Όπως πρόβλεψε, ήταν μερικές ώρες μακριά από τη Θεσσαλονίκη. Ευτυχώς, θυμόταν τον δρόμο από όταν είχαν πάει ένα καλοκαίρι εκδρομή με τη παρέα της. Ήταν ειρωνικό το πως κάποτε γελούσαν και άκουγαν δυνατά μουσική πηγαίνοντας διακοπές και τώρα ήταν τυφλή από το ένα μάτι, καλυμμένη με χώμα και ιδρώτα και βαριά χτυπημένη.
Όπως χάραζε, έβλεπε όλο και περισσότερα αυτοκίνητα με προσφυγές πολέμου. Οι εικόνες θύμιζαν αποκαλυπτική ταινία, αλλά πια ήταν η συντριπτική πραγματικότητα.
Η καρδιά της χτύπουσε δυνατά και δεν μπορούσε να ισορροπήσει την ανάσα της. Δεν πίστευε πως τα κατάφερε όντως να ξεφύγει από τους στρατιώτες και πως έπιασαν τον Άρη. Ήταν εξοργισμένη μαζί του, που επέτρεψε να τους προφτάσουν αλλά έπρεπε να συνεχίσει το δρόμο της, μέχρι που άρχισε να βλέπει τα προάστια της πόλης.
Είχε κηρυχθεί στρατιωτικός νόμος και τα τανκ, τα φορτηγά και οι πεζοί οπλισμένοι στρατιώτες ήταν παντού. Είχε μέσα στη τσάντα της ευτυχώς μια χειρουργική μάσκα που θα την βοηθούσε να καλύψει τα χαρακτηριστικά της. Τη φόρεσε γρήγορα και πάρκαρε σε ένα ερημωμένο δρόμο και προετοιμάστηκε να περάσει περπατώντας μέσα από τους εκατοντάδες στρατιώτες και οικογένειες που έφευγαν για να σωθούν από τον πόλεμο που μόλις ξεκινούσε.
Η οδός Αριστοτέλους ήταν γεμάτη κάποτε με κόσμο και μαγαζιά. Τώρα ήταν αγριεμένοι στρατιώτες και τρομαγμένοι πολίτες κάτω από έναν σκληρό καύσωνα. Ο κόσμος είχε αποφασίσει να φύγει γρήγορα από την Ελλάδα προβλέποντας το πόσο θα χειροτέρευαν τα πράγματα τις υπόλοιπες βδομάδες.
Ο Βάσα ήταν κάτοικος της Κάτω Τούμπας και με το αμάξι δεν ήταν μακριά. Έπρεπε όμως να παρκάρει κάπου που δεν θα τραβούσε τη προσοχή των στρατιωτών που περιπολούσαν.
Μπήκε μέσα στις γειτονιές και έφτασε στην αρχή της οδού που ήταν το σπίτι του Βάσα. Πάρκαρε δίπλα σε ένα ρέμμα, με απέναντι της τα ερείπια μιας κατάληψης που είχε εκκενωθεί μάλλον πρόσφατα. Ήταν μερικά σπίτια μακριά από τον προορισμό της και κράτησε το πιστόλι μέσα από τη ζώνη της με τη καρδιά της έτοιμη να σπάσει. Το σπίτι του Βάσα ήταν μερικά μέτρα μακριά της. Θα τους σκότωνε και θα γυρνούσε επιτέλους πίσω.
"Περιμένετε παρακαλώ." Είπε η Κατρίνα στον κάτοικο της πολυκατοικίας που έμπαινε στο κτήριο και την περίμενε για να μπει.
"Κάτοικος της περιοχής;" Ρώτησε ο ψηλός, ξανθός άντρας. Ήταν νέος και είχε ένα πολύ γοητευτικό χαμόγελο που κατά κάποιο τρόπο ήταν κακόβουλο.
ESTÁS LEYENDO
Το Ημερολόγιο ενός Γελωτοποιού
AcciónΗ ζωή της Κατρίνα ήταν πάντα μια μάχη της σκλαβιάς και της ελευθερίας. Των κελιών που σε βάζουν οι σκέψεις και ο πόνος σου, και η ελευθερία της επιλογής μιας γυναίκας του εικοστού πρώτου αιώνα. Καθώς εκείνη κρέμεται μεταξύ της αιχμαλωσίας και της λε...