ΚΕΦΑΛΑΙΟ 23

64 7 5
                                    

Πέρασε σχεδόν μια εβδομάδα χωρίς να έχω νέα της Λίζας. Μήπως έπρεπε να αναλάβω εγώ δράση; Να κάνω κάτι, οτιδήποτε μπορούσε να σώσει την κατάσταση; Ήθελα επειγόντως μια συμβουλή. Βγήκα για καφέ με τον Βασίλη και του τα είπα όλα.

"Δηλαδή είναι σίγουρο πως είναι δικό σου;" με ρώτησε, όταν τελείωσα την αφήγηση μου.

"Τώρα πλέον ναι."

"Και πώς είσαι τόσο σίγουρος;"

"Τη νύχτα που ήρθε σπίτι μου και έγινε ό,τι έγινε, δεν είχα προφυλακτικά."

"Γιατί;"

"Μου είχαν τελειώσει, η Λίζα ήρθε απροειδοποίητα και δεν πρόλαβα να πάω να αγοράσω. Κι εκείνη την ώρα, πού να το σκεφτώ να πάω;"

"Είδες τι έπαθες τώρα όμως;"

"Και τι να έκανα ρε φίλε; Το ήξερα; Δεν το ήξερα ότι θα γίνει αυτό!" αναφώνησα.

"Τέλος πάντων." είπε ο Βασίλης. "Σημασία δεν έχει τι έγινε, αλλά τι θα κάνεις τώρα."

"Ξέρεις πολύ καλά πως δεν θέλω παιδιά." του είπα κοιτάζοντας τον λοξά.

"Ναι, συμφωνώ ότι τα παιδιά είναι χαρά και ευτυχία, αλλά μόνο όταν έρχονται στην ώρα τους. Η Λίζα τι λέει για αυτό; Θέλει να το κρατήσει;"

"Δεν ξέρω." απάντησα. "Δεν έχουμε ξαναμιλήσει από το γάμο του Περικλή. Πάντως οι γονείς της θα γίνουν έξαλλοι έτσι και το μάθουν. Μην ξεχνάς ότι έχουν ήδη βιώσει μια ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη από τη Νίκη. Άσε που ο πατέρας της ακόμα με βλέπει με στραβό μάτι."

"Πω ρε φίλε... Πού έμπλεξες ρε; Πώς έμπλεξες έτσι..." είπε ο Βασίλης και άναψε τσιγάρο. "Όμως μην ανησυχείς. Εγώ είμαι εδώ. Θα σε βοηθήσω. Κάτι θα σκεφτώ που μπορείς να κάνεις."

"Το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να της πω ότι εγώ δεν πρόκειται να αναλάβω την ευθύνη, και ότι αν παρόλα αυτά αποφασίσει να το κρατήσει θα το μεγαλώσει μόνη της."

Ο κολλητός μου ούτε συμφώνησε, ούτε διαφώνησε. Και οι δυο ξέραμε πως κατά βάθος αυτή ήταν η λύση. Όμως αυτός δεν γνώριζε την αλήθεια. Δεν ήξερε το λόγο για τον οποίο αντιπαθούσα τα παιδιά και ιδιαίτερα τα μωρά. Δεν ήξερε γιατί δεν ήθελα ποτέ να κάνω δικά μου. Και ούτε θα μάθαινε ποτέ. Όσο κολλητοί και αν ήμασταν, όσο κι αν τον αγαπούσα, δεν θα του το έλεγα ποτέ. Αυτό ήταν ένα μυστικό το οποίο θα κρατούσα μέσα μου για πάντα.

Δεν μιλούσαμε για αρκετή ώρα, ώσπου ακούστηκε από την είσοδο της καφετέριας μια γυναικεία τσιριχτή φωνή:

Ο ΧαμένοςWhere stories live. Discover now