Στεκόμαστε δίπλα στην γέφυρα. Κοιτάζω το μαύρο νερό που ρέει κάτω στη γη, αντανακλώντας τα λαμπερά φώτα της πόλης και την εντυπωσιακή έκφραση του Τζούντα. Καπνίζει ένα τσιγάρο σιγανά, με πόθο. . Μου αγοράζει ένα καφέ. Ακόμα να πιω. Το πρόσωπο του είναι ήρεμο, αλλά μπορώ να καταλάβω ότι είναι ενοχλημένος από τον ξένο τύπο που ήρθε στο τραπέζι μας νωρίτερα. Φαίνεται πως έχει πολλές ζωές και πολλούς εχθρούς. Νιώθω λίγο φοβισμένη που αναμιγνύομαι σε όλα αυτά τα θέματά του. Ο δρόμος είναι βρεγμένος με οχήματα και κίνηση και αργόσχολους οδηγούς. Χτυπώ την γόβα μου στο πεζοδρόμιο.
«Που βρήκες όλα αυτά τα ακριβά ρούχα;» ρωτώ τελικά, για όσο τραβά η όρεξή μου.
«Στο εμπορικό,» απαντά κοφτά.
Τον κοιτάζω προσεκτικά και μουρμουράω, «Είσαι σίγουρος;»Εκείνος απλά μου ρίχνει ένα βλέμμα, πριν καπνίσει λίγο ακόμα.
Ισιώνω τα μαλλιά μου λίγο από τον αέρα. Τον βλέπω να γέρνει πάνω στον τσιμεντένιο φράχτη, κοιτώντας το κανάλι.«Ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι;» ρωτώ.
«Είναι, απλά άνθρωποι.» λέει
Συνοφρυώνομαι, ενοχλημένη που δεν ποτέ δεν μου απαντάει πραγματικά.«Ε-Είσαι καλά;» ρωτώ, βηματίζοντας προς το μέρος του.
Στέκεται ακριβώς μπροστά από το πρόσωπό μου τώρα με το τσιγάρο του να κρέμεται από τα χείλη του.
«Θα έπρεπε να σε νοιάζει;» ρωτάει με ένα πλατύ χαμόγελο.
Οι ώμοι μου πέφτουν και κοιτάζω επίμονα τα γκρίζα του μάτια . Μετράω τα χτυπήματά του.«Λοιπόν...ναι, με νοιάζει.» λέω σηκώνοντας τους ώμους.
Απορροφιέμαι στο βλέμμα του. Στέκομαι δίπλα του. Πετά το σβησμένο φιλαράκι του και εκπνέει τις τελευταίες τοξίνες του στον αέρα πάνω από το κεφάλι μου. Έπειτα, εκείνος κοιτάζει κάτω, προς τα εμένα. Το ύψος του, με αναγκάζει να γείρω τον λαιμό μου για να τον κοιτάξω.
«Δεν θα έπρεπε να έρχεσαι τόσο κοντά μου,» με προειδοποιεί.
«Τότε, γιατί συνεχίζεις να με τραβάς προς τα σένα;» ρωτώ, με χαμηλό τόνο.
Σταματά και με κοιτά έντονα στο πρόσωπο.«Δεν θέλω κανένας να σε πάρει. Φοβάμαι πως θα ξεφύγεις. Δεν μπορώ να σε χάσω,» μου λέει.
Η καρδιά μου φτερουγίζει ανεξέλεγκτα. Δεν ξέρω τι εννοεί με τα λόγια του αυτά.
«Τζούντα...» μουρμουρίζω, διστακτικά.«Μια μέρα, θα ξυπνήσεις από αυτόν τον εφιάλτη,» η φωνή του ακούγεται απότομη. Τα χέρια του χαϊδεύουν τα κρύα μάγουλά μου. «Και θα με αφήσεις.»
Να σε αφήσω; Δεν ξέρω καν, πως;
ESTÁS LEYENDO
Bad Boy Judah (greek translation)
Novela Juvenil''Θα παίξω μαζί σου σαν να είσαι παιχνίδι. Θα διασκεδάσω μαζί σου σαν να είσαι βιολί . 'Επειτα θα σε σπάσω σαν κλαδί. Και εσύ θα το λατρέψεις μέχρι το τέλος.'' Αυτά ήταν τα ακριβή του λόγια. Written by: Ximone Mareigh Translated by: Dimitra Kout...