2.10

1.1K 162 67
                                    

<<που το βρήκες;>> την ρώτησα καθώς πήγα κοντά της και πήρα το χαρτί από τα χέρια της <<δεν είναι αυτο το θεμα μας αυτή τη στιγμή Χρήστο, ποιανού είναι αυτή η διεύθυνση και ο αριθμός; η Μαλλον ποιανής;>> με ρωτησε και τοτε νευριασα λιγακι με την σταση της απεναντι μου  <<ΓΙΑ ΝΑ ΣΟΥ ΠΩ! ΕΜΕΊΣ ΟΙ ΔΎΟ ΔΕΝ ΈΧΟΥΜΕ ΣΧΈΣΗ ΟΚΕΥ; ΔΈΧΤΗΚΑ ΝΑ ΜΕΊΝΩ ΜΑΖΙ ΣΟΥ ΕΠΕΙΔΉ ΜΕ ΕΊΧΕ ΠΡΙΞΕΙ Ο ΠΑΤΈΡΑΣ ΜΟΥ ΤΟΤΕ! ΕΓΏ ΈΧΩ ΤΗΝ ΖΩΉ ΜΟΥ ΚΑΙ ΕΣΎ ΤΗΝ ΔΙΚΉ ΣΟΥ! ΜΈΝΟΥΜΕ ΜΑΖΊ ΕΠΕΙΔΉ ΣΤΗΝ ΜΈΣΗ ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΕΞ! ΌΣΟ ΓΙΑ ΤΟ ΠΟΙΑΝΟΎ Ή ΠΟΙΑΝΗΣ ΕΊΝΑΙ ΑΥΤΌ ΕΊΝΑΙ ΔΙΚΌ ΜΟΥ ΠΡΌΒΛΗΜΑ, ΤΟ ΚΑΤΆΛΑΒΕΣ Ή ΝΑ ΣΤΟ ΣΥΛΛΑΒΙΣΩ;>> δεν μπορούσα να ελέγξω την φωνή μου, γιατί τόσα χρόνια τα κρατούσα μέσα, τόσα χρόνια καταπιεζα τα θελω μου για τα δικά της θέλω και του Άλεξ

<<λάθος μου>> είπε απολογητικά <<συγγνώμη>> συνέχισε αλλά δεν της απάντησα καθώς έβλεπα από πίσω της, πάνω στις σκάλες τον Άλεξ να μας κοιτάει με δάκρυα στα μάτια. Γαμωτο! Άκουσε την συζήτηση μας. Άρχισε να τρέχει <<ΆΛΕΞ>> φώναξα το όνομα του αλλά δεν με άκουσε <<ΑΛΕΞ>> άρχισα να ανεβαίνω τρείς τρεις τις σκάλες τρέχοντας <<ΆΝΟΙΞΕ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ>> του ξανά φωναξα ενώ προσπαθούσα να ανοίξω την πόρτα του δωματίου του <<ΆΛΕΞ ΣΕ ΠΑΡΑΚΑΛΏ>> δεν μου μιλούσε, γαμωτο σου βασια εσύ και οι ζηλιες σου <<ΆΛΕΞ ΆΝΟΙΞΕ, ΘΑ ΣΠΆΣΩ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ>> δεν έκανε κινήσει <<ΘΑ ΜΕΤΡΉΣΩ ΜΈΧΡΙ ΤΟ 3, ΑΝ ΔΕΝ ΑΝΟΊΞΕΙΣ ΘΑ ΤΗΝ ΣΠΑΣΩ!>>

<<αλεξ, σε παρακαλω, άνοιξε>> είπε μέσα από τους λυγμους της <<ΒΑΣΙΑ ΦΎΓΕ, ΕΣΥ ΕΥΘΎΝΕΣΑΙ ΓΙΑ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΤΩΡΑ>> της φώναξα με νευρα 

<<ένα>> παύση <<δύο>> παύση <<τρεια>> αφού δεν άνοιξε, εσπασα την πόρτα και τον είδα να προσπαθεί να αναπνεύσει, πήγα κοντά του και έκατσα στα γόνατα μου <<Αλεξ αγόρι ηρέμησε, προσπάθησε να ηρεμήσεις  και προσπάθησε να αναπνεύσεις μαζι μου>> προσπαθησα να ειμαι οσο πιο ηρεμος μπορουσα.

[...]

<<Χρήστο θα γίνει καλα;>> ρώτησε για 3η φορά αλλά δεν της απάντησα, απλά την κοίταξα με μισό μάτι. <<σταματά να με κοιτάς έτσι και μιλά μου!>> απαίτησε ενω εκλεγε αλλά δεν της έδωσα σημασία. Απλά σηκώθηκα και έφυγα από το δωμάτιο αναμονής. Βγήκα έξω να πάρω λίγο καθαρο αέρα.

