Harry's pov
Μόλις γυρίσαμε στο σπίτι η Φαμπιάνα ήταν ένα ράκος. Όχι πως εγώ πήγαινα πίσω... το χειρότερο είναι πως θα γίνει αυτό που φοβόμουν. Όπως είπε ο γιατρός, κατά ενενήντα της εκατό θα χάσουμε το μωρό και όχι μόνο. Μπορεί να μην προλάβουμε να θεραπεύσουμε και την Φαμπιάνα πριν είναι πολύ αργά. Μόνο στην σκέψη ότι θα χάσω και εκείνη και το μωρό τρελαίνομαι. Ήταν το μόνο πράγμα που σκεφτόμουν όση ώρα ήμασταν στον γιατρό. Δεν της μιλούσα καν, δεν ήξερα τι να πω. Βρισκόμουν σε σοκ... όταν όμως είπε πως μπορεί να χάσουμε το παιδί και την είδα να κλαίει λύγισα. Δεν μου αρέσει να την βλέπω να κλαίει, το σιχαίνομαι. Στην διαδρομή για το σπίτι δεν μιλήσαμε σχεδόν καθόλου. Εκείνη είχε πιάσει την κοιλιά της και κοίταζε έξω από το παράθυρο κλαίγοντας. Σπαράζει η καρδιά μου να την βλέπω έτσι. Είναι ότι χειρότερο.
«Πάω για ένα μπάνιο.» λέει αμέσως μόλις μπούμε σπίτι με μια αδύναμη φωνή.
«Εντάξει, εγώ λέω να κοιμηθώ λίγο. Νιώθω κουρασμένος. Έλα μετά ξάπλωσε μαζί μου.»
Κουνάει καταφατικά το κεφάλι της και χάνεται στο μπάνιο. Βγάζω το παντελόνι μου και την μπλούζα μου και ξαπλώνω με τον μποξεράκι μου στο κρεβάτι. Αμέσως μόλις κλείσω τα μάτια μου χάνομαι σε ένα γλυκό ύπνο. Μερικά λεπτά αργότερα ξυπνάω από το κλάμα της Φαμπιάνας. Πετάγομαι όρθιος και την βλέπω να κάθεται στο κρεβάτι με τα γόνατά της στο στήθος της. Τα χέρια της βρίσκονται μπλεγμένα πάνω στα γόνατά της και το κεφάλι της ακουμπισμένο πάνω στα χέρια της. Νομίζω πως η καρδιά μου έσπασε...
«Έι, έι... τι έγινε;» της σηκώνω το κεφάλι για να με κοιτάξει.
«Δεν θέλω να χάσω το παιδί πάλι...» λέει μέσα από τους λυγμούς της.
«Σσς! Μην το σκέφτεσαι έτσι. Να γίνεις εσύ πρώτα καλά και θα κάνουμε μαζί πολλά πολλά παιδιά, ναι;» της χαμογελάω και εκείνη μου κουνάει καταφατικά το κεφάλι της καθώς την παίρνω αγκαλιά.
«Ξέρεις... θα γίνω άσχημη με τις χημειοθεραπείες... θα μου πέσουν τα μαλλιά και...»
«Ποτέ δεν θα είσαι άσχημη για μένα. Μην το ξανά πεις.» την διακόπτω και η φωνή μου βγαίνει σαν ψίθυρος.
«Χάρρυ...» σηκώνει το κεφάλι της και με κοιτάει.
«Ναι...»
«Σ' αγαπάω.»
«Και εγώ ζωή μου.» την ξανά παίρνω αγκαλιά ώσπου πέφτουμε για ύπνο.
Το επόμενο πρωί έρχεται και εμείς ξανά πηγαίνουμε στον γιατρό. Σήμερα θα κάνει την πρώτη της χημειοθεραπεία. Όπως το περίμενα, δεν με αφήνουν να μπω. Αλίμονο... έχω αγχωθεί πάρα πολύ. Θέλω να είμαι δίπλα της συνέχεια, κάθε ώρα, κάθε λεπτό. Να στην στηρίζω και να της λέω πόσο την αγαπάω και πως όλα θα πάνε καλά.
[...]
Με αυτόν τον τρόπο περνάνε δυο μήνες και έρχεται ο Αύγουστος, όμως τα πράγματα δεν πάνε καλά. Το μωρό το έχασε μέσα στις πρώτες εβδομάδες κάτι που στοίχησε και στους δύο αρκετά. Έμεινα όμως δυνατός να την στηρίζω. Όπως μου είχε πει, τα μαλλιά της έπεσαν και φοράει συνεχώς ένα μαντίλι για να καλύπτει το άδειο της κεφάλι. Πολλές φορές προσπαθεί να με διώξει μακριά της, αλλά ξέρω πως με χρειάζεται πιο πολύ από τον καθένα. Μέχρι και οι γονείς της είναι εδώ μαζί μας και την βοηθούν, όμως όπως είπα τα πράγματα δεν πάνε καλά. Σήμερα θα επισκεφτούμε τον γιατρό. Οι γονείς της γύρισαν στο Λονδίνο, αλλά θα ξανά έρθουν σε μερικές μέρες.
«Καθίστε...» λέει ο γιατρός και μας κάνει νόημα.
«Πως πάει γιατρέ;» ρωτάω βραχνά.
«Δεν πηγαίνει καλά. Αντί να υποχωρήσει μεγεθύνθηκε.»
«Δηλαδή;» λέει αδύναμα. Γενικά τον τελευταίο καιρό δεν έχει την ενέργεια που είχε παλιά και ο γιατρός είπε πως είναι σύμπτωμα της λευχαιμίας.
«Λυπάμαι που θα σας το πω αλλά... το επίπεδο στο οποίο έχει φτάσει η λευχαιμία δεν θεραπεύεται...» λέει και σκύβει το κεφάλι.
«Αποκλείεται! Θα υπάρχει κάποιος τρόπος! Δεν γίνεται!» φωνάζω στον γιατρό.
«Λυπάμαι...» η φωνή του σιγανή.
«Πόσο... πόσο καιρό έχω;» ρωτάει η Φαμπιάνα καθαρίζοντας τον λαιμό της. Τα μάτια μου πέφτουν πάνω της και η μελαγχολία αρχίζει να με κατακλύζει.
«Έχετε... ένα με ενάμιση μήνα.» τα μάτια μου ανοίγουν διάπλατα. Εκείνη κουνάει καταφατικά το κεφάλι της και του χαρίζει ένα αχνό χαμόγελο.
Όχι...
VOTE & COMMENT. THANK YOU:*
YOU ARE READING
Ο Γείτονας!
Fanfiction«Η ζωή θα σου φέρει πολλά εμπόδια και δυσκολίες... Ομως, μονάχα ενα δεν θα μπορεσεις να αντιμετωπίσεις όσο και να θέλεις, όσο και αν προσπαθήσεις και αυτό είναι... Ο Θάνατος!»