Η Θεία Μπέλλα

19 6 31
                                    


Το επόμενο βράδυ τους βρήκε όλους πολύ αναστατωμένους. Όταν το φως του ολοστρόγγυλου φεγγαριού, έπεσε πάνω στα καταραμένα ζώα, εκείνα άρχισαν να μεταμορφώνονται ξανά σε ανθρώπους. Εξαιτίας της μεταμόρφωσης όμως, έπεσαν στο πάτωμα αναίσθητοι, όντας πια στην πραγματική τους μορφή. Οι φίλοι τους τους περικύκλωσαν και άρχισαν να τους κοιτούν γεμάτοι περιέργεια. Είχαν ξαναδεί ανθρώπους σίγουρα, όμως όχι τέτοιους ανθρώπους. Μετά από λίγο εκείνοι άρχισαν να συνέρχονται. Η Μπέλλα, άνοιξε τα μάτια της, κοιτάζοντας γύρω της το κατεστραμμένο τσίρκο και τους φίλους της. Σηκώθηκε πάνω με πολλή προσπάθεια και προσπαθώντας να ισορροπήσει, έχοντας ξεχάσει να περπατά στα δύο πόδια, κατευθύνθηκε προς τα καμαρίνια για να βρει κάτι να φορέσει. Ερχόμενη ξανά έξω, βρήκε τον Τόνι, ο οποίος σηκώθηκε στα πίσω πόδια του και την αγκάλιασε σφιχτά. Ήταν μεγαλύτερος από εκείνη τώρα και πιο δυνατός, με αποτέλεσμα να την ρίξει στο πάτωμα.

'Συγγνώμη', της είπε μα εκείνη δεν μπορούσε να καταλάβει πλέον τι της έλεγε. Μονάχα του γέλασε και τον ξαναπήρε αγκαλιά. Μπορεί να βρισκόταν ακριβώς μπροστά της, μα ήδη της έλλειπε.

Τις επόμενες μέρες τα πράγματα είχαν μπει σε μία τάξη επιτέλους. Τα ζώα, είχαν επιστρέψει πίσω στη φύση, εκτός φυσικά από τα τρία αιλουροειδή. Η Μπέλλα, είχε φροντίσει να αγοράσει ένα τεράστιο σπίτι με όλα αυτά τα χρήματα που είχε βγάλει το τσίρκο, το οποίο είχε μια τεράστια αυλή, ικανή να φιλοξενήσει αυτά τα τεράστια ζώα. 

'Και πού είναι το σπίτι?', ρώτησε η Μαίρη.

'Νομίζω ότι ξέρεις πολύ καλά. Θα γυρίσω πίσω στο χωριό που μεγαλώσαμε', απάντησε η Μπέλλα.

Έτσι κι έγινε. Αρκετά χρόνια πέρασαν και το μικρό χωριό όπου είχε μεγαλώσει η Μπέλλα, είχε μετατραπεί σε μία κομμώπολη. Κάτοικοι αυτής της μικρής πόλης ήταν μόνο άνθρωποι του τσίρκου. Πρώην ζώα, που όταν σήμανε και για εκείνα το τέλος της κατάρας, δραπέτευσαν από το τσίρκο και γύρισαν πίσω στο χωριό τους. Ανάμεσά τους όμως υπήρχαν και άνθρωποι οι οποίοι ποτέ δεν έμαθαν την αλήθεια για τους γείτονές τους. Άνθρωποι κοκκινομύτιδες, που είχαν πάρει σύνταξη πλέον και ήθελαν μόνο να βρουν την ηρεμία στο μέρος όπου είχαν ακούσει ότι ήταν ικανό να τους την προσφέρει... Από την άλλη ο Τζόννυ με την Κλειώ, δεν θέλησαν να μείνουν σε ένα μέρος μόνο. Ταξίδευαν σε όλον τον κόσμο, να επισκεφτούν καταφύγια ζώων και να βοηθήσουν να αποσυρθούν όλα τα ζώα από κάθε τσίρκο... Τέλος...''

''Τί αυτό ήταν όλο? Θέλω κι άλλο! Πολύ μου άρεσε!'', αναφώνησε η Αννούλα.

