2.17

528 52 0
                                    

Το πρωί έφτασε και όταν ξύπνησα η Βάσια δεν ήταν δίπλα μου. Πηγα στο μπανιο και εκανα ενα ντουζ. Ντυθηκα και κατεβηκα κατω. Νομιζω πως κατι εχω ξαχασει να κανω, αλλα δεν θυμαμαι τι.

<<Καλημερα>> ειπα στην Βασια και στον γιο μου αλλα απαντηση δεν πηρα απο κανεναν. Ο μικρος ηταν αποροφιμενος στο ταμπλετ του να βλεπει παιδικα και να τρωει δημητριακά ενω η βασια με κοιτουσε με μισο ματι, λογικα ηταν θυμωμενη επειδη δεν της ελεγα την αληθεια για το που ημουν εχθες.

<<δεν εχει πρωινο για μενα;>> ρωτησα καθως εκατσα στην θεση μου.Την κοιταξα που ηταν ορθια και στριριγμενη στο νεροχυτη <<Ποδαρακια εχεις, χερακια εχεις, σηκω και κανε μονος σου!>> ειπε ειρωνικα <<καλαα>> ξερω, εχει νευρα και δεν θα το συνεχισω και εγω απο μερια μου.

<<Θέλω να μιλήσουμε!>> της ειπα χαληλοφωνα για να μην μας ακουσει ο Αλεξ <<Κοιτα συπτωση! θα σου ζητουσα το ιδιο!>> ειπε με λιγη ειρωνια στην φωνη της, αλλα το βλεμμα της εδειχνε απογοητευση; Στεναχωρια; Δεν καταλαβα ακριβως...

Εφυγε απο την κουζινα και χαθηκε καπου στο βαθος του σπιτιου. Μετα απο λιγο αφου ο Αλεξ τελειωσε το πρωινο του, τον πηγα στο σχολειο του και επεστρεψα. Εβαλα το κλειδι στη πορτα και την ανοιξα. Η Βασια ηταν καθησμενη στο μεγαλο δερματινο καναπε, χαμενη στις σκεψεις της. Δεν καταλαβε την παρουσια μου στο δωματειο μεχρι που εκατσα στον απεναντι δερματινο καναπε και με κοιταξε. Τωρα ναι, τωρα μπορουσα να αναγνωρισω την θλιψη στα ματια της.

<<Τι ηθελες να μου πεις;>> εκανα την πρωτη κινηση <<Θελω να σου ζητησω συγγνωμη, συγγνωμη για ολα, συγγνωμη που σου κατεστρεψα την ζωη, που εκανα οτι εκανα τοτε στο σχολειο, συγνωμμη που σε χωρισα απο την μυρτω->> και εκει ξαφνιαστηκα, απο που και ως που της ηρθε η Μυρτω τωρα; <<Γιατι μου τα λες ολα αυτα τωρα;>> πειρε μια βαθια ανασα πριν αρχισει να μιλησει και μπορουσες ανετα να διακρινεις πως ειχε βουρκωσει.

<<Ξερω πως ποτε σου->> σταματησε να μιλαει και κοιταξε καπου αλλου, αλλα οχι εμενα. <<Ποτε σου δεν την ξεπερασες>> ολοκληρωσε την προταση της και με τις χουφτες της επιασε το προσωπο της. Δεν μιλησε για αρκετη ωρα και εγω δεν μπορουσα να την πιεσω, ετσι απλα περιμενα <<Χρηστο>> αναφωνησε και εσπασε η σιωπη αναμεσα μας <<πες μου>> ειπα οσο πιο γλυκα και ηρεμα μπορουσα.

Ας σημειωθει πως αυτη ειναι η πρωτη φορα μεσα στα 10 χρονια που σηζουμε που μιλαμε χωρις εντασεις <<δεν μπορω να το κραταω αλλο μεσα μου->> εκανε μια μεγαλη παυση και με κοιταξε βαθια μεσα στα ματια <<Σε ερωτευθηκα απο την πρωτη στιγμη που σε ειδα, απο το πρωτο και ολας λεπτο, σε αγαπησα οσο τιποτα αλλο στον κοσμο, και το να ζουμε κατω απο την ιδια στεγη, και να εχουμε ενα παιδι μαζι, αλλα τιποτα παραπανω με σκοτωνει. ξερω πως δεν εχεις ξεπερασει την Μυρτω, ξερω πως ποτε σου δεν την εβλακλες απο το μυαλο σου, πως παντα την σκευτοσουν, και το πως ποτε σου δεν με ειδες, αλλα ουτε θα με δεις οπως αυτη. Σχεδον καθε βραδυ απο τοτε που συγκατουκουμε σε ακουω να φωναζεις το ονομα της στον υπνο σου και καθε φορα νιωθω την ιδια μαχαιρια στην καρδια μου. Αν και δεν κοιμομαστε στο ιδιο κρεβατι, και παλι ακουω την φωνη σου να την φωναζεις και να τη παρακαλας να μεινει διπλα σου. Να της ορκιζεσαι οτι μονο αυτη θες και->> σταματησε την προταση της εκει 

ΝΑΙ ΚΑΛΑ [2]Where stories live. Discover now