Μια καινούρια φιλία

131 29 6
                                    

Όσο την αγκάλιαζε ο Άιντεν παρατήρησε το περίεργο σύμβολο στο χέρι της Ερμιονης δεν ήξερε πολλά για τα μαγικά των Αζούρφα καθώς δεν τα είχε βιώσει ποτε. Πήρε το θάρρος να την ρωτήσει τι ειναι προσπαθώντας ταυτόχρονα να σπάσει και τον πάγο. Η Ερμιονη έτριψε τα κοκκινισμένα μάτια της και του είπε
- Εχω έναν δίδυμο αδερφό τον οποίο έχασα αφού γεννήθηκε και η μητέρα μου έφτιαξε αυτόν το σύμβολο για να μπορέσω να τον ξαναβρώ, αυτός ειναι ο πρώτος μου στόχος.
- Τι εννοεις πως τον έχασες;
Ρώτησε απορριμμένος
-Γεννήθηκε με...χρυσά μάτια.
Ο Άιντεν έφυγε προς τα πίσω επιφυλακτικά. Ο θυμός και ο φόβος του για τους Χρυσούς ηταν πολύ μεγάλος, ένιωθε ανάμικτα συναισθήματα που η Ερμιονη ηταν συγγενής ενος από τους μεγαλύτερους εχθρούς της χώρας του.
-Δεν χρειαζετε να ανησυχείς.
Του είπε κρατώντας του γερά το χέρι
Όλες οι αμφιβολίες του εξαφανίστηκαν, απόρησε με τον εαυτό του " πως μπόρεσα να αμφισβητήσω αυτο το πλάσμα", σκέφτηκε.
Η επιθυμία του να την βοηθήσει ηταν τωρα πιο μεγάλη, γιατί τωρα, ήξερε τον αρχικό της στόχο, να βρει τον αδερφό της, να συναντήσει έναν Χρυσό.

ΤΑΓΚΟΥΛΑ (12 χρόνια πριν)

Νότια του νησιού σε μια καλύβα φτιαγμένη από σάπια ξύλα που τα τύλιγαν πανιά, ένα αγοράκι με μαύρα μάτια αγκομαχούσε να κουβαλήσει έναν κουβα γεμάτο νερό, δεν ηταν τελείως σίγουρο αν ηταν πραγματικό νερό γιατί ηταν μπεζ και γεμάτο χώμα. Τα μικρά του χεράκια έτρεμαν και έχυναν το νερο στην καυτή άμμο εξατμίζοντας το στιγμιαία. Ο πατέρας του, είχε πιάσει μια ύαινα και θα έφτιαχναν σούπα, ειχε να φάει κρεας δυο μήνες και το στομαχάκι του ηταν οσο χαρούμενο όσο και αυτός, μάζεψε, ετσι, όλη τη δύναμη που του είχε μείνει και πηγε γρήγορα στο σπίτι του. Η μυρωδιά των βραστων λαχανικών χόρευε μέσα στην ξύλινη καλύβα τους και μετα από λίγο την συνόδεψε το κρέας της ύαινας. Μπορεί να μην ηταν η πιο ευχάριστη μυρωδιά αλλα για ενα παιδάκι που είχε να φάει κανονικο φαΐ τρεις μέρες ηταν μαγευτική.
-Άιντεν το φαΐ ειναι έτοιμο πήγαινε φέρε την αδερφή σου.
Του είπε η μητέρα του που είχε μόλις βάλει τις σούπες στα πέτρινα πιάτα τους.
Ο Άιντεν έτρεξε να φέρει την μικρή του αδερφή ενα κοριτσάκι μόλις τριών χρόνων με μαύρα μαλλιά και πράσινα μάτια, το μόνο πράσινο που είχε δει ο Άιντεν.
Την πήρε αγκαλιά και έτρεξε προς το τραπέζι. Λίγο πριν φτάσει, με τα σάλια του να τρέχουν καθώς έβλεπε την σούπα, άκουσε έναν πολύ δυνατό θόρυβο. Η πόρτα τους ξαφνικά έγινε  χίλια κομμάτια που πετάχτηκαν παντού  στην κουζίνα σαν σμήνος πουλιών. Ο μικρός Άιντεν δεν ήξερε γιατί τρόμαξε πιο πολύ για την διαλυμένη του σούπα ή το μεγάλο μεταλλικό άνθρωπο  που στέκονταν στην διαλυμένη πόρτα τους. Ουρλιαχτά ακούστηκαν από όλη την συνοικία γιατί ρομπότ από την Ζιναρίγια , οι Συλλέκτες, είχαν εισβάλει. Το σπίτι τους έγινε κόκκινο από το σκανερ του Συλλέκτη. Ο μικρός Άιντεν πάγωσε από φόβο όταν είδε το μεταλλικό τέρας να πηδάει κατα  πάνω του και να αρπάζει την μικρή του αδερφή. Ο πατέρας όρμησε στο ρομπότ με ενα γεμάτο θάρρος βλέμμα αλλα πριν προλάβει να το φτάσει είχε εξαφανιστεί μαζί με την μικρή Άνε. Μια σιωπή επικράτησε για λίγα δευτερόλεπτα ηταν όλοι πολύ μπερδεμένοι δεν ήξεραν πως να αντιδράσουν, η μητέρα πηγε προς τον μικρό της γιο που είχε πέσει με τα γόνατα πάνω στην σούπα, η οποία ειχε δημιουργήσει μια μικρή λιμνούλα. Το βλέμμα του ηταν κενό, ειχε παγώσει από τον φόβο, τα μαύρα του μάτια ηταν ακίνητα και άψυχα. Ο πατέρας βγήκε έξω να δει τι ειχε συμβεί αφήνοντας πίσω την γυναίκα του, που έκλαιγε πάνω από τον κοκαλωμένο γιο τους. Στο χωριο επικρατούσε μια τρομακτική ηρεμία που ξαφνικά καταστράφηκε από
κάποια σπίτια που άρχισαν να καταρρέουν.

UnmeiDonde viven las historias. Descúbrelo ahora