Βόλτα με την άμαξα

109 27 0
                                    

Ο Άιντεν ξύπνησε ζαλισμένος από το κροτάλισμα που έκαναν τα πόδια ενος αλόγου. Απέναντι του καθόταν η Ερμιονη που ηταν μισοκοιμισμένη, κοίταξε γύρω του και είδε οτι βρισκόταν μέσα σε μια ξυλινη άμαξα. Το τελευταίο πράγμα που θυμόταν ηταν η φωτιά κάτω από τα αστέρια και το χαμόγελο της Ερμιονης. Δεν παράβλεψε να παρατηρήσει την αθώα και σιωπηλή ομορφιά της, "ειναι όμορφη ακόμα και οταν κοιμάται", σκέφτηκε.
Η Ερμιονη ξύπνησε και κοίταξε με τα νυσταγμένα μάτια της τον Άιντεν, άνοιξαν αμέσως διάπλατα και κοκκίνισε λέγοντας.
- Ξύπνησες κιόλας ; Το ξόρκι θα έπρεπε να ειχε κρατήσει λίγες ωρες ακόμα.
-Το...ξόρκι;
-Ναι σου εκανα ενα για να κοιμηθείς.
Είπε με ενα πλατί χαμόγελο.
-Δεν καταλαβαίνω...
-Ο αποχαιρετισμός με τους γονείς μου ειχε κάποιες εντάσεις. Δεν ηταν ακριβώς πρόθυμοι να με αφήσουν να φύγω. Που ειναι λογικό, δεν θα άντεχαν να χάσουν κιαλλο παιδί... Όμως πρέπει να κάνω αυτο το ταξίδι ειναι πολύ σημαντικό για μένα. Δεν ήθελα λοιπόν να δεις έναν τσακωμό ανάμεσα σε Αζουρφιανούς.
-Τελικά πως σε άφησαν να φυγεις;
Η Ερμιονη χαμογέλασε αμήχανα.
-Δεν με άφησαν ακριβώς... τους...πάγωσα.
Είπε με σκυμμένο το κεφάλι από ντροπή.
-Τους πάγωσες;...
-Ναι...αλλα μην ανησυχείς ειναι μια χαρά, ετσι κι αλλιώς έχει ξανασυμβεί, τα εφηβικά μου χρόνια ηταν... έντονα.
Γέλασε λίγο με το αστειο της. Ο Άιντεν την κοίταγε άφωνος και τρομαγμένος, αποφάσισε να αλλάξει θέμα.
-Και πως με κουβάλησες;
-Α ηταν πολύ απλό!
Φύσηξε τον Άιντεν και είπε.
-Ventura Tenus.
Ένιωσε το σώμα του πιο ελαφρί αιωρήθηκε λίγα χιλιοστά από το κάθισμα του.
Αμέσως μετα με μια κινηση των χεριών της το βάρος του επέστρεψε.
-Σου έφερα κάτι.
Είπε, αγνοώντας τελείως τα τελευταία λεπτά που είχαν σχηματίσει ενα βλέμμα τρόμου στο πρόσωπο του Άιντεν. Έβγαλε ενα βιβλίο από το σακίδιο της που έγραφε "ΤΑΓΚΟΥΛΑ" με μεγαλα χρυσα γράμματα. Φαινόταν πολύ παλιό, οι σελίδες του ηταν κιτρινισμένες και το μαύρο εξώφυλλο ηταν ελαφρός γδαρμένο.
-Εδώ θα μάθεις τα παντα για σένα, το ταξίδι δεν θα ειναι εύκολο οποτε πρέπει να είσαι προετοιμασμένος για τα παντα.
Θέλω να το έχεις διαβάσει πριν φύγουμε από το νησί.
-Τότε ίσως να εχουμε κάποιο προβλημα... δεν ξέρω να διαβάζω...
Είπε γεμάτος ντροπή.
Η Ερμιονη ηταν προετοιμασμένη για κάτι τέτοιο.Του χαμογέλασε γεμάτη ενθουσιασμό γιατί παντα ήθελε να χρησιμοποιήσει αυτο το ξόρκι. Όρμησε  στον Άιντεν και έπιασε με τους αντίχειρες της τους κροτάφους του.
Ο Άιντεν κοκκίνισε, τα πρόσωπα τους ηταν πολύ κοντά, η μυρωδιά της Ερμιονης τον τύλιξε, ηταν σαν ολα τα λουλούδια του νησιού να χόρευαν στην μύτη του. Χωρίς δισταγμό, η Ερμιονη, είπε
-Cognisio Verbis.
Ένιωσε ενα τσίμπημα στο κεφάλι του.
-Άιντεν, άνοιξε το βιβλίο!
Ηταν απίστευτο! Οι λέξεις χόρευαν στα μάτια του και έμπαιναν σε μια θέση μέσα στο μυαλό του, μπορούσε να διαβάσει! Άρχισε να ξεφυλλίζει  λαίμαργα το βιβλίο όλες οι φράσεις του αποτυπώνονταν στον εγκέφαλο.
Δεν πίστευε αυτά που διάβαζε, ηταν τα κατορθώματα τον προγόνων του.

