XX. Ενοχή και Συμφωνία

49 3 2
                                    

36 χρόνια πριν... Ο κύριος Μπάμπαντουκ έβγαλε από το τεράστιο μαύρο φορτηγάκι  του το 9χρονο παιδί με τα κοντά ξανθά μαλλιά και τα γαλάζια μάτια ..  Το αγόρι φοβισμένο και ολομόναχο καθώς ήταν προσπάθησε να παλέψει ώστε να μην το ακουμπήσει ο τρομακτικός αυτός μπαμπούλας αλλά η αντίσταση του ήταν μάταιη.. Ο Μπάμπαντουκ τον έπιασε από τα μαλλιά  και τον έσυρε ως έξω, περνώντας τον μέσα από τις λάσπες και τις πέτρες του δρόμου.. Το μακρύ παντελόνι του αγοριού σκίστηκε και τα γόνατα του μάτωσαν, τα χέρια του ενώ προσπαθούσε να διώξει το γεμάτο λεπίδες χέρι του απαγωγέα κόπηκαν και μάτωσαν γεμίζοντας κόκκινα σημάδια..

Ο Μπάμπαντουκ τον έσυρε ως ένα σπίτι.. Ήταν πολύ ψηλό και κάτω από πολύ διαφορετικές συνθήκες θα φαινόταν  όμορφο αλλά τώρα φάνταζε τρομακτικό.. Το σπίτι ήταν βαμμένο λευκό όμως τώρα κάτω από το φως της πανσελήνου   και του σκοταδιού της νύχτας έμοιαζε τρομακτικό και ματωμένο σαν να έβγαινε από κάποιο ανατριχιαστικό παραμύθι.." Ελπίζω να φοβάσαι μικρέ... Ξέρεις, Χιούγκο πιστεύω πως... Όλοι είμαστε τρελοί κάτω από το δέρμα μας, κτήνη... Ξέρεις όμως τι είναι αυτό που χωρίζει εμάς από όλα τα υπόλοιπα ;;; Εμείς έχουμε την καρδιά, την θέληση, το ένστικτο να σκοτώσουμε.. Και μάντεψε ;;; Όλοι απολαμβάνουμε την δύναμη του να κρατάμε μια ζωή στα χέρια μας, να μπορούμε ανα πάσα στιγμή να την τελειώσουμε... Με μια σφαίρα, ένα στιλέτο, έναν πνιγμό, ένα τσεκούρι... Μερικοί άλλοι προτιμούν την φωτιά.." Το αγόρι εκμεταλλευόμενο το ότι ο άντρας είχε χαθεί στο να μιλάει και να προσπαθεί να του αποκαλύψει την υπεροχή του θανάτου προσπάθησε να τρέξει μακριά.. Ο Μπάμπαντουκ είχε αφήσει τα μαλλιά του μικρού και οι επικίνδυνες λεπίδες του βρισκόνταν σε απόσταση ασφαλείας από τα ζωτικά του σημεία ή το πρόσωπο του.. 

Ο Χιούγκο μπορεί να ήταν μικρός, όμως ήταν έξυπνος.. Προσπάθησε να τρέξει όμως δεν υπολόγισε το πόσο γρήγορα έτρεχε ο Μπάμπαντουκ..Ο Μπάμπαντουκ λοιπόν τον έπιασε ξανά και τον έσυρε ως το σπίτι από το οποίο προσπάθησε να ξεφύγει το αγόρι.. " Όχι, όχι σε παρακαλώ !! Σε ικετεύω μην με ρίξεις εκεί μέσα !!! Σε ικετεύω μη !!!! Φοβάμαι !!!!!" Ο άντρας γέλασε από τα κλάματα του αγοριού και τον χτύπησε κλοτσώντας τον στα πλευρά.. " Φοβάσαι.. Ο φόβος είναι σύμμαχος, μην το ξεχάσεις ποτέ αυτό βρωμόπαιδο.. Και για να βεβαιωθώ ότι όντως ποτέ δεν θα το ξεχάσεις... Θα σου δείξω όλους σου τους φόβους σήμερα... " συνέχισε ο Μπάμπαντουκ και σέρνοντας το πληγωμένο αγόρι από τα μαλλιά ξεκλείδωσε την ξύλινη καφετιά πόρτα του σπιτιού και πέταξε το αγόρι μέσα στο πρώτο δωμάτιο του σπιτιού.. Το δωμάτιο ήταν στολισμένο σαν το λόμπι ενός παλιού ,πλούσιου ξενοδοχείου με πανέμορφους δερμάτινους καναπέδες και πολλά παλιά μαρμάρινα αγάλματα , όμορφα σαν να ήρθαν από μια άλλη εποχή όπου οι Άνθρωποι ήμασταν ακόμη αθώοι και ο Διάολος ήταν ακόμα υπηρέτης.. Η εποχή που ήταν Άγγελος ακόμα και δεν είχε επαναστατήσει για την γνώση...

RAWSON As I Lay Down To SleepDonde viven las historias. Descúbrelo ahora