Λ όπως Λούνα-Παρκ

306 15 5
                                    



Ο ήλιος έπαιζε με τις φυλλωσιές των ψηλών δέντρων, τα φύλλα γινόταν από πράσινα, χρυσαφιά κίτρινα. Ένα ελαφρύ αεράκι τα ξεγελούσε πότε πότε και το χρώμα τους πάλι γινόταν βαθύ πράσινο. Άνοιξε τα μάτια της μια χαραμάδα και χάζεψε μερικά πέταλα που παρέσυρε ο γλυκός αέρας. Της μύρισε καλοκαίρι και με ένα μικρό αναστεναγμό θυμήθηκε το σπίτι της.

Ήταν ακόμη άνοιξη, αλλά αυτό το άρωμα το είχε σχετίσει με το σπίτι της. Τον λόφο, το δέντρο πατέρα και την μεγάλη κρυστάλλινη λίμνη Μίσιγκαν. Θυμήθηκε τις κρυφές βουτιές που έκαναν με τον Τομ και την Άννυ, τον Τζον και τα υπόλοιπα παιδιά, με πόση χαρά περίμεναν τα καλοκαιρινά πανηγύρια που γινόταν στο χωριό, τους αγώνες ροντέο, τα αναψυκτικά που έπινε μέχρι να πονέσει η κοιλιά της! Με λύπη θυμήθηκε επίσης ότι δεν πρόλαβε να πάει τα παιδιά στα αλογάκια, όπως τότε που είχε πάει με τον Άντονυ και είχε υποσχεθεί να το κάνει μια μέρα... αλλά δεν πρόλαβε ούτε τα παιδιά να πάει, ούτε ξανά να πάει οπουδήποτε αλλού με τον Άντονυ. Για μια στιγμή πέρασαν από το μυαλό της οι τόσες υποσχέσεις- ελπίδες που είχε κάνει, όπως εκείνη να πάει μαζί με τον Τέρρυ στον λόφο της Πόνυ ή να κάνουν μαζί μια εκδρομή και ένα ρίγος την διαπέρασε. Μήπως θα ήταν και αυτές οι υποσχέσεις ίδιες με τις άλλες?! Μήπως θα ξυπνούσε μια μέρα από το γλυκό όνειρο που ζούσε και ο Τέρρυ θα ήταν μακριά της?! Το μέλλον τι τους επιφύλασσε άραγε?!

Το κορίτσι ήξερε πλέον τα αισθήματα του Τέρρυ προς αυτήν. Ήξερε επίσης και το όνειρό του, αλλά για την ίδια τι ήξερε?! Μπορεί να μην ήξερε και τίποτε! Ίσως μόνο ότι πια δεν ήταν το μικρό ορφανό κοριτσάκι που έτρεχε ξυπόλητο στα λιβάδια του Ιλινόις. Σε λίγες μέρες θα γινόταν δεκαέξι χρονών και με αυτή τη σκέψη η Κάντυ άφησε έναν αναστεναγμό.

- '' Βλέπω βρήκες νέα κρυψώνα Φακιδομουτράκι!'', ακούστηκε η φωνή του Τέρρυ και η Κάντυ ξαφνιασμένη άνοιξε τα μάτια της. Από τότε που είχε ανακαλύψει, λίγο επεισοδιακά βέβαια, το μικρό ξέφωτό με το ρυάκι βαθιά στο δάσος του κολεγίου, έπαιρνε το άλογο και κατέφευγε εκεί όποτε μπορούσε. Δεν ήταν σαν τον απατηλό λόφο, αλλά η απομόνωση που της πρόσφερε ήταν σαν πραγματικό καταφύγιο για το κορίτσι.

- '' Αν ήταν τόσο καλή κρυψώνα, δεν θα με είχες βρει!'', του απάντησε με ένα βαριεστημένο χαμόγελο και ξεφύσησε. Ο Τέρρυ κάθισε δίπλα της, έκοψε ένα μικρό τριφύλλι και άρχισε να παίζει με αυτό το ίδιο βαριεστημένα. Τα μάτια του έγειραν προς το ξαπλωμένο κορίτσι που είχε ξανακλείσει τα μάτια του. Το πρόσωπό της ήταν ήρεμο, αλλά καταλάβαινε ότι δεν κοιμόταν. Περιεργάστηκε για εκατομμυριοστή φορά τα γλυκά χαρακτηριστικά της. Την μικρούλα ανασηκωμένη μύτη που δήλωνε το πείσμα της, τα λευκά δροσερά μάγουλά της που μπορούσαν να γίνουν ροζ από ντροπή και κόκκινα από θυμό! Οι φακίδες της σκέπαζαν παιχνιδιάρικα μύτη και μάγουλα και πολλές φορές το αγόρι είχε μπει στην περιέργεια πόσες να ήταν πράγματι, μπορούσε αλήθεια να τις μετρήσει?! Μπορούσε άραγε να κλέψει έστω και μία, να την έχει πάντα κοντά του?! Τα μάτια του πέρασαν στα ρόδινα χείλη της, που είχε γευτεί ξανά και ξανά και πάντα ήταν ένας πειρασμός για αυτόν. Σκέφτηκε για μισό λεπτό να την φιλούσε έτσι στα ξαφνικά, όπως είχε τα μάτια της κλειστά, δεν θα ήταν και η πρώτη φορά που θα την ξάφνιαζε άλλωστε, αλλά τελικά το μετάνιωσε. Παραήταν γαλήνια για να την ταράξει. Οπότε επέλεξε να συνεχίσει το νοητό ταξίδι του επάνω της. Τα μαλλιά της ήταν λυτά και έπεφταν στο γρασίδι και επάνω της, μια μπούκλα είχε κολλήσει στη βάση του λαιμού της και τότε το αγόρι πρόσεξε ότι η στολή της δεν ήταν όπως πάντα. Φορούσε ένα ανοιξιάτικο φόρεμα ιππασίας · το φουλάρι της ήταν λυτό και έπεφτε πονηρά στις καμπύλες του στήθους της... τα κουμπάκια που έδεναν ψηλά στο λαιμό, ήταν ανοιχτά... τόσο που τα μάτια του Τέρρυ μπορούσαν να διακρίνουν κάθε φορά που ανάσανε το κορίτσι, την λεπτή δαντέλα από τον στηθόδεσμό της. Τράβηξε τα μάτια του από πάνω της, αλλά χωρίς δεύτερη σκέψη τα ξαναγύρισε. Πάλι χωρίς να σκεφτεί, κυρίως τις επιπτώσεις, οδήγησε το μικρό φύλλο που είχε μείνει στο χέρι του, επάνω στο φουλάρι. Τα μάτια του πήγαν στο πρόσωπό της, αλλά δεν διέκρινε καμία αντίδραση. Της ψιθύρισε αν κοιμάται και δεν πήρε απάντηση. Με περισσότερη τόλμη οδήγησε το χέρι του με το φυλλαράκι, επάνω στην καμπύλη του στήθους της, ελάχιστα εκατοστά από το άνοιγμα του ντεκολτέ. Την είδε να παίρνει μια βαθιά ανάσα και συνεπαρμένος από την θέα που του προσέφερε, οδήγησε το ίδιο φύλλο ακριβώς επάνω στην λευκή δαντέλα.

Το Αλφάβητο ( Candy Candy Fan Fic )Tempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang