Η επόμενη μέρα έρχεται και τους βρίσκει αγκαλιά. Η κοπελα γυρίζει για να τον αντικρίσει. Εκείνος ανασαίνει βαριά. Δεν ροχαλίζει καθόλου. Τα μαλλιά του έχουν πέσει ανάκατα στα μάτια του. Το στόμα του είναι μισάνοιχτο και τα χείλη του είναι κόκκινα, ζουμερά. Τον φιλάει απαλά και σηκώνεται. Ξεκινάει να ντύνεται, ώσπου ο Χάρρυ ανοίγει τα μάτια του.
«Που πας;» ρωτάει με την αγουροξυπνημένη φωνή του.
«Η φωνή σου ειναι τοσο γλυκιά οταν είσαι αγουροξυπνημένος.» λέει η κοπέλα πριν προλάβει να συγκρατήσει τις σκέψεις της.
«Μμμ ευχαριστώ!» γελά και τρίβει τα μάτια του.
«Παρακαλώ.» λέει και κοκκινιζει.
«Που πας, δεν μου είπες;»
«Πρέπει να πάω σπίτι να μιλήσω με τον Τζειμς.» ομολογεί καθώς κουμπώνει το τζιν της.
«Καλά...» απαντά κάπως ξινά εκείνος.
Τον πλησιάζει και τον φιλάει απαλά στα χείλη του πριν βγει από το δωμάτιο. Έπειτα από μερικά λεπτά φτάνει στο σπίτι του Τζειμς. Χτυπά την πόρτα δειλά, μιας και όταν έφυγε δεν είχε πάρει κλειδιά, ώσπου ανοίγει ο Αλεξ.
«Μπα, ήρθες;» ρωτάει ειρωνικά κάνοντας την να αγριέψει.
Η κοπέλα δεν του απαντάει, απλά τον προσπερνάει και κατευθύνεται προς το δωμάτιο του Τζειμς. Ανοίγει αργά την πόρτα και τον βλέπει να ντύνεται. Τα μάτια του ήταν πιο μοβ από χτες, όπως και η μύτη του. Το χείλος του είχε γρατσουνιές και το δεξί του μάτι ήταν πρησμένο. Μόλις καταλαβει πως βρίσκεται στο δωμάτιο, γυρίζει να την κοιτάξει.
«Μπα γύρισες;» ρωτάει στον ίδιο τόνο όπως ο Αλεξ.
«Ναι... κοίτα..»
«Μην το πεις, φαντάζομαι τι έγινε δεν χρειαζεται να ξέρω λεπτομέρειες!» την διακόπτει απότομα και θυμωμένα καθώς περνάει την μπλούζα του απο το κεφάλι του.
«Όχι, δεν ξέρεις!» φωνάζει λίγο εκείνη θιγμένη.
«Ελπίζω απλά να σε πήδηξε καλά και για αυτό να διάλεξες εκείνον!» τα λόγια του χτυπάνε το πρόσωπο της σαν παγωμένο κύμα.
«Και εσύ που ξέρεις πως διάλεξα εκείνον;» ρωτάει σαστισμένα.
«Πλάκα μου κάνεις έτσι;»
«Όχι, σου μιλάω πολύ σοβαρά.»
«Οκει... εσύ του είπες να με πάρει τηλέφωνο και να μου το πει πως διάλεξες εκείνον.» λέει νευριασμένα αλλά και με μια δόση μελαγχολίας.
«Παιδί μου πας καλά; Τι είναι αυτά που λες;» τον κοιτάζει σαστισμένη.
«Εγώ τι λέω ή εσύ που μου το παίζεις χαζή; Μου το είπε...»
«Δεν έχω καταλάβει τίποτα. Εξήγησέ μου!» απαιτεί και εκείνος ξεφυσάει.
«Οκει... χτες με πήρε τηλέφωνο ο Χάρρυ, την ώρα που κοιμόσουν φαντάζομαι και μου είπε πως διάλεξες εκείνον. Όταν τον ρώτησα γιατί δεν μου το είπες εσύ μου απάντησε πως φοβόσουν να μου το πεις για αυτό και τον έβαλες να με πάρει τηλέφωνο να μου το πει εκείνος.» της εξηγεί.
«Δεν... δεν ξέρω τι να πω...» η κοπέλα έχει μείνει άφωνη, δεν περίμενε κάτι τέτοιο με τίποτα.
«Δηλαδή... δεν ισχύει;» τα μάτια του λάμπουν.
«Εεμ ισχύει αλλά... τώρα μπερδεύτηκα.» κάθεται στο κρεβάτι του ακουμπώντας τα χέρια της στο πρόσωπο και ξεφυσάει.
«Τότε πάρε κι άλλο χρόνο και σκέψου.» κάθεται δίπλα της και πιάνει το χέρι της.
Η κοπέλα κουνάει καταφατικά το κεφάλι της και βγαίνει από το δωμάτιο. Αφού πάρει τηλέφωνο τον Χάρρυ του λέει να συναντηθούν σε ένα καφέ λίγο πιο πέρα από το ξενοδοχείο. Παίρνει μερικά λεφτά, κλειδιά, το κινητό της και μια ζακέτα. Βγαίνει από το σπίτι με τα μάτια του Άλεξ να την ακολουθούν. Απλά τον αγνοεί και φεύγει. Μέσα σε λίγα λεπτά φτάνει στην καφετέρια. Μπαίνει μέσα και τον βλέπει να κάθεται σε ένα τραπέζι μαζί με τον καφέ του. Της χαμογελάει, όμως εκείνη δεν ανταποδίδει.
«Όλα καλά;» την ρωτάει μόλις φτάνει στο τραπέζι.
«Όχι!» ο τόνος της σκληρός.
«Τι έγινε πάλι;»
«Εσύ θα μου πεις.» σηκώνει το κεφάλι της και τον καρφώνει με τα μάτια της.
«Εεε δεν σε καταλαβαίνω!» λέει μπερδεμένα.
«Να σε βοηθήσω τότε... γιατί πήρες τηλέφωνο τον Τζέιμς και του είπες πως διάλεξα εσένα;» η φωνή της ακόμα ψυχρή.
«Εκείνος στο είπε έτσι;»
«Ναι... γιατί το έκανες;»
«Γιατί, δεν ισχύει;» ο τόνος του ειρωνικός.
«Άλλο σε ρώτησα απάντησέ μου!» απαιτεί.
«Εεεμ... απλά...»
«Άστο κατάλαβα για να ικανοποιήσεις το εγώ σου! Όμως με αυτό με μπέρδεψες ακόμα περισσότερο! Είχα αποφασίσει αλλά μετα από αυτό δεν ξέρω.» φωνάζει λίγο και μερικά άτομα γυρίζουν να τους κοιτάξουν.
«Μα τι λες τώρα;» υψώνει και αυτός την φωνή του.
«Αυτό ήταν ανώριμο και ανόητο από μέρους σου Χάρρυ!»
«Γιατί δεν θα του το έλεγες έτσι κι αλλιώς;»
«Ναι, αλλά όχι έτσι. Και τέλος πάντων ένα συγγνώμη θα μπορούσες να πεις αλλά που;»
Σηκώνεται και φεύγει γρήγορα από το τραπέζι. Βγαίνει έξω και περπατάει προς μια άγνωστη κατεύθυνση. Θα πάει όπου την πάνε τα πόδια της, δεν έχει καμία όρεξη να κουράσει το μυαλό της και με αυτό...
VOTE & COMMENT. THANK YOU:*
YOU ARE READING
Ο Γείτονας!
Fanfiction«Η ζωή θα σου φέρει πολλά εμπόδια και δυσκολίες... Ομως, μονάχα ενα δεν θα μπορεσεις να αντιμετωπίσεις όσο και να θέλεις, όσο και αν προσπαθήσεις και αυτό είναι... Ο Θάνατος!»