίασε η Κλέρι και απομακρύνθηκε από τον Τέιλορ, «τα λέμε σε δύο ώρες», του ψιθύρισε και τον άφησε να φύγει.

Μόλις ο Τέιλορ χάθηκε στον διάδρομο του τρίτου ορόφου των δωματίων ελέγχου, η Λόρεν ξεφύσηξε. «Ξερνάω ουράνια τόξα», είπε μονότονα στην Κλέρι, «είστε φοβερά γλυκανάλατοι».

«Θύμισέ μου να σου πω το ίδιο όταν θα σε δω έτσι με τον Κάμερον», απάντησε η Κλέρι χωρίς να την κοιτάξει και έβγαλε τη μικρή πράσινη κάρτα από την τσέπη του παντελονιού της.

Το πρόσωπο της Λόρεν έγινε λίγο πιο κόκκινο από το κανονικό και ετοιμάστηκε να απαντήσει στην Κλέρι αλλά εκείνη την έκοψε. «Τι κάνω με αυτό;», ρώτησε δείχνοντας την πράσινη κάρτα της.

«Καταρχάς θυμάσαι σε ποιο δωμάτιο σου είπε να πας εκείνος ο κύριος στην είσοδο πίσω από τον γκισέ;», ρώτησε η Λόρεν και έριξε μία ματιά έξω από τα παράθυρα που κάλυπταν όλο τον τοίχο. Ήταν ακόμα νύχτα και θα αργούσε πολύ να ξημερώσει. Τα φώτα της πόλης έλαμπαν σε διάφορα σημεία του Μάλφελιν, δίνοντας μία κίτρινη λάμψη στο τοπίο. Η ατμόσφαιρα ήταν καθαρή και η Κλέρι μπορούσε να διακρίνει και τις ψηλότερες κορυφές των δέντρων στην άκρη του δάσους. Όλα ήταν όμορφα. Μόνο που είχε δουλειά να κάνει.

«Ναι. Στο τριάντα τρία», απάντησε η Κλέρι και σάρωσε με το βλέμμα της την ξύλινη πόρτα από πάνω ως κάτω.

«Ωραία. Δώσε μου την κάρτα σου», είπε η Λόρεν. Με γρήγορες κινήσεις την πήρε και την πέρασε μπροστά από ένα μικρό σκάνερ που ήταν στερεωμένο πάνω στον τοίχο. Η πόρτα έκανε έναν μικρό μεταλλικό ήχο και άνοιξε.

ΓκρέιφορτWhere stories live. Discover now