Hangover....τύψεων

119 15 0
                                    

Κάτι σφυρίζει ανελέητα μόλις ξυπνάω. Ύστερα, συνειδητοποιώ πως είναι το κεφάλι μου. Ή μάλλον αυτό το βαρίδιο που αντικατέστησε το κεφάλι μου. Ανασηκώνομαι στο κρεβάτι, βογγώντας και ύστερα πετάγομαι τρέχοντας στο μπάνιο κάνοντας εμετό. Τι μου συμβαίνει; Μετά όλα επανέρχονται στη μνήμη μου. Το πάρτι, τα σφηνάκια, το δάσος....ο Αχιλλέας. Στο τελευταίο ξερνάω ξανά. Του ζήτησα να με φιλήσει. Δεν αναγνωρίζω τον εαυτό μου που ξεστόμισε κάτι τέτοιο. Το χειρότερο όμως ήταν που ενώ δεν θα έπρεπε να σημαίνει τίποτα κάθε άλλο παρά αυτό συνέβη. Αυτό που ένωνε τα χείλη μας ήταν βαθύς πόνος, αδικία και σκοτάδι. Όχι τόσο δικό μου πάρα δικό του. Και μέσα σε όλα αυτά ο Αχιλλέας εξακολουθεί να μου θυμίζει τον Φίλιππο. Όχι όμως αυτόν που έχασα αλλά έναν Φίλιππο που εύχομαι να είχα με τον πιο σκοτεινό και τρομακτικό τρόπο. Δεν πρέπει συνεχιστεί αυτό. Μα όσο και να μου λένε να μείνω μακριά του μετά από αυτό έχω ακόμη μεγαλύτερη περιέργεια να μάθω τι είναι αυτό που κρύβεται πίσω από αυτό το σκοτάδι.
Αλλά είναι αδύνατον. Το χθεσινό ήταν απαράδεκτο και εντελώς ηλίθιο από μέρους μου. Ήμουν μεθυσμένη και του ζήτησα να με φιλησει σαν να ήταν το πιο εύκολο και σωστο πράγμα του κόσμου.
Σηκώνομαι από την τουαλέτα και τρομάζω με τον εαυτό μου στον καθρέπτη. Είμαι ένα μαύρο χαλί και ακόμα ζαλίζομαι φριχτά. Κάνω γρήγορα ένα κρύο μπάνιο και προσπαθώ να καλύψω την κούραση μου με λίγο μακιγιάζ. Κατευθύνομαι προς τη κουζίνα. Είναι ακόμα πολύ νωρίς και επικρατεί ησυχία οπότε φτιάχνω έναν καφέ και παίρνω ένα παυσίπονο.
-Που ήσουν χθες; Ακούω μία φωνή πίσω που και πετάγομαι.
Ο Άρης στέκεται στο ψυγείο και με κοιτάει σοβαρά.
-Με τρόμαξες. Τι εννοείς;
-Ήρθες μες το μαύρο χαλί στο σπίτι και μου ζήτησες να φύγουμε. Σε Ρωτούσα τι έγινε και εσύ κοιτούσες το υπερπέραν, λέει σαν να εξιστορεί ιστορικά γεγονότα.
Προσπαθώ να θυμηθώ τι έκανα αφότου έτρεξα μακρυά από τον Αχιλλέα μα δεν θυμάμαι και εκπλήσσομαι με αυτά που λέει ο Άρης. Ωστόσο δεν μπορώ να του πω τι έκανα στο δασάκι.
-Απλώς βγήκα στην αυλή. Γλίστρησα στις λάσπες. Δεν χρειαζόταν να ανησυχήσεις...
-Να πάρει η ευχή, Μελίσα, χρειαζόταν!!
Με αιφνιδιάζει ο τόνος του και κάνω ένα βήμα πίσω.
-Είπαν ότι έτρεχες σαν τρελή στη νύχτα, κλαίγοντας. Νόμιζα...νόμιζα..., η φωνή του σβήνει και κάθεται στη καρέκλα.
Δεν έπρεπε να συμβεί αυτό. Ήταν απλώς τα γενέθλια μου και έπρεπε να τα περάσω με τους φίλους γελώντας και κάνοντας τρελές. Όχι να μέθυσω απίστευτα, να κλαίω για ένα αγόρι που δεν νοιάστηκε και να φιλήσω ένα άλλο. Ένα μικρό αίσθημα εκδίκησης τελείως άγνωστο, φυτρώνει μέσα μου. Εκδίκησης για τον Φίλιππο. Μα είμαι τόσο ρηχή και εγωίστρια για να ξεχάσω ό,τι άλλο με περιβάλλει. Υποσχέθηκα πως θα προσπάθησω και σε μία στιγμή τα κατέστρεψα όλα και λέω ψέματα στον αδερφό μου. Πρέπει να το διορθώσω. Όσο μπορώ...
Τον κοιτάω.
-Λυπάμαι. Ήπια τόσο πολύ που ένιωσα τα πάντα να με χτυπάνε ανελέητα. Σκεφτόμουν τον Φίλιππο και...απλά έχασα τον έλεγχο, του λέω.
Σηκώνει το κεφάλι του να με κοιτάξει. Τα γαλανά μάτια του ζεσταίνουν καθώς με πλησιάζει.
-Μελίσα, δεν είσαι τέτοια, λέει. Είσαι καλή και...νομίζω ξέρεις βαθιά μέσα σου τι πρέπει να κάνεις.
Μολονότι δίνει πάντα καλές συμβουλές, για πρώτη φορά διστάζει και κομπάζει συνεχώς. Δεν τον πιέζω. Έρχεται η στιγμή που μαθαίνω να μην εξαρτώμαι από τους άλλους έστω και αν μου είναι δύσκολο.
-Ναι το ξέρω, αρκούμαι να πω και μου χαμογελάει.
Ύστερα ετοιμάζουμε μαζί πρωινό και μετά από λίγο έρχονται και η μαμά με τον μπαμπά.

Shy girl don't care 2Where stories live. Discover now