Κεφάλαιο 27. '' Ήλθε η ώρα''!

18 6 23
                                    


Αχάραγα βγήκαν οι τρεις άντρες από το σπίτι. Ντυμένοι κατάλληλα για τη μάχη, με τις πιστόλες και τα βόλια, με μαχαίρες και σπαθί στο χέρι, πήγαν ο καθένας στο πόστο του. Με προσοχή μην γίνουν αντιληπτοί. Πριν χωρίσουν, άπλωσε το χέρι ο Νικολός στους γιους του. Τους άγγιξε χωρίς μιλιά. Η ματιά του, τους έλεγε, όσα τα χείλη δεν γινόταν να πουν. Χωρίστηκαν.

Ο Νικολός βρέθηκε με τους άντρες του στο φρούριο απέξω. Οι πρώτοι που έφτασαν, πήγαν στην άκρη του και τράβηξαν σιγά σιγά τα αγκωνάρια που είχαν ξεκολλήσει. Με προσοχή και με όσο το δυνατόν λιγότερο θόρυβο. Έγινε ένα άνοιγμα ικανό να χωρέσει έναν άντρα. Πρώτος μπήκε ο Νικολός. Σύρθηκε σιγά σιγά. Ήθελε να φτάσει στις ξύλινες καλύβες. Που και που, δάδες αναμμένες φώτιζαν το χώρο. Δυο τρεις τον ακολουθούσαν. Οι υπόλοιποι κρύφτηκαν στη μάντρα δεξιά και αριστερά από την είσοδο. Έπρεπε να δουν τη φωτιά για να ξεκινήσουν. Καρδιοχτυπούσαν όλοι. Μα σήμερα, το νησί θα γινόταν δικό τους. Η Ελευθερία φτερούγιζε πάνω από τα κεφάλια τους. Αδημονούσε κι εκείνη. Ήθελε χώρο για να κουρνιάσει στα χώματά τους.

Με το που άρχισε να ξεπροβάλλει ο ήλιος, η πρώτη φωτιά μπήκε. Και η δεύτερη. Και η τρίτη. Έτσι θα φαινόταν και ο καπνός από μακριά.

Φούντωσαν όλα στη στιγμή. Φωνές και ουρλιαχτά ξεσήκωσαν το στρατώνα. Οι άντρες όρμησαν με τις πιστόλες, αλλά και με τα σπαθιά πάνω στους στρατιώτες. Το αίμα έβαφε το χώμα.

Πολεμούσαν σώμα με σώμα. Ο Νικολός φώναζε, δίνοντας κουράγιο στους άντρες του. Κυρίως για να ακούν τη φωνή του, ότι είναι ζωντανός, ότι πολεμά. Έτσι έπαιρναν θάρρος. Φοβόταν τη λιποψυχία ορισμένων. Μήπως λιποταχτήσουν. Άμαθοι σε πόλεμο ήταν. Αγρότες, κτηνοτρόφοι, μαραγκοί. Όσα μπόρεσε να τους διδάξει για τη μάχη εκ τους συστάδην στον περιορισμένο χώρο του, ήταν λίγα, τα βασικά. Δεν είχαν χρόνο, ούτε ελευθερία κινήσεων για πολεμική εξάσκηση. Μα τα πήγαιναν καλά. Ο αιφνιδιασμός δούλευε υπέρ τους.

Ο καπνός ανέβηκε ψηλά. Τα πάντα καίγονταν στο φρούριο, εντελώς.

Πολεμούσαν βρίζοντας ή βογκώντας πολλές φορές. Τα κορμιά έπεφταν το ένα πάνω στο άλλο. Εχθροί πέθαιναν στο ίδιο χώμα, με τον ίδιο πόνο, δίπλα ο ένας στον άλλον.

Και ησύχασαν στη στιγμή. Έψαξαν όλο το φρούριο καλά. Έβγαλαν όσα πυρομαχικά μπορούσαν να διασώσουν. Αλλά και όπλα. Τους ήταν απαραίτητα. Τα πήγαν στην άκρη του τείχους. Τώρα έπρεπε να βιαστούν να ενωθούν με τις άλλες ομάδες.

''Η Άνοιξη είναι ακριβή''Where stories live. Discover now