Η βάρδια μου τελείωσε και αποφάσισα να μην πάω κατευθείαν σπίτι μου. Να περάσω μια βόλτα από το σπίτι αυτό που ήταν μέχρι και χθές.
Πήγα και όπως το φαντάστηκα. Τα πατζούρια ηταν κλειστά, όπως τα άφησαν χθές, αρα δεν μένει Θεσσαλονίκη, τουλάχιστον όχι σε αυτό το σπίτι.
Έφυγα απογοητευμένος με προορισμό το σπίτι μου. Μετά απο κανα 20λεπτο έφτασα και μπήκα για ένα μπάνιο. έφαγα ότι βρήκα και έπεσα για ύπνο αφού ήμουν πτώμα.
[...]
<<Μπαμπά, μπαμπά! ξύπνα!>> άρχισε να φωνάζει πάνω από το κεφάλι μου ενώ παράλληλα χοροπηδούσε πάνω στο κρεβάτι. Άνοιξα το ένα μου μάτι, του χαμογέλασα παιχνιδιάρικα και τον τράβηξα με αποτέλεσμα να πέσει στην αγκαλιά μου.
<<τι κάνει το αγόρι μου;>> <<Καλά είμαι, άντε ξυπνά όμως>> <<μα νυστάζω>> είπα σαν μικρό παιδί <<Ρε Αλεξανδρε, δε σου ειπα να μην ξυπνήσεις τον μπαμπά γιατί είναι κουρασμένος;>> ειπε η Βασια και στήριξε το κορμί της στη κάσα της πόρτας. <<Σιγά, ούτως ή άλλος όταν είμαι μαζί του με ξεκουράζει>> ειπα και εκεινη γελασε ελαφρά <<μόνο εμένα κουράζει εε;>> ειπε παραπονιαρικα και ηρθε να κατσει στο κρεβατι
<<μπαμπά, είχες πει πως σήμερα θα πάμε βόλτα στο πάρκο>> <<ωχ, το ξέχασα>> του ειπα κια επιασα το κεφαλι μου <<αμάν ρε μπαμπά>> ειπε παραπονιαρικα <<αλεξ!>> του φώναξε αυστηρά η βασια και ήρθε κοντά μας << σου υπόσχομαι θα πάμε την Κυριακή, που δεν θα δουλεύω>> <<πάντα έτσι λες>> ωωω θύμωσε <<οι μπαμπάδες των φίλων μου πάντα τηρούν τις υποσχέσεις τους, εσύ ΠΟΤΈ!>> έφυγε απο το δωμάτιο και όπως έφυγε έκλεισε την πόρτα με νεύρα πισω του
<<μην τον ακούς, παιδί είναι και->> <<δίκιο εχει!>> την διεκοψα σκεπτομενος τα λεγόμενα του <<όχι! δεν έχει δίκιο! οι μπαμπάδες των φίλων του να σου θυμίσω, δεν ειναι γιατροί! δεν δουλεύουν 24 ωρες το 24ωρο! δεν σώζουν ζωές! κάτι που εσύ κάνεις καθημερινά! θα πάω να του μιλήσω!>> ειπε και σηκωθηκε με νευρα με προορισμο το δωματιο του Αλεξ <<βασια, δεν πειράζει, αστον>> δεν με άκουσε και πήγε να φύγει, ετσι σηκωθηκα και την έπιασα απο το καρπό <<άφησε τον>> <<καλά>> ειπε και έπεσε πίσω στο κρεβάτι.
<<πως ήταν το βράδυ σου στο νοσοκομείο;>> <<Καλά μωρε, όπως πάντα, έτρεχα όλη την ώρα>> της ειπα ενω εβαλα μια μπλουζα <<τι ώρα θα πας σήμερα;>> <<7>> της απαντησα
<<μαγείρεψα, θα έρθεις να φάμε;>> <<ναι, μισό να παω να κανω ενα μπανιο>>. της ειπα και βγήκε από το δωμάτιο για να πάει να στρώσει το τραπέζι και πηαγα να κανω ενα γρηγορο ντουζ. Πήγα κάτω στην τραπεζαρία και ηταν μόνη της.
<<Ο Αλέξανδρος;>> <<Στο δωμάτιο του, είναι θυμωμένος>> ποιος ξανά ανεβαίνει πάλι τα σκαλιά; Σκεφτηκα. Ανάθεμα την ώρα και την στιγμή που πήραμε σπίτι με 2 ορόφους.
Άρχισα να ανεβαίνω βαριεστημένα τις σκάλες και χτύπησα την πόρτα του δωματίου του.
<<ΦΎΓΕ!>> Ξανα χτύπησα <<ΜΑΜΑ ΦΎΓΕ!>> φοναξε και ξανά χτύπησα και τώρα άνοιξε <<ΤΙ ΘΕΣ ΡΕ ΜΑ- εσύ εισαι;>> ειπε μη περιμενοντας να με δει <<Θα έρθεις να φαμε;>> τον ρωτησα γλυκα <<δεν πεινάω>> εκείνη τη στιγμή η κοιλιά του άρχισε να γουργουρίζει και άρχισα να γελάω <<το ακούω>> του ειπα παιχνιδιαρικα <<σταμάτα να γελάς!>> ειπε θυμωμένος και σταύρωσε τα χέρια του στο στήθος του και άρχισε να κοιτά γύρω γύρω.
Πήγα κοντά του και τον έβαλα στην αγκαλιά μου. <<την Κυριακή θα πάμε στο πάρκο και όπου αλλού θες>> <<δεν σε πιστεύω!>> <<υπόσχομαι>> <<πάλι δεν σε πιστεύω>> <<αν δεν πάμε, θα τρως για 1 εβδομάδα ότι φαγητό θες>> <<1 μηνα>> κοίτα που θέλει να το διαπραγματευτεί κιόλας <<2 εβδομάδες>> <<3 εβδομάδες>> <<2 εβδομάδες και 3 μέρες, τελευταία προσφορά>> <<μεσα!>> δώσαμε τα χέρια <<πάμε να φαμε;>> <<παμε>> ειπε και πηγαμε κατω.
VOUS LISEZ
ΝΑΙ ΚΑΛΑ [2]
Roman pour Adolescents• ΔΕΎΤΕΡΟ ΒΙΒΛΊΟ • - Και χωρίσαμε, βασικά μας χώρισαν! Μας χωρισαν οι βλακείες που κάναμε, πριν καν γνωριστούμε! Και χαθήκαμε, όχι επειδή το θέλαμε, αλλά επειδή έτσι έγινε. Τωρα; Τι κάνουμε; - -ΠΕΡΙΓΡΑΦΉ ΣΤΟ 1ο ΚΕΦΆΛΑΙΟ- 05 Ιουνίου 2018 - #26 εφηβι...