Κεφάλαιο 8

29 8 22
                                    


Ο παππούς Εμμανουήλ δεν μπορούσε να κάτσει άπραγος με την αναταραχή που ήρθε στο σπιτικό τους. Όλοι κατηφείς και αμίλητοι, να σιγοψιθυρίζουν μόνο μεταξύ τους, ενώ γάμος θα γινόταν και η οικογένεια έπρεπε να έχει χαρά.

Γι αυτό κανόνισε όλοι να μαζευτούν στη σάλα, μπροστά στο τζάκι να τους μιλήσει.

Περισσότερο ήθελε να μιλήσει στην Αντιγόνη, αλλά ευκαιρία ήταν να τα ακούσουν ξανά όλα τα παιδιά.

Να κατανοήσουν τη θέση τους.

Να συνειδητοποιήσουν τι θα πει κατακτημένος και τι κατακτητής, όσο και αν το πρόσωπο που δείχνει ο κατακτητής είναι επιεικές.

Να μάθουν πώς πρέπει να ελίσσονται, χωρίς να προκαλούν. Για το δικό τους καλό. Για το καλό όλων.

Το βράδυ μαζεύτηκε όλη η οικογένεια γύρω από τη φωτιά. Η σάλα ήταν ένα μεγάλο δωμάτιο στον κάτω όροφο του σπιτιού, δίπλα από το δωμάτιο της τραπεζαρίας. Χοντροί τοίχοι από πέτρα προστάτευαν από το κρύο του χειμώνα αλλά και από την κάψα του καλοκαιριού. Μεγάλα παράθυρα στον ένα τοίχο καλυμμένα με κουρτίνες , σίγουρα το ύφασμα ήταν αγορασμένο από την Ευρώπη, ενώ οι άλλοι τοίχοι είχαν ράφια ξύλινα με διακοσμητικά, αλλά και υφαντά περίτεχνα να κρέμονται, δίνοντας ζεστασιά στο χώρο και με το υλικό τους και με τα χρώματά τους.

Το πάτωμα καλυπτόταν όλο, από χαλιά υφασμένα στον αργαλειό, ενώ μπροστά στο τζάκι δέρματα ζώων προστάτευαν από τις κάφτρες των ξύλων. Το μεγάλο τζάκι δέσποζε στον απέναντι τοίχο από την πόρτα. Εκεί ζεσταινόταν η οικογένεια τα κρύα βράδια του χειμώνα. Τα ξύλα τριζοβόληζαν σκορπώντας φως τριγύρω και ζέστη. Γύρω γύρω καναπέδες και μεγάλες μαξιλάρες γέμιζαν το χώρο. Μικρά σκαλιστά τραπεζάκια ήταν σε κάθε γωνιά, ενώ κεριά και λάμπες φώτιζαν το δωμάτιο.

Ο σοφράς, καθαρά οθωμανικό είδος επίπλωσης, ήταν στη μέση του δωματίου, μπροστά από το τζάκι. Εκεί στο σοφρά η Μαριγώ είχε αραδιάσει ροφήματα ζεστά, αλλά και κάτι τις να βάλουν στο στόμα τους. Τους πρόσφερε και πίτα, από αυτήν που άρεσε στην Αντιγόνη.

Κάθισαν στα καθίσματα αλλά και στις μαξιλάρες και περίμεναν τον παππού να μιλήσει.

Εκείνος γύρισε και τους κοίταξε. Η οικογένειά του. Τα εγγόνια του. Καλά παιδιά δεν μπορεί να πει, περήφανος ήταν για όλους.

''Παιδιά μου ήθελα απόψε να μιλήσουμε λίγο. Για όλα όσα μας μετέδωσαν οι προηγούμενοι όλα αυτά τα χρόνια. Ιστορία δεν γράφεται, εξάλλου από ποιον θα μπορούσε να γραφτεί; Και ποιος θα το επέτρεπε; Ό,τι ξέρουμε είναι προσωπικές αφηγήσεις παππούδων, γονιών αλλά και συμπολιτών. Ό,τι ζήσαμε και ό,τι ζούμε έχουν γραφτεί στο βιβλίο των αναμνήσεων, έχουν γαλουχήσει τον τρόπο σκέψης μας, έχουν χαράξει το δρόμο που πρέπει να ακολουθήσουμε.

''Η Άνοιξη είναι ακριβή''Where stories live. Discover now