''Πω πω Άννα, σταμάτα να γκρινιάζεις!'', τη μάλωσα. ''Ήταν πράγματι πολύ συγκινητικό... Είμαι σίγουρη πως έχεις κι άλλα να μας πεις, ε θεία?'', την παρακάλεσα.

''Είναι αργά, ώρα για ύπνο... Αύριο ίσως πούμε περισσότερα'', μας είπε και μας έκλεισε το μάτι καθώς μας σκέπαζε. 

Όσο κι αν μου άρεσαν τα παραμύθια της, ήμουν πολύ απογοητευμένη που ποτέ δεν μα έλεγε τις πραγματικές της εμπειρίες, παρά μόνο ψέματα. Νομίζει ότι δεν είχα παρατηρήσει το γεγονός πως χρησιμοποιούσε τα ονόματα των γονιών μας, των κατοικιδίων της και της γειτόνισσας στις ιστορίες της? Πώς είναι δυνατόν όλα αυτά να είναι αλήθεια?  Άσε που οι γονείς μου μας άφηναν συχνά να μένουμε με την θεία, επειδή ταξίδευαν σε καταφύγια ζώων! Δεν της πήρε και πολύ λοιπόν να τα σκεφτεί όλα αυτά. Όμως το δωμάτιό της ήταν γεμάτο αφίσες! Μπορούσα ξεκάθαρα να την δω να χτυπάει το μαστίγιό της κάνοντας μία τίγρη να περνάει μέσα από φλεγόμενα στεφάνια. Γιατί δεν μας  μιλούσε γι' αυτά? Γιατί να δώσει το όνομά της σε μία τίγρη, στην ιστορία της? Με τρέλαινε αυτή η γυναίκα! Βέβαια της είχα τεράστια αδυναμία, ίσως γι΄αυτό και να θύμωνα μαζί της. Ήθελα την αλήθεια... Θυμάμαι το επόμενο πρωί πάντως, κατεβήκαμε στην κουζίνα να φάμε, και δεν κοίταξα ούτε μία φορά κάτω απ΄το τραπέζι να δω μήπως κρυβόταν κάποιο από τα θηρία που αποκαλούσε φίλους της. Μάλιστα όταν βγήκα έξω στην αυλή, ο Τόνι ήρθε να παίξει μαζί μου όπως συνήθιζε και για πρώτη φορά, δέχτηκα να συναναστραφώ μαζί του, μιας και πάντα τον έδιωχνα. Τελικά όσο τρομακτικός και να έδειχνε, ήταν καλός κατά βάθος. Από τότε παίζαμε μαζί κάθε φορά που πήγαινα εκεί! 

''Δεν ξέρω πιο είναι το κόλλημά σου μαζί μου, αλλά νομίζω πως πλέον έχω και γω κολλήσει με σένα'', του είπα την τελευταία φορά που πήγα να δω την θεία μου.

''Μα δεν βλέπεις Κορίν? Είσαι ίδια η θεία Μπέλλα! Γι' αυτό σου έχει τόση αδυναμία φαίνεται'', μου είπε η αδελφή μου και σε αυτήν την σκέψη γέλασα γεμάτη ικανοποίηση και περηφάνεια. Ήταν χαρά μου να μοιάζω σε μια τέτοια γυναίκα που είχε τόση αγάπη μέσα της για όλον τον κόσμο, ακόμη και για τα τετράποδα τερατάκια, όπως τα αποκαλούσα χαϊδευτικά μερικές φορές. Μου λείπει πάρα πολύ... Μετά την κηδεία, λέω να περάσω απ' το σπίτι της. Ο Τόνι θα είναι σίγουρα πολύ στενοχωρημένος, πρέπει να σιγουρευτώ ότι είναι καλά. Εξάλλου εκεί θα μένω από εδώ και πέρα, οπότε καλύτερα να μαζέψω και τα πράγματά μου. Θα είναι άδειο το σπίτι χωρίς εκείνη... Ευτυχώς θα έχω τους φίλους της να μου την θυμίζουν.

Circo Di DoloreWhere stories live. Discover now