Η Σχέση

206 13 2
                                    

Οδυσσέας.
Ξύπνησα σχετικά νωρίς, έχοντας στην διάθεση μου άφθονο χρόνο για να την θαυμάσω. Την είχα στην αγκαλιά μου παρατηρώντας κάθε χαρακτηριστικό. Το βλέμμα της ήταν γαλήνιο και τα μάτια της κλειστά, εφόσον ακόμη κοιμόταν. Τα χείλια της ήταν ελάχιστα μισάνοιχτα και είχαν αποκτήσει ένα απαλό ροζ χρώμα. Τα μαλλιά της μοσχοβολούσαν, πιασμένα σε μια αδύναμη κοτσίδα. Απο την πρώτη στιγμή που την αντίκρισα μου είχε κάνει τρομερή εντύπωση. Προσπαθούσα να αποφύγω τις βιαστικές κινήσεις, ώστε να βεβαιωθώ πάνω απ'όλα για τα αισθήματα που είχα και στην συνέχεια να τα αποκαλύψω στην Αλίκη.

Μου ήταν δύσκολο έως και αδύνατον να σηκωθώ απο το κρεβάτι και να την αποχωριστώ, όμως ήθελα να ξυπνήσει έχοντας ήδη ένα έτοιμο πρωινό. Την άφησα σιγά σιγά, κάνοντας αργές κινήσεις διότι δεν ήθελα να την ξυπνησώ. Πλύθηκα, φορώντας μια γκρί φόρμα και μια άσπρη φανέλα για να νιώθω άνετα. Κατευθύνθηκα στην κουζίνα έτοιμος να ξεκινήσω τις ετοιμασίες, με μοναδικό πρόβλημα τι να πρώτο φτιάξω.

Η ώρα περνούσε αρκετά γρήγορα και δεν πρόσεξα πως ήταν ήδη 10:00 π.μ. Το τραπέζι παρόλα αυτά είχε γέμισε με κρέπες, μερέντα, δημητριακά, κρουασάν βουτύρου και φυσικά καφέ. Η Αλίκη δεν είχε ξυπνήσει ακόμη και δεν ήθελα να κάνω φασαρία. Επομένως, πήρα το λάπτοπ μου με σκοπό να τακτοποιήσω κάποια θέματα που είχα για την δουλειά μου και τηλεφώνησα στον Διονύση, ο οποίος ήθελε να μου πει κάτι σημαντικό.

Ενώ έκλεινα το τηλέφωνο, γύρισα το κεφάλι μου, αντικρίζοντας την. Φαινόταν απο μακριά πως ένιωθε άβολα και αν δεν κάνω λάθος λίγο κολακεύμενη, κοιτάζοντας μια το τραπέζι και μια εμένα. Της χαμογέλασα δείχνοντας την κενή θέση στον καναπέ.

Οδυσσέας: Καλημέρα "Ωραία Κοιμωμένη".

Αλίκη: Καλημέρα και σε σένα.

Οδυσσέας: Πώς κοιμήθηκες;

Αλίκη: Πολύ καλά. Σε ευχαριστώ και πάλι που με φιλοξένησες.

Την είχα πλησιάσει πλέον υπερβολικά πολύ που μου ήταν δύσκολο να συγκρατηθώ. Αυτή χωρίς να αποφεύγει το βλέμμα μου παρέμεινε στην θέση της κοιτώντας με στα μάτια. Λες και περίμενε από εμένα να της δώσω αυτό το φιλί και αυτό έκανα. Χωρίς να χάσω παραπάνω χρόνο σήκωσα αδύναμα το πιγούνι της, φέρνοντας πιο κοντά το πρόσωπο της με το δικό μου. Ήταν ένα αίσθημα το οποίο ήμουν σίγουρος πως δεν θα χορτάσω ποτέ. Τοποθέτησε την παλάμη της στο μάγουλο μου και εγώ βάθυνα το φιλί μας. Την κόλλησα πάνω μου, νιώθοντας πως είναι αποκλειστικά και μόνο δική μου. Η ένταση ανάμεσα μας αυξάνονταν ολοένα και περισότερο μέχρι που σταμάτησα. Την πήρα σφιχτά στην αγκαλιά μου χωρίς να μιλάω. Δεν υπήρχαν λέξεις που θα περιέγραφαν τα συναισθήματα μου.

Ο Χρονος Σταματησε Where stories live. Discover now