30: Ατύχημα

925 71 5
                                    

Το τηλέφωνο της Στεφανίας χτύπησε και εκείνη βαριεστημένα σηκώθηκε και κατευθύνθηκε προς στο κομοδίνο που βρισκόταν το κινητό της.

"Τι έγινε Μάρκο;" τον ρώτησε και κοίταξε τον εαυτό της στον καθρέφτη.

"Ο κουνιάδος σου έχει βάλει ανθρώπους να ψάξει για εσένα" στο άκουσμα αυτών των λέξεων θυμωμένη κοπάνησε το χέρι της πάνω στο κομοδίνο.

"Ποιος από τους δύο;" τον ρώτησε.

"Ο μικρός"

Γρύλισε θυμωμένη καθώς άρχισε να περπατάει πάνω κάτω στο δωμάτιο.

"Άκου τι θα κάνεις" άρχισε να του λέει το σατανικό της σχέδιο. "Για να σας δω τώρα"

******

Ο Εφραίμ μπήκε στο αυτοκίνητο του και άρχισε να οδηγεί θέλοντας να πάει κάπου να ξεσκασει.

Καθώς οδηγούσε σε έναν ερημικό δρόμο, είδε μια απομονωμένη παραλία και σκέφτηκε να σταματήσει και να κάνει μια βόλτα.

Πάτησε φρένο αλλά δεν λειτουργούσε.

Πατούσε και ξανά πατούσε, τίποτα, ώσπου έπεσε πάνω σε ένα δέντρο και όλα μαύρα μετά.

Ξύπνησε μετά από κάτι ωραίες στο νοσοκομείο και είδε όλη την οικογένεια του να βρίσκονται πάνω από το κεφάλι του.

"Είσαι καλά;" τον ρώτησε και εκείνος έγνεψε θετικά.

"Πονάς κάπου;" τον ρώτησε και κούνησε αρνητικά το κεφάλι του.

"Σας παρακαλώ πάρα πολύ, ένας ένας, όχι όλοι μαζί" ακούστηκε η θυμωμένη φωνή του γιατρού.

"Πηγαίνετε σπίτι. Θα κάτσω εγώ με τον μικρό" του είπε και έγνεψαν θετικά.

***

Η Στεφανία μπήκε με σταθερά βήματα στο δωμάτιο του Εφραίμ και πλησίασε πατέρα και γιο.

"Ω! Αγάπη μου! Έμαθα τι έπαθες!" είπε δήθεν λυπημένα και του έδωσε ένα φιλί στο κούτελο.

"Είμαι καλά" της απάντησε.

Εκείνη και τα δάχτυλα της χάιδευε το στέρνο του και σχημάτιζε σχήματα.

Μια κοιτούσε τον πατέρα και μια τον γιο.

"Είδες τι παθαίνει, όποιος ανακατεύετε με την Στεφανία" του είπε και ο Αλέξανδρος την κοίταξε μην καταλαμβάνοντας.

"Ω! Δεν σας ενημέρωσαν ότι τα φρένα ήταν κομμένα;" τους ρώτησε και την κοίταξαν σοκαρισμένοι. "Και κάποιος φυσικά τα έκοψε. Δεν γίνεται τα κοπούν μόνα τους" τους είπε και εκείνη γέλασε.

"Εσύ; Τώρα που θα έρθει η αστυνομία, θα δεις τι θα πάθεις" την προειδοποίησε και εκείνη άρχισε να γελάει.

"Δεν μπορείτε να μου κάνετε τίποτα. Σας κρατώ στο χέρι μου. Αν τολμήσετε και πείτε τίποτα στην αστυνομία ή ξανά βάλετε κάποιον να ψάξει για 'μένα, τότε θα κάνω δώρο, μερικά στοιχεία στον Μάνο και τι στοιχεία είναι αυτά; Στοιχεία για το πώς πέθανε ο πατέρας του" τους είπε με ένα στραβό χαμόγελο.

Οι ανάσες και των δύο κόπηκαν μαχαίρι.

Εκείνη άρχισε να περπατάει και καθώς περνούσε δίπλα από τον Αλέξανδρο, εκείνος την έπιασε από το χέρι.

"Θα μου το πληρώσεις αυτό" της είπε ψιθυριστά.

"Ω! Φοβήθηκα τώρα!" είπε δήθεν λυπημένα. "Μην με πολύ νευριάζεις, γιατί μπορώ αυτή την στιγμή να πω στον Εφραίμ, ότι είναι υιοθετημένος και να φέρω τον πραγματικό γιο σου σπίτι σου και να ξυπνήσω κάτι ωραίες αναμνήσεις στο γυναίκα σου"

Έφυγε και εκείνος έμεινε να την κοιτάζει σοκαρισμένος.



Story by ~ ntani_ela

Ο άγριος διευθυντής 2 ✔Where stories live. Discover now