<<Χρήστο;>> γύρισα να την κοιτάξω <<όλα καλα;>> με ρώτησε <<Έτσι πιστεύω>> της είπα και την αγκάλιασα <<έμαθα πως ο ανιψιός μου είναι στο νοσοκομείο, τι έπαθε;>> με ρωτησε η Ανδρονικη καθως εκατσε στο πεζουλακι διπλα μου <<ήρθαμε για να σιγουρευτούμε πως είναι καλα>> της απαντησα <<τι εννοείς; τι έπαθε; είναι καλα>> έπιασε το κούτελο της και άρχισε να περπατάει πέρα δώθε <<θα δούμε τι θα πουν οι εξετασεις>> της ειπα ηρεμα

<<τι ακριβώς εγινε;>> <<Δεν μπορούσε να αναπνεύσει>> <<στα καλα του καθουμενου;>> με ρωτησε ενω σταματησε να περπατα για να με κοιταξει καλυτερα <<ας πούμε πως άκουσε πράγματα που δεν έπρεπε>> της ειπα καθως αναψα ενα τσιγαρο για να ηρεμισω <<πάλι μαλώνανε με την βασια;>> <<ρε συ Ανδρονίκη, το ξέρεις πως δεν την ήθελα και δεν την Θέλω, τι θες να κανω;>> της απαντησα στην εωτηση της <<και τι άκουσε ο μικρός που έπαθε τέτοιο σοκ που χρειάστηκε να έρθει στο νοσοκομείο, γιατί περί σοκ πρόκειται>> ειπε και με κοιταξε καλυτερα <<άκουσε πως μένω μαζί με την βασια επειδή στην μέση είναι αυτος>> της ειπα και πηρα μια μεγαλυτερη τζουρα απο το τσιγαρο <<αμαν ρε Χρήστο! Αυτό ήταν χοντρό>> <<Δεν είχα σκοπό να τα ακούσει ξέρεις, γιος μου είναι και τον αγαπάω!>> της ειπα ενω ανεβασα λιγο τον τονο της φωνης μου <<και ποιος ο λόγος που μαλώσατε;>> <<έκανε ζήλιες για το τιποτα>> <<κάτι θα εκανες και->> <<ΔΕΝ ΤΑ ΈΧΟΥΜΕ ΆΡΑ ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΚΆΝΩ ΌΤΙ ΘΈΛΩ>> την διεκοψα  <<Ναι ρε Χρήστο αλλά έχετε και παιδί μαζί>> <<για αυτό κάθομαι μαζί της και ας σταματήσουμε αυτή την συζήτηση εδώ γιατί δεν θέλω να μαλωσουμε και μεταξύ μας>> πεταξα το τσιγαρο κατω, μπήκα μέσα στο κτίριο και πήγα στην γραμματέα

<<βγήκαν οι εξετάσεις του γιου μου;>> ρώτησα την νοσοκόμα που καθοταν πίσω από την οθόνη του υπολογιστή <<εμμ, Ναι, οι γιατροί είναι ήδη στο δωμάτιο του>> <<Ευχαρσιτω>> της απαντησα και πήγα στο δωμάτιο του και εκεί ήταν η βασια, η προϊστάμενος μου και ο Γιώργος.

<<όπως είπα και πριν δεν υπάρχει λόγος για ανησυχίας>> Είπε χαμογελαστά η γιατρός Γεωργιου <<Χρήστο έρχεσαι μαζί μου;>> με κοίταξε και απλά την εγνεψα ακολουθώντας την έξω από την πόρτα

<<τι εχει; είναι όλα καλα;>> την ρωτησα καθως αρχισα να ανησυχώ <<Ένα σοκ πέρασε και αν δεν σε πειράζει θα ήθελα να μάθω το λογο. Τι του είπατε του παιδιού και τον φέρατε σε τέτοια κατάσταση; Το ξέρεις πως η αρτηριακή του πίεση είχε φτάσει τόσο χαμηλά που αν δεν θέλω καν να σκέφτομαι τι θα γινοταν αν δεν είχατε έρθει έγκαιρα;>> τον κοίταξα από το παράθυρο του δωματίου του να γελάει με την βασια <<ακους που σου μιλαω; Τι του κανατε;>> προσπάθησε να κρατήσει την φωνή της σταθερή και να μην αρχίζει να φωνάζει σαν μανιακη σε όλο το νοσοκομείο <<αν δεν σας πειράζει, δεν θα ήθελα να σας πω>> της απαντησα <<Μάλιστα>> μου ειπε και έφυγε και έτσι μπήκα στο δωμάτιο του

<<Πως εισαι;>> τον ρωτησα καθως πηγα διπλα του και του εδωσα ενα φιλι <<καλύτερα, ποτέ θα φύγουμε;>> με ρωτησε <<τωρα>> του χαμογέλασα γλυκά τον πείρα από το χέρι και φύγαμε σπίτι.







foulaaa

ΝΑΙ ΚΑΛΑ [2]Donde viven las historias. Descúbrelo ahora