14*

64 8 2
                                    

Stef's POV

"Πάρε με από δω" μουρμουρίζει αδύναμα.

"Που θες να πάμε;" τη ρωτάω.

"Θάλασσα" λέει απόλυτα.

Και εγώ όταν θέλω να ηρεμήσω στη θάλασσα πηγαίνω. Το τελευταίο διάστημα το έχω ανάγκη περισσότερο από κάθε τι αλλο.

Μακριά από τους ανθρώπους. Μακριά από τις σκέψεις που βασανίζουν το μυαλό μου.

Βγάζω το κινητό μου από την τσέπη μου, και αφού το ξεκλειδώνω πληκτρολογώ ένα μήνυμα στον Άλεξ.

"Αδελφέ, η Δάφνη δεν αισθάνεται καλά, θα την πάω σπίτι της. Καθίστε όσο θέλετε μην με περιμένετε."

Πατάω αποστολή, κι βάζω το κινητό ξανά στην τσέπη.

Ίσως το μήνυμα να μην ήταν ειλικρινές αλλά αν του έλεγα την αλήθεια είμαι σίγουρος ότι θα με έπαιρνε τηλέφωνα κάθε δύο δεύτερα για να είναι σίγουρος ότι δεν πρόκειται να τη δολοφονήσω.

Πιάνω τη Δάφνη μαλακά από τον ώμο και την οδηγώ προς την μηχανή μου. Ανεβαίνω, και τη περιμένω.

"Θα το σκέφτεσαι για πολύ ώρα ακόμα;" ρωτάω καθώς την βλέπω να στέκεται σαν άγαλμα, μπροστά από τη μηχανή κοιτάζοντας την λες και βλέπει φάντασμα.

"Δε θα τρέχω" της λέω και εκείνη ανεβαίνει με τη σειρά της.

Με κρατάει χαλαρά στην αρχή αλλά μόλις αναπτύσσω ταχύτητα με αρπάζει σφικτά από τη μέση.

Καλή φάση, δε λέω.

Περνάνε περίπου 20 λεπτά και επιτέλους φτάνουμε στην παραλία "μου".

Προχωράμε κοντά, προς την θάλασσα και καθόμαστε πάνω στα πετραδάκια της ακτής.

"Είσαι καλά τώρα;" τη ρωτάω μετά από μερικά λεπτά ησυχίας.

"Ναι.. Δε ξέρεις πόσο με ηρεμεί η θάλασσα" απαντάει γαλήνια.

Εμένα να δεις. Αυτό το μέρος είναι ότι καλύτερο. Κάθε τόσο προσπαθώ να βάλω σε μια σειρά τις σκέψεις μου, και να βγάλω από το μυαλό μου οτιδήποτε με στεναχωρεί και με πληγώνει.

Όταν είδα το αμάξι να πηγαίνει κατά πάνω της πάγωσα. Άλλαξα 10 χρώματα, είμαι σίγουρος. Δε θα το άντεχα ξανά.

Πήρα φορά και ετρεξα προς το μέρος της. Την έριξα κάτω και μας παρέσυρα μακριά από το αυτοκίνητο.

Η Δάφνη με κοίταζε με ένα βλέμμα κενό, θολό. Εκείνη τη στιγμή ένιωθα ότι όχι μόνο εκείνη είχε ανάγκη από μια αγκαλιά, αλλά και εγώ.

His Secret Where stories live. Discover now