Chapter 2

769 60 10
                                    

«Έλα Μάνο»

«Τι κάνεις?»

«Τι να κάνω? Τα ίδια. Βαριέμαι την ζωή που ζώ.»

« Κακώς»

«Νομίζεις?»

«Δεν πρέπει να πέφτεις κάθε φορά που κάποιος λέει κάτι άσχημο. Είδες πως γίνεσαι.»

«Και τι να κάνω? Να χαζογελάω και να τους λέω αχ τι ωραία που τα λέτε?»

«όχι. Απλά πρέπει να γίνεις πιο δυνατή.»

«Πόσο ακόμα?»

«Δεν έχεις αρχίσει καν…» 30 δεύτερα σιωπής και συνέχισε… «θέλω να έρθεις από εδώ αν είναι να με βοηθήσεις στην εργασία της Φυσικής. Δεν έχω καταλάβει τίποτα.»

«Καλά σε 5 είμαι εκεί. Τι το καλύτερο έχω να κάνω εδώ..»

«Thank you» Το κλείσαμε και κοιτάχτηκα στον καθρέφτη. 

«και μετά αναρωτιέμαι γιατί δεν με κοιτάει ο Μάνος…» ψιθύρισα και έκανα έναν κύκλο γύρω από τον εαυτό μου. «Πώς είμαι έτσι…»

« Δεν σε κοιτάει ο Μάνος?» ρώτησε ο Πασχάλης έξω από την πόρτα.

«Δεν σου έχω πεί να μην μπαίνεις έτσι στο δωμάτιό μου.!» τρελάθηκα στην ιδέα πως κατάλαβε…

« Γουστάρεις τον Μάνο! Το ήξερα»

« Δεν ξέρεις τι λές μου φαίνεται.»

«Άκουσα τι είπες. Και αν νομίζεις πως ο Μάνος θα σε κοιτάξει έτσι όπως είσαι κάνεις μεγάλο λάθος.»

« Φύγε. !!!»  είπα και του έκλεισα την πόρτα στην μούρη

«Αφού στο έχω πει. ! Το δικό σου το είδος δεν μπορεί να αναπτυχθεί με το ανθρώπινο το είδος. Είστε πολύ περίεργα πλάσματα εσείς οι ουρακοτάγκοι !

«Τι λές παιδάκι μου? Πάλι κάθεσαι και λές αηδίες στην αδερφή σου?»

«ασε μας ρε μάνα..»

Κατάφερα να φύγω από το σπίτι και ξεκίνησα για το σπίτι του Μάνου. Θυμάμαι όταν ήμουν μικρότερη που το έσκαγα κάθε μεσημέρι όταν κοιμόταν η μητέρα μου.  Πήγαινα στο σπίτι του Μάνου και παίζαμε με τις ώρες. Φυσικά η μητέρα μου δεν ήταν χαζή είχε μιλήσει με την Κυρία Κατερίνα (η μαμά του Μάνου) και ήξερε που βρίσκομαι αλλά εγώ πάντα ένιωθα τέλεια που έφευγα «κρυφά» από το σπίτι.

«γειά σου Αμαλία μου»  άνοιξε η πόρτα και όλο το σπίτι μύριζε απορρυπαντικό (από τα ωραία)

«γεια σας Κυρία Κατερίνα. Τι κάνετε?»

«Καλά είμαι κορίτσι μου. Πέρασε μην στέκεσαι στην πόρτα. Θες ένα χυμό, κάτι?»

«Λίγο νερό. Ευχαριστώ» κοίταξα τις ωραίες κουρτίνες στο σαλόνι. Ήταν μπεζ με καφέ λουλούδια στο πλάι . Μου άρεσαν τόσο πολύ. Η Κυρία Κατερίνα της είχε αγοράσει πρίν ένα μήνα από ένα μαγαζί στην Νέα Σμύρνη με την μητέρα μου. Κράτησα το ποτήρι και προχώρησα προς το δωμάτιο του Μάνου. Ήταν άδειο και έκατσα στο γραφείο ανοίγοντας το κινητό μου να ρίξω μια ματιά στην ώρα. Είχα αργήσει τελικά. Δεν νομίζω πως έκανα μόνο 5 λεπτά. Τότε μπήκε ο Μάνος μόνο με μια πετσέτα από την μέση και κάτω. Τον κοίταξα με γουρλωμένα μάτια. Μπορεί να ήμασταν κολλητοί αλλά ποτέ δεν τον είχα δεί μόνο με μια πετσέτα. Ε άλλο το μαγιό και άλλο η πετσέτα όσο να ναι…

Το Πρώτο ΚαλοκαίριWhere stories live. Discover now