Ενότητα 4-Ο Κοινός Φίλος

1.2K 221 409
                                    

Κεφάλαιο 10

«Δεν θέλω να με αγαπάνε», σκέφτεται ο Λούσιφερ φωναχτά και αναστενάζει, σαν αυτό το πράγμα να τον απασχολεί περισσότερο από οτιδήποτε.

«Συγγνώμη;» ρωτάω μπερδεμένη και αφήνω τις σημειώσεις στα μπούτια μου για να τον δω καλύτερα.

Κρατάει το κεφάλι με την γροθιά του και κοιτά έξω από το παράθυρο. Το προφίλ του είναι πανέμορφο, γι' αυτό νιώθω τα μάγουλα μου αμέσως να κοκκινίζουν ενώ τον παρατηρώ. Είναι δύσκολο-μιλώντας ειλικρινά-να κολλάς την ματιά σου σε έναν τέτοιο γοητευτικό άντρα και να μην νιώσεις έστω κάτι.

«Γιατί πρέπει όλοι να με αγαπάνε;» αναρωτιέται έχοντας ακόμη την ίδια έκφραση στο πρόσωπο του· δεν μπορώ να καταλάβω άμα είναι θλίψη, μίσος ή απογοήτευση.

Χαμογελάω με τον εαυτό μου και βολεύομαι στην δερμάτινη θέση δίπλα του. Έχει κάτι μέρες που είναι έτσι πεσμένος και κακόκεφος. Δεν μου μιλάει και τόσο για να ξέρω τι τον απασχολεί, αλλά ούτως ή άλλως δεν είμαι τίποτα περισσότερο από την γραμματέα του. Δεν μας αποκαλώ φίλους όταν δεν λέμε ούτε ένα καλημέρα και μιλάμε μόνο για δουλειά, οπότε δεν μπορώ να ελπίζω ότι θα ανοιχτεί να μου εξηγήσει τι πραγματικά τον ενοχλεί. Το έχω παρατηρήσει στα μάτια του όμως ότι κάτι τον έχει πειράξει και δεν τον αφήνει να ευχαριστηθεί τίποτα γύρω του.

«Δεν μπορώ να καταλάβω άμα είσαι ναρκισσιστής ή αξιολύπητος», δηλώνω και βάζω τις σημειώσεις πίσω στην τσάντα μου. Είχα αρχίσει να ζαλίζομαι τόσο που κοιτούσα κάτω.

«Μάλλον και τα δύο». Γυρνά να με δει με ένα ζορισμένο χαμόγελο και του το ανταποδίδω με τον ίδιο τρόπο.

Στρέφει την προσοχή πάλι πίσω στον δρόμο καθώς ο σοφέρ που προσέλαβε μόνο για σήμερα, συνεχίζει τον δρόμο του προς το λιμάνι. Μόνο από αυτό καταλαβαίνω ότι κάτι σοβαρό τριγυρίζει στο μυαλό του αφεντικού μου, αφού τρελαίνεται να οδηγεί το Audi του. Βασικά όχι· ξετρελαίνεται. Κάνει σαν μικρό παιδί όταν ξεκινά την μηχανή και ψωνίζεται στους δρόμους του Σιάτλ με τα διάφορα κόλπα που κάνει. Μόνο που απέφυγε σήμερα να κάνει το ίδιο και τώρα κάθεται στο πίσω κάθισμα, με κάνει να διαβάσω την κατάσταση σαν ανοιχτό βιβλίο.

«Τι έγινε;» ρωτάω χωρίς να είμαι διακριτική και σταυρώνω τα χέρια στο στήθος μου με ένα αυστηρό ύφος.

«Πάντα κάτι θα γίνεται που θα σε κάνει να σκέφτεσαι», απαντάει αινιγματικά και αναστενάζει αργά, δημιουργώντας υγρασία στην γωνία του παραθυριού. «Στο κάτω-κάτω άμα δεν μας απασχολεί κάτι, ποιος ο λόγος να συνεχίζουμε;»

Λούσιφερ [ON HIATUS]Where stories live. Discover now