ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

73 13 1
                                    

Τις ημέρες που ακολούθησαν, οι γονείς μου εξακολουθούσαν να τσακώνονται κάθε μέρα και στο σχολείο η Λίζα εξακολουθούσε να με φωνάζει φλώρο. Και όχι μόνο αυτή. Η μισή τάξη είχε κολλήσει και με αποκαλούσε έτσι. Δεν πήγαινε άλλο! Έπρεπε να της αποδείξω ότι δεν είμαι φλώρος. Ήξερα ακριβώς τον τρόπο και μια μέρα, μου δόθηκε η ευκαιρία. Είχαμε πάλι Ιστορία με τον Δημόπουλο και η Λίζα ζήτησε να πάει τουαλέτα.

Ήμουν σίγουρος πως πήγαινε για τσιγάρο. Μετά από λίγο, ζήτησα κι εγώ να πάω τουαλέτα.

"Όχι πριν επιστρέψει η δεσποινίς Μπουτοπούλου, κύριε Λούμη." Μου είπε ο Δημόπουλος.

"Μα...είναι πραγματική ανάγκη. Είναι επείγον." Είπα ψέματα.

"Ω, εντάξει τότε, πήγαινε. Όμως μην επιστρέψεις πάλι μετά το διάλειμμα." Είπε ο καθηγητής κι εγώ σηκώθηκα, χαρούμενος αλλά και λίγο αγχωμένος για αυτό που θα έκανα.

Τη βρήκα να καπνίζει ως συνήθως.

"Πάλι για κατούρημα, φλώρε;" με ρώτησε.

"Όχι." Της απάντησα, συγκροτώντας τα νεύρα μου. "Ήρθα να σου κάνω παρέα."

"Αν είναι να μου κάνεις πάλι κήρυγμα για το κάπνισμα, δεν θέλω να σε ακούσω. Δίνε του."

"Με παρεξηγήσες. Δεν πρόκειται να σου κάνω κήρυγμα. Να δοκιμάσω θέλω." Είπα τελικά. Με κοίταξε γεμάτη απορία.

"Σοβαρά μιλας;"

"Φυσικά."

"Ε... Εντάξει τότε. Ορίστε." Είπε και νου έδωσε το τσιγάρο της.

Το πήρα και το κοίταξα με μια δόση αβεβαιότητας. Όμως όχι, δεν θα δείλιαζα τώρα! Δεν ήμουν φλώρος και ούτε μου άξιζε να με φωνάζουν έτσι.

"Εμπρός λοιπόν. Ρουφάς, παίρνεις μια βαθιά εισπνοή και ύστερα φυσάς για να βγάλεις τον καπνό." μου εξήγησε η Λίζα. Έκανα όπως μου είπε, στην εισπνοή όμως, όταν κατέβασα τον καπνό, πνίγηκα, άρχισα να βήχω και ο καπνός βγήκε άτσαλα.

Ένιωσα το λαιμό μου να καίει. Η Λίζα γέλασε και με χτύπησε στην πλάτη για να με συνεφέρει. Όταν σταμάτησα να βήχω, κοίταξα τον εαυτό μου στον καθρέφτη του νιπτήρα. Τα μάτια μου ήταν κόκκινα και δακρυσμένα από το βήχα.

"Μην ανησυχείς." μου είπε. "Οι περισσότεροι το παθαίνουν αυτό την πρώτη τους φορά."

"Φέρε μου πάλι." της είπα με πείσμα και άρπαξα πάλι το τσιγάρο από το χέρι της.

Στη δεύτερη τζούρα πνίγηκα λιγότερο. Μετά κάναμε εναλλάξ. Έκανε μία εκείνη και μου έδειχνε τις τεχνικές, μια εγώ και προσπαθούσα να τη μιμηθώ. Ώσπου το τσιγάρο τελείωσε και γυρίσαμε στην τάξη. Πριν φύγουμε όμως της είπα:

"Να σου πω, κομμένες οι κοροϊδίες από εδώ και πέρα."

"Εννοείται. Σήμερα κατάλαβα πως είσαι μάγκας και όχι φλώρος. Και θα πείσω και τους υπόλοιπους για αυτό, να σταματήσουν να σε λένε έτσι."

Γυρίσαμε στην τάξη μαζί.

"Επιτέλους. Χαίρομαι που επιστρέψατε και οι δύο." είπε ο Δημόπουλος και καθίσαμε στις θέσεις μας.

"Ρε συ, τι κάνατε τόση ώρα στην τουαλέτα;" με ρώτησε ο Περικλής.

"Καπνίζαμε." απάντησα με φυσικότητα.

"Τι...;" απόρησε ο κολλητός μου.

"Καπνίζατε;" είπε έκπληκτος κι ο Μάνος από το πίσω θρανίο.

"Ε ναι." είπα φυσιολογικά πάλι. "Η Λίζα το κάνει εδώ και καιρό αυτό. Εγώ τώρα το ξεκίνησα και..."

"Έι! Σιωπή εκεί πίσω, διαφορετικά θα αναγκαστώ να σας αποβάλλω κύριοι." μας έκανε παρατήρηση ο καθηγητής.

Οι μήνες περνούσαν κι εγώ είχα γίνει κολλητός με τη Λίζα. Μας έβλεπαν οι συμμαθητές μας μαζί και σταμάτησαν να με λένε φλώρο. Βέβαια οι εντάσεις και τα τάκλιν συνεχίζονταν στο ποδόσφαιρο, αλλά μόνο στην πλάκα. Καπνίζαμε συχνά μαζί στις τουαλέτες ή πίσω από τις τάξεις σε μια απομονωμένη γωνία. Η Λίζα είχε πάντα δικό της πακέτο. Εγώ έπαιρνα κρυφά απ' τα τσιγάρα των γονιών μου πριν φύγω από το σπίτι.

Εκείνοι δεν φαινόταν να το προσέχουν αυτό. Τόσο απασχολημένοι ήταν απ' τους συνεχείς τους καυγάδες που γίνονταν στο σπίτι και απ' τα οικονομικά μας προβλήματα..

Ο ΧαμένοςOnde histórias criam vida. Descubra agora