Οι βιβλιοθήκες των Αζουρφα φημίζονταν για την μεγάλη ποικιλία αρχαίων κειμένων τους. Αλλα η Ερμιονη ειχε στην κατοχή της τρία ξεχωριστά βιβλία. Αυτο που έδωσε στον Άιντεν, ενα κόκκινο που στο εξώφυλλο του έγραφε "ΖΙΝΑΡΙΓΙΑ" και ενα πράσινο με τίτλο "ΑΖΟΥΡΦΑ". Κανεις δεν ήξερε για αυτά τα βιβλία, ούτε οι γονείς της. Αυτός που της τα ειχε εμπιστευτεί της είπε να διαβάσει μόνο το βιβλίο που αναφερόταν στο νησί της. Ηταν ένας άνθρωπος που εμπιστευόταν παρά πολύ και δεν ειχε τολμήσει να ανοίξει τα υπόλοιπα βιβλία. Μιλούσαν για εποχές πριν την κυριαρχία των χρυσών όπου όλοι ζούσαν μαζί ειρηνικά. Ηταν οτι πιο πολύτιμο ειχε. Αλλα δεν ηταν μόνο αυτο, δεν ήξερε για τα αλλα δυο βιβλία, αλλα το πράσινο, έγραφε για τις πραγματικές δυνάμεις των Αζουρφιανών. Τα επιφανειακά μάγεια-προσευχές με τα οποία ζούσαν δεν ηταν τίποτα μπροστά στις πραγματικές τους ικανότητες. Και η Ερμιονη το ειχε διαβάσει πολύ προσεκτικά, γιαυτο ηταν τοσο κοντά στους έξι θεούς και μπορούσε να κάνει ξόρκια τοσο εύκολα. Όμως, η πραγματική της δύναμη ηταν ακόμα κρυμμένη.

-Ειναι απίστευτο! Ερμιονη, τι ειναι αυτο το βιβλίο; Ειναι αλήθεια ολα αυτά που λέει; Μπορούμε να αλλάξουμε τα παντα με αυτο!
Το μαύρο βιβλίο μίλαγε για τα θαρραλέα κατορθώματα τον Ταγκούλα. Η εξωπραγματικές τους αντοχές και δεξιότητες καταργούσαν καθε λογική.
Μια φράση έκανε εντύπωση στον Άιντεν
"Πίστεψε, πίστεψε, πίστεψε.
Φώναξε, φώναξε, φώναξε.
Η δύναμη σου πηγάζει από την ψυχή αξιοποίησε την."
Η χαρά που ένιωθε ηταν απερίγραπτη. Τωρα πια ηταν σίγουρος, η φυλή του δεν ηταν κατώτερη κανενός και ειχε μια ευκαιρία να το αποδείξει στον κόσμο, να κάνει τον λαό του χαρούμενο όπως στο βιβλίο που διάβαζε. Ειχε φτασει η στιγμή που πραγματικά μοιραζόταν το ίδιο όνειρο με την Ερμιονη και ηταν έτοιμος να την βοηθήσει να το κάνει πραγματικότητα.
Τον άφησε να βυθιστεί στο βιβλίο του ενώ αυτη πήρε έναν γρήγορο υπνάκο, γιατί ειχε περάσει μια πολύ κουραστική μέρα.
Αφού αποκοιμήθηκε άκουσε μια σιγανή φωνή
"Ερμιονη..."
Η φωνή επαναλαμβανόταν όλο και πιο δυνατά.
-Ερμιονη!!!
Ξύπνησε τρομαγμένη με έναν φοβερό πόνο στο δεξί της πόδι και μια απερίγραπτη ζαλάδα. Προσπάθησε να σηκωθεί αλλα κάτι την εμπόδιζε, ένιωσε στο χέρι της να κυλάει ενα υγρό και το τίναζε από φόβο, αίμα πετάχτηκε παντού στο χώμα. Το πόδι της ηταν τρυπημένο από μια ξυληνη σανίδα, μάλλον κομμάτι από το κάθισμα της διαλυμένης τους άμαξας που βρισκόταν στα δεξιά της.
-ΕΡΜΙΟΝΗ!!! Είσαι καλά; Απάντησε μου!
Κοίταξε μπροστά της. Ο τρόμος κυρίευσε το πρόσωπο της. Ενα ορκ ηταν έτοιμο να χτυπήσει τον Άιντεν με το ξύλινο παλούκι του, όμως αυτός το απέκρουσε με μια σανίδα που έπιασε από την διαλυμένη άμαξα. Εμφανίστηκε αλλο ενα με τόξο ως όπλο. Καθώς ο Άιντεν προσπαθούσε να σώσει το κεφάλι του από το παλούκι που ειχε μπλοκάρει με την σανίδα του, το δεύτερο σημάδεψε την Ερμιονη με το βέλος του.

UnmeiOnde histórias criam vida. Descubra agora