Γενάρης 1821/ κεφ.23

21 6 26
                                    

Μια νέα χρονιά ανέτειλε στην κατεκτημένη Ελλάδα. Το κρύο τσουχτερό για τους νησιώτες που μαζεμένοι στα σπίτια τους, προσπαθούσαν να ζεσταθούν λίγο. Ξύλα σιγόκαιγαν στα μαγκάλια, ζεστά υφαντά τους τύλιγαν τις κρύες νύχτες και η ανάσα να κρατιέται συχνά, ενώ αφουγκράζονταν συνεχώς τον κάθε ήχο στη γειτονιά τους. Ησυχία και ηρεμία βασίλευε παντού.

Οι χριστιανοί, ''χτυπημένοι'' οικονομικά οι περισσότεροι, από την ύφεση του ναυτικού εμπορίου που επηρέασε τόσα επαγγέλματα στη ξηρά, ευαισθητοποιημένοι από τον ελλ διαφωτισμό και τους Έλληνες της Δύσης που βροντοφώναζαν την ανάγκη ύπαρξης ανεξάρτητου κράτους, σιγομουρμούριζαν πίσω από κλειστές πόρτες για την ανάγκη ξεσηκωμού, ονειρευόμενοι ελεύθερη πατρίδα.

Η Αντιγόνη πλέον στο Μαράθι, είχε κατασταλάξει με ποιον τρόπο θα προσπαθούσε να γλιτώσει τον Γιουσούφ. Μπορεί να ντρεπόταν να το ομολογήσει, αλλά ναι, θα το προσπαθούσε και προσευχόταν να τα καταφέρει.

Ο Γιουσούφ δεν την είχε προσκαλέσει ξανά στο αρχοντικό. Δεν είχε δώσει σημεία ζωής και αυτό την προβλημάτιζε.

Λες να είχε θυμώσει με τον Απόστολο; Αφού άφησε τις ημέρες να περάσουν φροντίζοντας το σπιτικό της , ζήτησε ακρόαση από τον Αγά.

Ο γραμματέας του είπε ότι θα την ειδοποιήσει για την απάντηση, αλλά πέρασε και η σημερινή ημέρα, σύνολον τρεις στη σειρά, που δεν είχε νέα. Ο Απόστολος την πίεζε να πάει επίσκεψη στον Αγά, γι αυτό δεν του έκρυψε το αίτημα ακρόασης που ζήτησε.

Η επομένη ημέρα ξημέρωσε με ήλιο και καθαρό ουρανό.

Το πρωί η Αντιγόνη στην βόλτα της για ψώνια, είχε δει το πλοίο του Νότη να είναι δεμένο αρόδο. Φαίνεται πως τα είχε καταφέρει, γιατί όταν σταμάτησε στο λιμάνι χαζεύοντάς το, για να διακρίνει αν υπήρχαν τα κανόνια στο πλάι του, τα είδε καμαρωτά και ολοκαίνουργια και καταχάρηκε. Πηγαίνοντας προς τον ταρσανά, εκεί που δούλευε ο Νότης, χαζεύοντας δεξιά και αριστερά, τον είδε να την κοιτά, να κλίνει το κεφάλι σε χαιρετισμό και εκείνη να τον καλημερίζει θαρρετά. Τι κι αν την έβλεπε κάποιος; Κοντά στην αγορά ήταν η δουλειά του, χαιρετούσε ευγενικά τους Μαραθιώτες.

Το απόγευμα ήλθε ο γραμματέας του Αγά να της πει, ότι μπορεί να πάει στο αρχοντικό, όποτε είναι εύκαιρη. '' Και τώρα;'' τον ρώτησε

''Και τώρα κυρά '' της είπε ευγενικά ο Οθωμανός.

Ντύθηκε βιαστικά αλλά προσεγμένα, τυλίχτηκε για το κρύο προσεχτικά, πήρε βαθιές ανάσες και ξεκίνησε για το αρχοντικό.

''Η Άνοιξη είναι ακριβή''Where stories live. Discover now